Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024


ΑρχικήΠρόσωπαΑπόψειςΠώς με πυραύλους στα νησιά θέτεις τους Τούρκους εκτός Αιγαίου

Πώς με πυραύλους στα νησιά θέτεις τους Τούρκους εκτός Αιγαίου

Η πυραυλική αρχιτεκτονική τεράστιων δυνατοτήτων, που αναπτύσσουν οι αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις θα μπορούσε να έχει μόνο θεωρητικό ενδιαφέρον για την Ελ­λάδα σε ό,τι αφορά στο ελληνοτουρκικό μέτωπο, εάν η φι­λοσοφία αυτής της αρχιτεκτονικής, όπως και ορισμένες πτυχές της, δεν ήταν σαν να έχουν φτιαχτεί για το περιβάλ­λον του Αιγαίου.

Για όσους, λοιπόν, θέτουν στον πυρήνα της ελλη­νικής στρατηγικής την ενίσχυση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, προκύπτει μια πρωτοφανής ευκαιρία για ελληνοαμερικα­νική συνεργασία στον στρατιωτικό τομέα: Η συνεργασία αυτή μπορεί να ξεκινήσει από το θεμελιώδες επίπεδο της στρατιωτικής επιστήμης, όσον αφορά τη μελέτη και τις δυ­νατότητες εφαρμογής στην Ελλάδα των νέων δογμάτων του Αμερικανικού Στρατού, όπως είναι η Πολυχωρική Μάχη και τα Διαχωρικά Πυρά.

Εν συνεχεία, μπορεί να εξεταστεί, στο πλαίσιο των ανανεωμένων ελληνοαμερικανικών σχέσεων, πως σχετικά συστήματα κρούσης και οι περιφερειακές τους αρχιτεκτο­νικές συλλογής πληροφοριών, έρευνας, αναγνώρισης, επι­τήρησης και πρόσκτησης στόχων (lSTAR), μπορούν να δημιουργήσουν ένα συμπαγές θαλασσοχερσαίο φράγμα στο Αιγαίο και να διαχωρίσουν απόλυτα και ολοκληρωτικά τη Μαύρη Θάλασσα από την Ανατολική Μεσόγειο, εγκλω­βίζοντας τη Ρωσία.

Οι ικανότητες αυτές είναι συνεργατικές με τα νέα αεροσκάφη Rafale που αποκτά η Ελληνική Πολεμική Αε­ροπορία. Συγκεκριμένα, χάρη στα πολύ ισχυρά ραντάρ και τα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και σύντηξης δεδο­μένων που διαθέτουν τα αεροσκάφη αυτά, μπορούν να αποτελέσουν τα αυτιά, τα μάτια και το συντονιστικό όρ­γανο των χερσαία εδραζόμενων πυραυλικών αρχιτεκτονι­κών.

Οι πύραυλοι PrSM

Τα πέμπτης γενιάς μαχητικά, λόγω του τεράστιου κόστους απόκτησης και συντήρησης, εκ των πραγμάτων θα είναι λίγα στο ελληνικό οπλοστάσιο σε σχέση με τα πα­λαιότερης γενιάς. Αυτό σημαίνει και δυσκολία αναπλήρω­σής τους σε περίπτωση απώλειας. Ως εκ τούτου δεν είναι σκόπιμο να λειτουργήσουν ως αυτόνομα μέσα, διεξάγοντας τον δικό τους πόλεμο. Πρέπει να ενοποιηθούν σε διακλα­δικές και υπερκλαδικές αρχιτεκτονικές προβολής ισχύος που θα επιτυγχάνουν πολλαπλασιαστικά και όχι απλώς αθροιστικά αποτελέσματα. Άλλωστε, το περιβάλλον του Αιγαίου αποτελεί μια ενιαία και αδιαίρετη ενότητα μάχης και απαιτεί παρόμοιες προσεγγίσεις, ειδικά στο σημερινό τεχνολογικό-επιχειρησιακό περιβάλλον.

Οι πύραυλοι PrSM χάρη στο τεράστιο βεληνεκές τους για τα δεδομένα του ελληνοτουρκικού χώρου αντιπα­ράθεσης και την ικανότητα αυτοκατεύθυνσης στην τερματική φάση προσβολής, μπορούν να αποτελέσουν ένα είδους μεταπυρηνικού υπερόπλου (post nuclear super weapon) για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Κι αυτό, επειδή μπορούν να προσβάλλουν από αποστάσεις ασφαλείας τις μονάδες επιφανείας του τουρκικού Ναυτικού, τις συστοιχία; S-400 και άλλους στόχους κρίσιμης σημασίας.

Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να υπογραμμί­σουμε ότι πρόκειται για ένα φθηνό όπλο, σε σχέση με τις πανάκριβες πλατφόρμες που είμαστε διατεθειμένοι να αγο­ράσουμε, των οποίων θα αποτελέσει προέκταση. Ο πύραυ­λος PrSM θα μπορούσε να πλαισιωθεί από επαυξημένων ικανοτήτων ATACMS με ικανότητες προσβολής κινούμε­νων πλοίων επιφανείας σε απόσταση 300 χλμ.

Αυτή θα ήταν πιο οικονομική λύση για το μεγαλύ­τερο μέρος του φάσματος των αποστολών που θα κληθούν να αναλάβουν αυτά τα δίκτυα, αφήνοντας στους αριθμη­τικά λιγότερους πυραύλους PrSM τις αποστολές προσβο­λής στόχων σε μεγαλύτερε; αποστάσεις. Οι βελτιωμένοι ATACMS θα μπορούσαν να αποτελέσουν και ένα είδος εν­διάμεσης λύσης, δεδομένου ότι ο PrSM βρίσκεται σήμερα υπό ανάπτυξη. Αναμένεται να αρχίσει να εντάσσεται στο αμερικανικό οπλοστάσιο το 2023 και συνακόλουθα θα δια­τίθεται για άλλες χώρες μάλλον μετά το 2025.

Δύο ερωτήματα

Εδώ προκύπτει αβίαστα το ερώτημα : αν οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να δώσουν στην Ελλάδα αυτούς τους πυραύλους και άλλα σχετικά όπλα. Υπό φυσιολογικές συν­θήκες η απάντηση θα ήταν “ναι”. Ο PrSM είναι ο διάδοχος του ATACMS και τοποθετείται στον πολλαπλό εκτοξευτή ρουκετών Μ 270 MLRS. Και τα δύο συστήματα υπάρχουν στο ελληνικό οπλοστάσιο.

Άρα, αν οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις δεν επιδει­νωθούν δραματικά, τότε λογικά δεν υπάρχει πρόβλημα ούτε για τον PrSM και πολύ λιγότερο για τους βελτιωμέ­νους ATACMS. Πολλώ δε μάλλον από τη στιγμή που υπο­τίθεται ότι η ελληνοαμερικανική στρατηγική συνεργασία έχει ενισχυθεί, ενώ και οι σχέσεις Δύσης-Ρωσίας έχουν επι­δεινωθεί και το όπλο αυτό θα συνεισφέρει καθοριστικά ώστε να αποκόψει στρατιωτικά τη Ρωσία από την Ανατο­λική Μεσόγειο.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα περιμέναμε πως οι ΗΠΑ μάλλον θα ήθελαν η Ελλάδα γα εξοπλιστεί και με τον μεσαίο πύραυλο του δικτύου (βεληνεκές 2000 χλμ) γιατί αυτό θα εξυπηρετούσε τα στρατηγικά τους συμφέ­ροντα. Για παράδειγμα, παρόμοιοι πύραυλοι στη Σούδα θα επέτρεπαν στην Ελλάδα, δηλαδή στο ΝΑΤΟ, την αποφα­σιστική προβολή ισχύος σε ολόκληρη τη λεκάνη τη; Ανα­τολικής Μεσογείου, καθιστώντας απαγορευτική τη δράση οποιασδήποτε μη φιλικής προς τη Δύση θαλάσσιας δύνα­μης στην περιοχή.

Είναι φυσιολογικές οι συνθήκες;

Οι συνθήκες, όμως, είναι φυ­σιολογικές; Αυτά που πιστεύουμε για την ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων πράγματι ισχύουν; Υπό μια έννοια, ο πύραυλος PISM μπορεί να αποτελέσει ένα κρίσιμο τεστ για το πώς ακριβώς αντιμετωπίζουν τη χώρα μας οι ΗΠΑ. Αν όντως βλέπουν την Ελλάδα ως πολύτιμο σύμμαχο τότε όχι απλώς θα συναινούσαν, αλλά θα μας συνιστούσαν να αποκτήσουμε αυτά τα όπλα για να μας “δέσουν” έτι περαιτέρω στη δυτική αρχιτεκτονική.

Αν όμως, αρνηθούν να μας προσφέρουν αυτά τα όπλα και άλλα κρίσιμων ικανοτήτων, τότε αυτό ση­μαίνει ότι ζούμε σε αυταπάτες. Για την ακρίβεια, σημαίνει ότι η αμερικα­νική στρατηγική θεωρεί σημαντικό­τερο να μην ενοχλήσει την Τουρκία, έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι είναι διατεθειμένη να “θυσιάσει” την Ελ­λάδα για να κρατήσει την Τουρκία στο δυτικό στρατόπεδο. Εάν συμβεί αυτό η Ελλάδα δεν θα πρέπει να πάρει τις δικές τη αποφάσεις;

Υπάρχει, όμως, και ένα ευρύ­τερο ερώτημα: Θέλει η Αθήνα να ζητήσει τα όπλα αυτά από την Ουάσιγκτον; Γιατί, ακόμη αν και οι Αμερικανοί είναι διατεθειμένοι να μας τα πουλήσουν, πρέπει πρώτα να υποβληθεί το σχετικό ελληνικό αίτημα. Προκύπτει, λοιπόν, το ίδιο ερώτημα που έχει προκύψει και για το σύστημα αεράμυνας Aegίs που έχει αναφέρει ο υπογράφων σε παλαιότερο άρθρο.

Θέλει το σύστημα εξουσίας στην Ελλάδα να αναβαθμίσει αποφα­σιστικά τις ελληνικές μαχητικές ικα­νότητες και να ενισχύσει και τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στο δυτικό στρατόπεδο; Η πρωταρχική του έννοια είναι μην θίξει τις “ανα­σφάλειες” της Τουρκίας; Πιθανώς πιεζόμενο και από άλλα δυτικά κέν­τρα εκτός ΗΠΑ, όπως η Γερμανία, τα οποία έχουν επενδύσει στην ενίσχυση των σχέσεων τους με την Τουρκία και την παράλληλη υποβάθμιση αν όχι πλήρη αποδόμηση της ελληνικής γε­ωπολιτικής υπόστασης; Αυτά τα δύο απλά ερωτήματα δεν θα πρέπει κάποια στιγμή να απαντηθούν;

Του καθηγητού κ Κωνσταντίνου Γρίβα



Ροη Ειδήσεων