Κυβέρνηση χωρίς το πρώτο κόμμα στην κάλπη της απλής αναλογικής, δεν μπορεί να ευοδωθεί χωρίς τη σύμπραξη του ΚΚΕ – Η ανάλυση των δημοσκοπήσεων.
Με «καθαρό τοπίο» -«και ακόμη πιο ξεκάθαρα διλήμματα», όπως λένε συνεργάτες του- προτίθεται να πορευθεί προς τις κρίσιμες κάλπες της προσεχούς άνοιξης ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος έθεσε από το βήμα της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης το διακύβευμα των επερχόμενων εκλογών που είναι ο χαρακτήρας της κυβέρνησης που θα σχηματιστεί την επομένη της λαϊκής ετυμηγορίας. «Εμείς, με τα καλά μας και τα στραβά μας, παρουσιάζουμε στους πολίτες μια συνεκτική πρόταση για τη διακυβέρνηση της χώρας που εξασφαλίζει την πολιτική, οικονομική και κοινωνική σταθερότητα», είναι η προσέγγιση την οποία κάνουν στο κυβερνητικό επιτελείο.
«Οι αντίπαλοί μας τι αντιπροτείνουν;» διερωτώνται. Παραπέμποντας, μάλιστα, στην πιθανή «τερατογένεση», όπως χαρακτήρισε ο κ. Μητσοτάκης το ενδεχόμενο να εκμεταλλευτούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης το σύστημα της απλής αναλογικής που θα ισχύσει στις πρώτες εκλογές για να σχηματίσουν κυβέρνηση υπό τον Αλέξη Τσίπρα με συνεργασία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και του ΜέΡΑ 25, σημειώνουν ότι «μια τέτοια προοπτική προκαλεί σύγκρυο και όχι ρίγη ενθουσιασμού στον ελληνικό λαό».
Υπό αυτές τις συνθήκες και σύμφωνα με τα επιχειρήματα που προέταξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Θεσσαλονίκη, για την κυβερνητική παράταξη αποκτά μεγάλη σημασία η πρώτη κάλπη, ακόμη και αν αποδειχθεί «άγονη», επειδή δεν θα καταστεί δυνατός ο σχηματισμός κυβέρνησης που να διαθέτει την εμπιστοσύνη της Βουλής, η οποία, σε μια τέτοια περίπτωση, θα διαλυθεί αμέσως μετά τη συγκρότησή της για να στηθούν και πάλι οι κάλπες. Η πεποίθηση που επικρατεί στον κύκλο των συνεργατών του πρωθυπουργού είναι ότι στο ενδιάμεσο, δηλαδή ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, «θα τεθεί ακόμη πιο επιτακτικά η ανάγκη να κυβερνηθεί η χώρα από μια σταθερή κυβέρνηση».
Οπότε, όπως λένε, «ακόμη και αν το ποσοστό που θα συγκεντρώσει η Ν.Δ. στην κάλπη της απλής αναλογικής, υπολείπεται του πήχη της αυτοδυναμίας, στην επαναληπτική αναμέτρηση οι πολίτες θα της δώσουν τις επιπλέον ψήφους για να εκλέξει περισσότερους από 151 βουλευτές και να σχηματίσει κυβέρνηση». Με αυτό, άλλωστε, το σκεπτικό ο Κυριάκος Μητσοτάκης κράτησε οριστικά στο συρτάρι του Μεγάρου Μαξίμου τα σχέδια για αλλαγή του εκλογικού νόμου που είχαν ετοιμάσει συνεργάτες του, ανακοινώνοντας από τη Θεσσαλονίκη ότι δεν είναι στις προθέσεις του να γίνει «κωλοτούμπας» ανατρέποντας τους κανόνες του εκλογικού παιχνιδιού λίγους μήνες πριν από το στήσιμο της κάλπης.
O μονομέτωπος του Ανδρουλάκη
Οι «κεντρώες», εξάλλου, προσεγγίσεις τις οποίες, όπως επισημαίνουν συνεργάτες του, έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τις τοποθετήσεις του στα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα, δίνοντας έμφαση στα δικαιώματα και την προστασία των αδυνάμων, εκτιμάται ότι αφενός συνιστούν δείγμα γραφής των πρωθυπουργικών επιδιώξεων και, αφετέρου, ευνοούν τα σχέδια της κατάκτησης της αυτοδυναμίας από τη Ν.Δ. Δεν πέρασαν, άλλωστε, απαρατήρητα τα θετικά σχόλια που επεφύλαξε ο κ. Μητσοτάκης για τον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελο Βενιζέλο, παρά την κριτική που του άσκησε ο τελευταίος για τους χειρισμούς στην υπόθεση των παρακολουθήσεων. «Με τον κ. Βενιζέλο και με άλλους ανθρώπους οι οποίοι προέρχονται από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ ή του ΚΙΝ.ΑΛ., μάλλον αυτά που μας ενώνουν είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν», επεσήμανε με έμφαση.
