Ο καθένας και η καθεμιά μας, από την εφηβική ηλικία της αναζήτησης και μετά, κάποια στιγμή αναρωτηθήκαμε «ποιος είμαι;» ή «γιατί υπάρχω;» και «ποιο είναι το νόημα της ζωής». Το Σαιξπηρικό «Να ζει κανείς ή να μη ζει» διατηρήθηκε στο πέρασμα των αιώνων ακριβώς επειδή εκφράζει μία συγκεκριμένη πανανθρώπινη κατάσταση συναισθηματικής φόρτισης εξαιτίας εμπειρικών δεδομένων που αργά ή γρήγορα οι περισσότεροι κάποια στιγμή βιώνουμε.
Στην πορεία της ψυχοκοινωνικής μας εξέλιξης η μεταλλαγή μας από βιολογικά όντα σε κοινωνικά όντα γίνεται μέσα από τις δυναμικές διαδικασίες της κοινωνικοποίησης, η οποία ξεκινά με τη γέννησή μας και σταματά με τον θάνατό μας. Βιώνουμε την καθημερινή μας πραγματικότητα, αντλούμε τα πλαίσια αναφοράς για σκέψεις, ιδέες, αξίες και πράξεις, αποκτάμε εμπειρίες και χαράζουμε την πορεία μας προς το μέλλον.
Αποκτάμε, ο καθένας και η καθεμιά μας την προσωπική μας «ταυτότητα» που είναι, από μία άποψη, μια προέκταση του υπαρξιακού μας πυρήνα, της «φύτρας» με την οποία γεννηθήκαμε και έχει πλέον εξελιχθεί στην παρούσα οντότητά μας.
Στην ψυχοδυναμική θεωρία η έννοια της «ταυτότητας» ανφορά, συνήθως, στην ψυχική οργάνωση που προκύπτει καθώς το άτομο περνά εξελικτικά από διάφορες φάσεις προβληματισμού στη ζωή του. Κάθε άτομο αντλεί την υποκειμενική αίσθηση «ταυτότητας» καθώς έρχεται σε μια μετωπική αντιπαράθεση με εμπόδια, με προβλήματα, με δυσχέρειες και με την πρόκληση της πετυχημένης επίλυσης ή υπέρβασής τους. Στην καθημερινή μας πραγματικότητα, πάλι, όταν μιλάμε για «ταυτότητα» δεν μιλάμε, συνήθως, για τίποτε παραπάνω από μία έννοια συναφή για μερικούς, ίσως και ταυτόσημη, με την υποκειμενική αίσθηση του «εαυτού» μας.
Όπως και αν το δούμε, πάντως, η «ταυτότητα» είναι και συνάρτηση της υποκειμενικής μας αντίληψης ότι οι προσπάθειές μας έχουν νόημα και ότι η ζωή μας χωράει λειτουργικά, εναρμονίζεται με τον ψυχοκοινωνικό και πολιτικοοικονομικό χώρο μέσα στον οποίο βιώνουμε και υπάρχουμε…
Με άλλα λόγια, η «ταυτότητά» μας θεμελιώνεται σε σταθερές αξίες και απορρέει από τη συνειδητοποίηση του ατόμου ότι οι πράξεις του και οι αξίες που συνθέτουν το δικό του πλαίσιο αναφοράς βρίσκονται μεταξύ τους σε αρμονικά λειτουργική σχέση. Ταυτότητα ίσως σημαίνει ότι κάπου αισθάνομαι κάποια δεδομένα ολοκλήρωσης, γνωρίζω τι είναι σωστό ή λάθος, τίμιο ή άτιμο και έχοντας κάποιες θεμελιακές γνώσεις ηθικής είμαι σε θέση να κάνω τις επιλογές μου ελεύθερα και αβίαστα!..
Στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών συντελέσθηκαν εδώ στον δικό μας Ελληνικό χώρο θεμελιακές, καταλυτικές και αμετάκλητες αλλαγές τόσο στις συγκεκριμένες εμπειρίες ατόμων και ομάδων όσο και στα συστήματα αξιών και τα προυπάρχοντα «πλαίσια αναφοράς». Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των διαδικασιών, η υποκειμενική αίσθηση της «ταυτότητας» έγινε και δυσκολότερη για το άτομο να τη συλλάβει συνειδητά και πιο ρευστή για να συνεχίσει να τη διατηρεί βιώνοντάς τη.
Σίγουρα, «εμπειρίες δεν είναι αυτά που μας συμβαίνουν», όπως έγραψε ο Άλντους Χάξλεη, «αλλά αυτά που εμείς κάνουμε με όσα μας συμβαίνουν»!..
Κάθε γενιά είχε, και νμομοτελειακά θα συνεχίσει να έχει, τις δικές της «χαμένες ψυχές», εκείνα τα άτομα, εκείνους και εκείνες, που ο καθένα και η καθεμιά για τον δικό τους λόγο επέλεξαν να μείνουν στο «περιθώριο». Ίσως είναι πικρόχολο αυτό που θα πω, αλλά στη δική μας γενιά μοιάζει να χτίσαμε τις προϋποθέσεις ώστε τα παιδιά και τα εγγόνια μας, δύο γενιές, να έχουν πολλές «χαμένες ψυχές».
Καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι ο αφοσιωμένος μέχρι χθες μαρξιστής που είναι τώρα βέβαιος μόνο για την εγγενή αβεβαιότητα αυτών που χθες θεωρούσε «δόγμα», ο ορθόδοξος χριστιανός που βλέπει την πίστη του να κλονίζεται χωρίς να έχει προκύψει ακόμη μία βιώσιμη νεο-ορθόδοξη αντίληψη, ο εργαζόμενος που δεν μπορεί να ξεχωρίσει πια τη συνάρτηση της άντλησης ικανοποίησης από τη δουλειά του από το «μηνιάτικο», ο επιστήμονας που πείσθηκε ότι η αναζήτηση της αλήθειας είναι επικερδής όταν πάψει να είναι επιστημονική και γίνεται αντικείμενο «εμπορίας» ιδεών, ΟΛΟΙ μοιάζει να έχουμε χάσει, αν όχι κάθε αίσθηση «ταυτότητας», τότε τουλάχιστον και σίγουρα ένα μεγάλο μέρος της συλλογικής και της ατομικής μας «ταυτότητας».
Εάν, όμως, εκλείψει η σταθερότητα του πλαισίου αναφοράς, τότε χάνεται και η συνοχή της ταυτότητάς μας καθώς δεν μπορεί κανείς να ασκήσει πίεση παρά μόνο όταν «πατάει» κάπου σταθερά.
Όσο κι αν θέλω να βάλω τον ώμο μου στον τροχό της άμαξας και να σπρώξω, δεν θα το καταφέρω αν δεν υπάρχει σταθερό χώμα πάνω στο οποίο να… πατήσω!.. Και, δυστυχώς, σήμερα, στον Ελληνικό χώρο, ςαν υπάρχει κάτι εντυπωσιακά κοινό ανάμεσα στον μαρξιστή, τον χριστιανό, τον επιστήμονα, τον άνεργο, τον εργαζόμενο, τη νοικοκυρά και τη νεολαία μας (ανάμεσα στους πραγματικά, και όχι λόγω… αυτοκόλλητης ετικέτας, προοδευτικούς ανθρώπους), είναι το κοινό παράπονο ότι δεν βρίσκουν κομμάτι «σταθερής γης» για να πατήσουν, καθώς έχει χαθεί το απαραίτητο «πλαίσιο αναφοράς»…
Πόσοι, ειλικρινά, ανάμεσά μας μπορούν να βρούνε «σταθερό χώμα» ώστε να βάλουμε τον ώμο μας στον τροχό και να σπρώξουμε προς το 2023 το ψυχοκοινωνικό και πολιτικο-οικονομικό μας όχημα, την ελληνική «άμαξα», που έχει τελματωθεί σε πολύχρωμες και πολύμορφες λάσπες;
Είναι δεδομένο ότι από τη στιγμή που τα πάντα τίθενται σε «ερώτηση» τότε πια καμιά ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί!…
Νέοι και ώριμοι Έλληνες, όσοι ΘΕΛΟΥΝ και ΜΠΟΡΟΥΝ να σπρώξουν μπροστά την εθνική μας «άμαξα», που θα βρούμε αυτήν τη «σταθερή γωνιά γης» όπου θα χρειαστεί να «πατήσουμε» για να… σπρώξουμε;
Προτείνω και ελπίζω να συμφωνήσετε ότι χρειαζόμαστε μία νέα προοπτική εδραιωμένη στο πατροπαράδοτο ελληνικό φιλότιμο και το «κιμπαριλίκι» και νέους ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΕΣ…
Η σκέψη όλων μας πηγαίνει στα άτομα της νέα γενιάς που θα βελτιώσει αυτόν τον δικό μας κόσμο που τους κληροδοτήσαμε αλλά θα προσθέσω ότι δεν πρέπει να αγνοούμε και άτομα πιό ώριμα στην ηλικά που διαθέτουν πολύτιμες γνώσεις που είναι κρίμα να πάνε χαμένες και ανεκμετάλλευτες και ταυτόχρονα το σθένος και την αφοσίωση στο κοινό καλό…
Ας φροντίσουμε καλοπροαίρετα και συλλογικά, χωρίς κυανο-πράσινες, ερυθρές και πολύχρωμες Κομματικές παρωπίδες που δήθεν εδράζονται σε ιδεολογίες, να επιλέξουμε και να αναδείξουμε άτομα που μπορούν, που θέλουν και που είναι έτοιμα όχι μόνο να οραματίζονται αλλά και να συνεπαίρνουν τις λαϊκές μάζες στην πραγμάτωση νέων και αναγκαίων ΟΡΑΜΑΤΩΝ στην εντυπωσιακά «πεζή» πολιτική μας σκηνή…
Προσωπικά πιστεύω ότι ήρθε η ώρα να γίνει το κάλεσμα στους ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΕΣ που χρειαζόμαστε και που επιβάλλουν η ποικιλία, τα μεγέθη και ο βαθμός σοβαρότητας των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε σε επίπεδο Έθνους, Περιφέρειας και Δήμου.
Εσείς τι λέτε;
Γράφει ο Καθηγητής Γιώργος Πιπερόπουλος*
O Γιώργος Πιπερόπουλος, Δρ Κοινωνιολογίας – Ψυχολογίας, είναι Επίτιμος Καθηγητής Μάνατζμεντ και Μάρκετινγκ στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham, συνταξιούχος καθηγητής Μάνατζμεντ, Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και πρώην Πρόεδρος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας