Εχουν φθάσει στο σημείο να μη μιλούν, να μην επικοινωνούν μεταξύ τους οι δύο χώρες.
Υπάρχει ένα οιονεία παράδοξο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οσο η ελληνική εξωτερική πολιτική γίνεται πιο δραστήρια και καταγράφει διπλωματικά αποτελέσματα στο πεδίο των ελληνοτουρκικών, τόσο περισσότερο εκτραχύνονται οι σχέσεις. Εχουν φθάσει στο σημείο να μη μιλούν, να μην επικοινωνούν μεταξύ τους οι δύο χώρες.
Μπορεί το γεωτρύπανο «Αμπντούλ Χαμίντ Χαν» να περιόρισε τις έρευνές του σε (δυνητική) τουρκική υφαλοκρηπίδα / ΑΟΖ, η ρητορική οξύτητα της Αγκυρας όμως εντείνεται. Κάτι περισσότερο ή διαφορετικό επομένως χρειάζεται.
Καθώς στη μεγάλη εικόνα:
Πρώτον, συνεχίζουμε να βρισκόμαστε στην εξόχως επισφαλή και ασταθή ισορροπία του «μη ειρήνης, μη πολέμου». Σχεδόν καθημερινά είμαστε ως «η γάτα με το ποντίκι». Αν και θα μπορούσαμε τουλάχιστον να διδαχθούμε κάτι από τη φιλοσοφία της γάτας που, όπως γράφει ο γνωστός φιλόσοφος J. Gray στο πρόσφατο όμορφο βιβλίο του, «δεν σχεδιάζει κακό για το μέλλον» (βλέπε «Feline Philosophy, Cats and the Meaning of Life», Penguin, 2022).
Και όπως η αντιπαλότητα «γάτας με ποντίκι» καταλήγει σε κάτι δυσάρεστο (για το ποντίκι συνήθως), έτσι και η κατάσταση του «μη ειρήνης, μη πολέμου» δεν είναι βιώσιμη, διατηρήσιμη στον χρόνο. Μπορεί να καταλήξει σε επίσης κάτι τραυματικό (για γάτα και ποντίκι). Επομένως θα πρέπει να βγούμε απ’ αυτή τη δυστοπία και να περάσουμε στην ειρήνη σκέτο, νέτο. Το ερώτημα είναι βεβαίως πώς.
Δεύτερον, η Τουρκία υιοθετεί τώρα το αφήγημα – παράδοξο της… αμυνόμενης χώρας έναντι της Ελλάδας καθώς, όπως διατείνεται, η χώρα μας την… απειλεί, την… περικυκλώνει, παραβιάζει… διεθνές δίκαιο και Συνθήκες, ενώ εξοπλίζεται προκειμένου να… της επιτεθεί!
Η Τουρκία χρησιμοποιεί δηλαδή ακριβώς τα ίδια επιχειρήματα με αυτά της χώρας μας. Και βέβαια, όπως η Ελλάδα, επιχειρεί να διεθνοποιήσει αυτές τις θέσεις της.
Ολα αυτά σημαίνουν ότι ο φαύλος κύκλος της αντιπαράθεσης βαθαίνει. Χρειάζεται επομένως η αποφασιστική κίνηση που να σπάσει αυτόν τον φαύλο κύκλο και να ανοίξει μια προοπτική. Ποια θα είναι αυτή, από ποιον θα προέλθει και πότε, είναι το μεγάλο ζητούμενο. Το θεώρημα που λέγει ότι όσο παρατείνεται μια αντιπαράθεση τόσο δυσκολότερη γίνεται η επίλυσή της ισχύει απόλυτα.
Τρίτον, η Τουρκία αναβαθμίζεται (όπως και για διαφορετικούς λόγους αναβαθμίζεται και η Ελλάδα). Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε ότι ως Δύση «είναι δύσκολο να συνυπάρχουμε αλλά σχεδόν αδύνατο να μη συνυπάρχουμε με την Τουρκία» (I. Daadler, «Turkey, Difficult to live with, nearly impossible to live without», Politico, 8/8).
Η αναβάθμιση όμως της επιβάλλει και συγκεκριμένους περιορισμούς. Παράλληλα ο Μ. Τσαβούσογλου δηλώνει (8/8) ότι «η Τουρκία είναι ευρωπαϊκή» και «η ευρωπαϊκή ασφάλεια χρειάζεται την Τουρκία». Η σημερινή Τουρκία αξιακά δεν είναι βέβαια Ευρώπη. Αλλά η ευρωπαϊκή ασφάλεια όντως χρειάζεται την Τουρκία. Και αυτό προσφέρεται για δημιουργική αξιοποίηση.
Τέταρτον, παρά ταύτα η Ευρωπαϊκή Ενωση εμφανίζεται να στερείται συγκροτημένης στρατηγικής για την Τουρκία. Αλλά νέα, επεξεργασμένη long-term στρατηγική χρειάζεται και η Ελλάδα (το paradigm shift που λέγαμε) για την αναβαθμισμένη Τουρκία.
Αμερικανική μελέτη που παρουσιάστηκε από «Το Βήμα» (7/8) προτείνει ως στρατηγική να μετατραπεί η Ελλάδα σε οιονεί εσαεί αντίπαλο Τουρκίας, Ρωσίας, Ιράν ως περίπου προέκταση των ΗΠΑ με πολλαπλές βάσεις παντού, και στην Κύπρο (βλέπε War on the Rocks). Οχι βέβαια.
Η Ελλάδα οφείλει να λειτουργεί πρωτίστως ως σταθερή χώρα – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις στρατηγικές της επιλογές, με πρώτη προτεραιότητα να σπάσει τους επικίνδυνους φαύλους κύκλους και παράδοξα που επωάζουν κινδύνους και αδιέξοδα.
*Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Tελευταίο του βιβλίο: «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης» (Θεμέλιο)
Πηγή: in.gr-Π.Κ. Ιωακείμιδης