Ο Βελόπουλος και οι… τρίτες εκλογές
Από τη Θεσσαλονίκη ο πρωθυπουργός διασκέδασε επίσης τις εντυπώσεις που έχει δημιουργήσει η φημολογία του τελευταίου διαστήματος ότι έχει έρθει κοντά με την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου προκειμένου να εξασφαλίσει την απαραίτητη στήριξη για να σχηματίσει κυβέρνηση εφόσον δεν εκλέξει 151 βουλευτές. «Καθόλου κοντά», ήταν η μάλλον κοφτή απάντηση που έδωσε στο σχετικό ερώτημα Απαντώντας με τη λέξη «καθόλου» στο ερώτημα για το «πόσο κοντά είναι με τον κ. Βελόπουλο», ο πρωθυπουργός εξήγησε -για μία ακόμη φορά, όπως είπε- ότι «αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη μονοκομματική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας».
Συμπληρώνοντας αμέσως μετά πως «έχουμε αποδείξει ότι έχουμε τη δυνατότητα, ως Νέα Δημοκρατία, να εντάσσουμε στελέχη στην κυβέρνησή μας που δεν προέρχονται ιστορικά από τη Νέα Δημοκρατία». Αν και δεν το είπε ευθέως, ο πρωθυπουργός έδωσε με τον τρόπο αυτό το στίγμα των προθέσεών του που είναι ότι δεν θα οδηγηθεί η χώρα σε τρίτες, κατά σειρά, κάλπες αν μετά τη δεύτερη αναμέτρηση το κόμμα του απέχει λίγο από τον στόχο της αυτοδυναμίας. «Ο ελληνικός λαός θα κρίνει τελικά και θα επιλέξει αν θέλει να δώσει τη δυνατότητα στη Νέα Δημοκρατία να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση ή αν θα αναγκαστούμε μετά τις δεύτερες εκλογές να διερευνήσουμε το σενάριο μιας εκλογικής συνεργασίας», είναι η θέση την οποία εξέφρασε και θα εξακολουθήσει να υποστηρίζει.
Με τα λόγια αυτά έστειλε προς πολλές κατευθύνσεις ένα διπλό μήνυμα: αφενός, μήνυμα μετριοπάθειας και, αφετέρου, μήνυμα μελλοντικής πολιτικής σταθερότητας. Πολύ περισσότερο που αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι ο στόχος της λεγόμενης «επενδυτικής βαθμίδας» συνδέεται πλέον κυρίως με την πολιτική ατμόσφαιρα και λιγότερο με τις οικονομικές επιδόσεις της χώρας που βελτιώνονται μήνα με τον μήνα, παρά τη δεινή ενεργειακή κρίση, η οποία ταλανίζει ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και τις ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις που απειλούν τα εισοδήματα νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Στο κυβερνητικό επιτελείο πιστεύουν ότι τα 21 μέτρα στήριξης της ελληνικής κοινωνίας που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της ΔΕΘ, σε συνδυασμό με την έλλειψη εναλλακτικής πρότασης για τη διακυβέρνηση της χώρας, θα δώσουν ισχυρή ώθηση στη Ν.Δ. για να πετύχει τον στόχο της αυτοδυναμίας. Δεν αποκλείεται, βεβαίως, ο στόχος αυτός να επιτευχθεί και με τη στήριξη βουλευτών οι οποίοι θα εκλεγούν με άλλα κόμματα και θα συμπράξουν με την πλειοψηφία προκειμένου να μην μπει η χώρα σε ατέρμονες εκλογικές αναμετρήσεις.
