Προβληματίζουν βαθύτατα οι χαώδεις νεοελληνικές διαιρέσεις οι οποίες, ναι μεν έχουν βαθιές ρίζες, πλην τελευταία εντείνονται και βαθαίνουν. Άμα κάτι αρχίσει στραβά κινείται στραβά, εκτός και εάν διορθωθεί. Στην περίπτωσή μας με την ανασυγκρότηση και ανασύνταξη του ελληνικού κράτους για να καταστεί δημοκρατικό, ισχυρό, ασφαλές και βιώσιμο, Η «κακιά αφετηρία» ήταν η δολοφονία του Καποδίστρια και η έλευση των Βαυαρών. Ματαιώθηκαν έτσι οι αξιώσεις των υψηλοτάτης υπόστασης Επαναστατών του 1821 όπως καταγράφηκαν στις Εθνοσυνελεύσεις αμέσως μετά.
Δεν εκπληρώθηκαν οι σκοποί της Επανάστασης του 1821 για δημιουργία δημοκρατικά συγκροτημένης Πολιτείας η οποία θα ενσωμάτωνε τις επί αιώνες τοπικά αυτεξούσιες και αυτό-θεσπιζόμενες Πόλεις. Ο πρώτος νόμος των Βαυαρών καταργούσε, βασικά, την επί αιώνες δημοκρατική πολιτική οργάνωση των Πόλεων.
Έκτοτε, εντός μιας ουσιαστικά ξενοκρατούμενης χώρας-χώρου μέσα στην οποία εγκλωβίστηκαν «των Ελλήνων οι Κοινότητες -και η οποία ευθύνεται για την καταστροφή των εκτός συνόρων Ελλήνων- αυξήθηκαν οι διαιρέσεις, ακυρώθηκε η πολιτική και οικονομική οργάνωση των τοπικών κοινοτήτων και εξασθένησαν οι παραδόσεις των Κοινών και των Πόλεων. Ενάμιση αιώνα μετά αυτό επιτάθηκε με την έλευση της αστικοποίησης η οποία στρίμωξε τους περισσότερους Έλληνες μέσα στα τσιμεντένια τείχη των αστικών κέντρων.
Ολοένα και περισσότερο οι πολίτες έβλεπαν και συνεχίζουν να βλέπουν το κράτος ως εγκάθετο ξένων συμφερόντων. Κυρίως λόγω δημοκρατικού ελλείμματος, οι φορείς εξουσίας έμαθαν να θεωρούν την κοινωνία ως «μάζα» και «ετερόκλητο όχλο» πάνω στον οποίο, δήθεν, έχουν δικαίωμα να επιβάλουν τα ανυπόστατα ιδεολογήματά τους. Τις τελευταίες δεκαετίες αυτές οι πολιτικές διαστροφές επιτάθηκαν με την κυριαρχία ιδεολογικών δογμάτων και συνεπακόλουθων δεσποτικών παραδοχών. Τα κούφια εθνομηδενιστικά θεωρήματα κορύφωσαν τέτοιες συμπεριφορές.
Δύσκολα μπορεί να πει κανείς το πώς θα υπάρξει ανάσχεση και αντιστροφή. Οι πορείες για το «Μακεδονικό», πάντως, ανέδειξαν το γεγονός ότι, τελικά, για κάποιους μυστήριους λόγους οι συμφορές και οι καταστολές δεν εκμηδένισαν το πνευματικό DΝΑ της ελληνικότητας που απορρέει από τις ελληνικές πολιτικές παραδόσεις της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της εθνικής ανεξαρτησίας.
Αντιστροφή του κατηφορίσματος σημαίνει τερματισμό της ξένης εξάρτησης, δημοκρατία, ανάκαμψη της οικονομίας (όχι με ψευτιές και συνθήματα) και επιστροφή όσων κυνηγημένοι μετανάστευσαν. Τερματισμό επίσης της εκποίησης της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας που δημιουργεί αθέατες ζώνες κακουχιών, δυστυχίας, ακόμη και θανάτων.
Για ένα ακόμη λόγο εάν πληγεί ανεπανόρθωτα η κοινωνική συνοχή υπάρχει κίνδυνος οριστικά και ανεπίστροφα να εκμηδενιστεί κάθε ίχνος νομιμοποίησης του κράτους και των πολιτικοοικονομικών ιεραρχιών. Σε όλα τα κράτη όλων των εποχών αυτή η νομιμοποίηση συναρτάται με μια κοινωνικά σμιλευμένη διανεμητική δικαιοσύνη και όχι με ξενόφερτες δεσποτικές εντολές και διαταγές ξένων τεχνοκρατών και ηγεμονικών υπαλλήλων στην παρέα των οποίων γυροφέρνουν παντελώς κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτοι διεθνικοί παράγοντες όπως κερδοσκόποι και τοκογλύφοι.
