Μπορεί η κυβέρνηση να έχει ήδη διαθέσει μέχρι σήμερα σχεδόν 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ για να μπορέσει να περιορίσει τις ανατιμήσεις που αφορούν το κόστος σε ενέργεια και καύσιμα για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ωστόσο όπως φαίνεται το εξελισσόμενο ράλι των τιμών εξανεμίζει κάθε προσπάθεια για ανακούφιση τουλάχιστον των οικονομικά ασθενέστερων ενώ παράλληλα δημιουργεί κινδύνους σε ολόκληρη την οικονομία.

Το κύμα της ακρίβειας έχει σαρώσει τον τελευταίο χρόνο επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Μέσα σε ένα χρόνο και συγκεκριμένα στο διάστημα Σεπτεμβρίου 2021 – Σεπτεμβρίου 2022 οι τιμές στου φυσικού αερίου αυξήθηκαν κατά 332%, του ηλεκτρικού ρεύματος κατά 30,5% συμπαρασύροντας μαζί τους και τις τιμές μιας σειράς βασικών προϊόντων και υπηρεσιών.

Πληθωρισμός 12%

Με τον πληθωρισμό στο 12% και τις αυξήσεις σε κρέας, γαλακτοκομικά, έλαια, υπηρεσίες μεταφορών να είναι διψήφιες τον μήνα Σεπτέμβριο, επιχειρήσεις και νοικοκυριά αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και κάνουν λόγο για έναν αναπόφευκτα δύσκολο χειμώνα που βρίσκεται προ των πυλών.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πλέον επιλέγουν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους για δαπάνες ενέργειας και ειδών σουπερμάρκετ και αφήνουν πίσω υποχρεώσεις προς το Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες ή επαναπροσδιορίζουν τις αποφάσεις τους για πιθανές αγορές ακόμα και επενδύσεις. Μάλιστα ο φόβος για μια νέα γενιά ληξιπρόθεσμων οφειλών είναι ορατός καθώς η αύξηση του πληθωρισμού «ροκανίζει» τα εισοδήματα όλων.

Κόκκινα δάνεια

Σύμφωνα με εκτιμήσεις των τραπεζών, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των δανειοληπτών κατά 20% είναι δυνατόν να οδηγήσει στον κίνδυνο μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων ύψους 400-600 εκατ. ευρώ κάτι το οποίο θα απαιτήσει επιπλέον προβλέψεις από τις ίδιος ύψους 100 εκατ. ευρώ. Μάλιστα αν και σε αυτή τη φάση κρίνουν τα ποσά αυτά διαχειρίσιμα δεν κρύβουν ότι παρακολουθούν προσεκτικά τις εξελίξεις. Τόσοι η ΕΚΤ, όσο και ο SSM και η EBA έχουν ήδη προειδοποιήσει για τους κινδύνους από την ακρίβεια, την άνοδο των επιτοκίων αλλά και την αβεβαιότητα στην οποία οδηγούν, εξαιτίας της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και της ρευστότητας σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Η αβεβαιότητα αυτή με τη σειρά της αλλάζει τα δεδομένα τόσο σε σχέση με την καταναλωτική συμπεριφορά όσο και με το ενδιαφέρον επενδύσεων ιδιαίτερα στην αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με μελέτη της ΕΚΤ, η άνοδος των επιτοκίων κατά μια μονάδα προκαλεί πτώση των τιμών ακινήτων κατά 9% ύστερα από περίπου δύο έτη. Αντίστοιχα, η άνοδος των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά μια μονάδα προκαλεί μείωση των επενδύσεων στο real estate κατά 15%. Το περιβάλλον αυτό, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που υπάρχει, προκαλεί σημαντικούς κινδύνους στη χρηματοδότηση των εμπορικών ακινήτων, των κατοικιών και στην καταναλωτική πίστη.

Πηγή:ot.gr