Στους μήνες που απομένουν ως τις κάλπες, ο πρωθυπουργός, σύμφωνα με το πρόγραμμα που έχουν εκπονήσει συνεργάτες του, αναμένεται να κάνει περιοδείες σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας και να απευθυνθεί σε όλες τις κοινωνικές ομάδες, υποστηρίζοντας, όπως έκανε και στη ΔΕΘ, ότι «τα επιτεύγματα που είχε η χώρα τους τελευταίους 38 μήνες, που οι περισσότεροι διανύθηκαν μέσα σε διαδοχικές κρίσεις, δεν ήταν ούτε τυχαία ούτε αυτονόητα και γι’ αυτό δεν πρέπει να θεωρούνται δεδομένα». Σε κάθε περίπτωση, στο πρωθυπουργικό επιτελείο πιστεύουν ότι, εκτός από το πολιτικό πλαίσιο που διαμορφώνεται στη χώρα, υπέρ της αυτοδυναμίας της Ν.Δ. συνηγορούν και τα αριθμητικά δεδομένα όπως προκύπτουν από όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης που προεξοφλούν την πρωτιά της κυβερνητικής παράταξης, η οποία, παρά τη δυσκολία που η ίδια προκάλεσε στον εαυτό της, υψώνοντας τον πήχη της αυτοδυναμίας σχεδόν κατά δύο εκατοστιαίες μονάδες, δεν απέχει πολύ από τον στόχο της εκλογής 151 βουλευτών.
H ανάλυση των δημοσκοπήσεων
Προς την ίδια κατεύθυνση συνηγορεί και η ανάλυση την οποία έκανε για λογαριασμό του «ΘΕΜΑτος» έμπειρος και έγκυρος εκλογικός ερευνητής στα στοιχεία για την πρόθεση ψήφου των πολιτών που αποτυπώθηκαν σε τρεις πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Ειδικότερα, με βάση την επεξεργασία των ευρημάτων από τις έρευνες των εταιρειών Marc, Metron Analysis και MRB, όπως αυτά διαμορφώθηκαν μετά την αναλογική κατανομή των αναποφάσιστων, τα δύο βασικά συμπεράσματα που εξάγονται είναι τα εξής:
• Πρώτον: Το σενάριο της συγκρότησης κυβέρνησης χωρίς το πρώτο κόμμα στην κάλπη της απλής αναλογικής δεν μπορεί να ευοδωθεί χωρίς τη σύμπραξη του ΚΚΕ. Υπό τις σημερινές συνθήκες και με το άθροισμα των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και του ΜέΡΑ 25 να κυμαίνεται από 44,1% έως 46,2%, ο αριθμός των βουλευτών που μπορεί να εκλέξουν θα είναι από 143 έως 150 και άρα χωρίς τη σύμπραξη του Περισσού κυβέρνηση που να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής δεν μπορεί να σχηματιστεί. Αλλωστε, από την περασμένη Κυριακή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε γι’ αυτό το ενδεχόμενο, κάνοντας λόγο για «πολιτική τερατογένεση», ο γενικός γραμματέας της Κ.Ε. του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας επανειλημμένα τόνισε ότι το κόμμα του δεν πρόκειται ούτε να συμμετάσχει, ούτε να στηρίξει ένα τέτοιο σχήμα.
• Δεύτερον: Η τυχόν αλλαγή του εκλογικού συστήματος δεν θα έλυνε αυτομάτως το ζήτημα της αυτοδυναμίας, εφόσον είχε επιλεγεί η επαναφορά του συστήματος της ενισχυμένης αναλογικής με το μπόνους των 50 εδρών υπέρ του πρώτου κόμματος, ακόμη και με διαφορά μιας ψήφου από το δεύτερο. Αν στις δημοσκοπικές επιδόσεις του τελευταίου διαστήματος εφαρμοζόταν ο «νόμος Παυλόπουλου», όπως επικράτησε να λέγεται το σύστημα που εφαρμόστηκε σε πολλές εκλογικές αναμετρήσεις, με τελευταία αυτή του 2019, η κυβερνητική παράταξη με ποσοστά μεταξύ 34,1% και 36,4% θα καταλάμβανε από 143 έως 149 έδρες.
• Τρίτον: Η απόσταση την οποία καλείται να καλύψει το κυβερνών κόμμα ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση έτσι ώστε να υπερβεί τον πήχη της αυτοδυναμίας, που τοποθετείται σε επίπεδα λίγο πάνω από το 38%, δεν είναι μεγάλη. Οπως φαίνεται και στον σχετικό πίνακα, χρειάζεται, ανάλογα με τη μέτρηση, από 7 έως 15 έδρες για να υπερβεί τις 151 που δίνουν αυτοδυναμία. Στην πράξη αυτό σημαίνει ποσοστιαία ενίσχυση της λαϊκής ψήφου που θα αποσπάσει από 2 έως 4,5 μονάδες που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν απλησίαστος στόχος. Υπό τις παρούσες συνθήκες, πάντως, δεν περνά απαρατήρητο ότι από την -επίσημη ή και… ανεπίσημη- σύμπραξη με την κυβερνητική πλειοψηφία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, η οποία θα εκλεγεί με τη σημαία του κόμματος Βελόπουλου, μπορεί να προκύψει βιώσιμη κυβερνητική λύση.