«Ηττηθήκαμε να τα μπαλλώσουμε να τελειώνουμε»
Ιστορικά μιλώντας για αναπόδραστους γεωπολιτικούς λόγους το νεοελληνικό κράτος εντάχθηκε στις συμμαχίες των Δυτικών ναυτικών δυνάμεων. Δημιουργώντας τις αναγκαίες προϋποθέσεις αυτή η ένταξη θα μπορούσε να ενισχύσει την εθνική ανεξαρτησία, να θωρακίσει την εθνική ασφάλεια και να επιτρέψει την ανάπτυξη μιας εθνικής στρατηγικής απόκρουσης των εξωτερικών απειλών.
Συμφορά μας, όμως, κυριάρχησε το δόγμα «ανήκουμε στην Δύση». Το σωστό και ορθολογιστικό θα ήταν «συμμετέχουμε ισότιμα στους Δυτικούς θεσμούς, διαπραγματευόμαστε στην βάση του εθνικού συμφέροντος» και κάνουμε συναλλαγές που επιδιώκουν συμμετρικές και ισόρροπες σχέσεις με τους ισχυρότερους συμμάχους. Οι ύστερες «αριστερές» εκδοχές του ίδιου δόγματος κορύφωσαν την εξάρτηση και κατέδειξαν ότι το πρόβλημα είναι εγγενές και όχι μόνο ιδεολογικό. Έτσι ακούσαμε το «ευχαριστώ την Αμερική» στα Ίμια και το «go home Mrs Μerkel» που τάχιστα έγινε «σε ευχαριστώ Μέρκελ» και «είμαι περήφανος για τα μετάλλια».
Η ολοκληρωτική ακύρωση της ελληνικής εθνικής ανεξαρτησίας και οι αντιφάσεις της πνευματικά και οικονομικά εκτροχιασμένης μεταπολίτευσης λογικότατα οδήγησε στα μνημόνια και στο ότι ακολούθησε: στο άνοιγμα του Ασκού των Βαλκανικών ανέμων και στην επέκταση της λογικής των Πρεσπών στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Στην εξωτερική πολιτική κυριαρχεί πλέον η πολιτικά ανάλγητη αναληθής και σε κάθε περίπτωση αυτοκαταστροφική θέση: «ηττηθήκαμε να τα μπαλώσουμε να τελειώνουμε». Το τελευταίο, λέμε με νόημα, είναι εντός εισαγωγικών!
Τα «μπαλώματα» είναι τελικά πολλών ειδών και τα νήματά του σταδιακά ενώνονται δημιουργώντας πλέον ένα Γόρδιο δεσμό: Φτηνές δικαιολογήσεις των οικονομικών συμφορών, αστείες αιτιολογήσεις της καταστροφικής Συμφωνίας των Πρεσπών, εθνομηδενιστική κυριαρχία ακόμη και σε κορυφαίους θεσμούς εθνικής στρατηγικής, επάνοδος στο κυβερνητικό προσκήνιο ακραία «αναλυτικά αμαρτωλών ιδρυμάτων προτάσεων πολιτικής», στρατηγικό κρυφτούλι στο Αιγαίο όσον αφορά το διεθνές δίκαιο και διολίσθηση σε ασυγκράτητο κατευνασμό της Τουρκικής απειλής. Το μοιραίο άλμα στο κενό εκτελείται σε παρόντα χρόνο και αφορά την Κύπρο.
Εάν τα πιο πάνω ισχύουν, λογικά οι προεκτάσεις είναι πλέον πολλές και σε πολλούς τομείς. Αποδυναμώνεται η προσκόλληση στο κοινό συμφέρον, κυριαρχούν φαινόμενα ιδιωτείας, η ηττοπάθεια και η απελπισία ματαιώνουν την φιλοπατρία, η νομιμοποίηση του κράτους και των θεσμών αποδυναμώνεται ακόμη περισσότερο, αυξάνονται οι πνευματικές διαιρέσεις κάθε είδους, τα εμφύλια σύνδρομα επανέρχονται, η εξουσία διολισθαίνει στον δεσποτισμό η προπαγάνδα του κάθε καρεκλοκένταυρου πλήττει την αξιοπρέπεια των πολιτών και όλα αυτά μαζί και πολλά άλλα βαθαίνουν την διαφοροποίηση κοσμοαντιλήψεων και πολιτικών θέσεων.
Στρατηγική παγίδευση
Όπως επαληθεύεται ιστορικά αλλά και σήμερα καθημερινά, το κράτος και η κοινωνία ανεπίστροφα πιάνουν πάτο όταν παγιδευτούν στρατηγικά. Πέραν της υπερχρέωσης για τις επόμενες δεκαετίες και της αρπαγής από ξένους της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας, στα πεδία της εξωτερικής πολιτικής το νεοελληνικό κράτος παγιδεύεται ολοένα και περισσότερο.
Ο Hans Morgenthau –του οποίο το έργο «Πολιτική μεταξύ των Εθνών. Ο αγώνας για ισχύ και ειρήνη» κυκλοφόρησε στα Ελληνικά και θεωρείται η «βίβλος των διεθνών σχέσεων–, έγραψε ότι ένα κράτος είναι βιώσιμο όταν μπορεί να εκπληρώσει τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου που αφορούν την Επικράτειά του.
Κανείς να μην έχει αμφιβολία ότι το «στρατηγικό κρυφτούλι στο Ιόνιο» οδηγεί σε απώλεια του Αιγαίου. Θα καταγραφεί ως η μαύρη σελίδα της σύγχρονης Ελλάδας.
Ενώ στο παρελθόν δεν εφαρμόζαμε τις πρόνοιες του δικαίου της θάλασσας, δηλωνόταν, εν τούτοις, ότι επιφυλασσόμαστε να το κάνουμε. Το «κρυφτούλι στο Ιόνιο» σε συνδυασμό με τα αμφιλεγόμενα (και ελάχιστα τεχνικού χαρακτήρα) «μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης» δημιουργούν παραστάσεις και στέλνουν μηνύματα ότι οι σκοποί της Άγκυρας εκπληρώνονται. Η μη εκπλήρωση των προνοιών του διεθνούς δικαίου της θάλασσας σημαίνει απώλεια κολοσσιαίων πλουτοπαραγωγικών πόρων και γεωπολιτική συρρίκνωση.
Φαίνεται ότι διόλου τυχαία τη συμφωνίας των Πρεσπών προηγήθηκε η μυστήρια έλευση του Ερντογάν στην Ελλάδα. Μετά την Συμφωνία των Πρεσπών ακολούθησε ασυγκράτητος κατευνασμός με το ταξίδι του Πρωθυπουργού στην Τουρκία. Ακολουθεί η Κύπρο και το δόγμα «η Κύπρο είναι μακριά» τώρα παντρεύεται με το αριστεροδεξιό εθνομηδενιστικό δόγμα που πιο πάνω παραθέσαμε εντός εισαγωγικών: στην Κύπρο «ηττηθήκαμε να τα μπαλώσουμε να τελειώνουμε».
Στο σημείο αυτό καλό είναι να τονιστεί ότι ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών έθεσε ζήτημα αποχώρησης των στρατευμάτων κατοχής και τερματισμού των εγγυήσεων. Εν τούτοις, αυτή ήταν η μια όψη του νομίσματος. Κατ’ αρχάς, μια τέτοια θέση δεν είναι συμβατή με το πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών και τον παράλληλο κατευνασμό της Τουρκίας. Επιπρόσθετα όπως πάντα γράφαμε σε δεκάδες παρεμβάσεις με τις οποίες ενθαρρύναμε την θέση για τα στρατεύματα και τις εγγυήσεις, αυτή η θέση δεν έχει νόημα εάν δεν συνοδεύεται με θέση της Αθήνας για βιώσιμη λύση του Κυπριακού.
Γιατί η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα σε εθνική-ρατσιστική βάση επικυρώνει την Τουρκική επικυριαρχία ακόμη και αν φύγουν τα στρατεύματα και τερματιστούν οι εγγυήσεις. Το «η Λευκωσία αποφασίζει και η Αθήνα ακολουθεί» με κάθε κριτήριο ήταν στρατηγικά ανορθολογικό και σημαίνει βασικά ότι «η Λευκωσία μπορεί να αποφασίσει να αυτοκτονήσει και εμείς θα της συμπαρασταθούμε όταν θα εκπνέει». Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες θα καταστούν στρατηγικοί όμηροι στα χέρια της Τουρκίας, θα αλλάξουν τα δεδομένα των θαλάσσιων οριοθετήσεων όπως ακριβώς η Τουρκία ήδη δηλώνει και συνολικά ανεπίστροφα η Ελλάδα θα παγιδευτεί στρατηγικά.
Του Παναγιώτη Ήφαιστου
Καθηγητού Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς