Οι κεντρικοί τραπεζίτες θα αποφασίσουν την διατήρηση των επιτοκίων μετά τις 10 διαδοχικές αυξήσεις τους από τον Ιούλιο του 2022 – Συνεδριάζει στην Αθήνα το ΔΣ
Στο επικρατέστερο σενάριο οι κεντρικοί τραπεζίτες, υπό τον οικοδεσπότη της όλης οργάνωσης, Γιάννη Στουρνάρα, θα αποφασίσουν την παύση του τρέχοντος κύκλου αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής, διατηρώντας τα επιτόκια αμετάβλητα, μετά τις 10 διαδοχικές αυξήσεις τους κατά 450 μονάδες βάσης συνολικά, από τον Ιούλιο του 2022.
Υπενθυμίζεται ότι σε αυτό το διάστημα το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων έχει αναρριχηθεί από το -0,50%, στο 4%.
Η εξέλιξη αυτή θεωρείται εξαιρετικά πιθανή, μετά την μεγαλύτερη του αναμενόμενου επιβράδυνση του δείκτη τιμών καταναλωτή τον Σεπτέμβριο, τη σημαντική άνοδο των αποδόσεων στα ευρωπαϊκά ομόλογα, αλλά και τους αυξημένους κινδύνους για την ευρωπαϊκή οικονομία μετά το ξέσπασμα της κρίσης στη Μέση Ανατολή.
Το ερώτημα φυσικά είναι εάν το φρένο θα είναι προσωρινό ή θα ξεκινήσει κάποια στιγμή το 2024 η έναρξη της διαδικασίας μείωσης του κόστους δανεισμού στη ζώνη του ευρώ αναφέρει ο ot.gr.
Στουρνάρας: Η ΕΚΤ δεν πρέπει να το παρακάνει
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας σε πρόσφατη συνέντευξή του τόνισε μεταξύ άλλων πως η ΕΚΤ δεν πρέπει να το παρακάνει με τα επιτόκια, καθώς ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι για την οικονομία.
Εκτίμησε δε πως εφόσον μειωθεί περαιτέρω ο πληθωρισμός τους επόμενους μήνες, η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής θα μπορούσε να ξεκινήσει από τα μέσα του 2024.
Στο πλαίσιο αυτό, με ενδιαφέρον αναμένεται η συνέντευξη Τύπου που θα παραχωρήσει σήμερα το απόγευμα η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία θα αναφερθεί στο σκεπτικό της απόφασης που θα λάβει το ΔΣ της Ευρωτράπεζας. Δεν είναι ωστόσο σίγουρο ότι θα δώσει κάποιο guidance για τις επόμενες κινήσεις στο μέτωπο των επιτοκίων. Κι αυτό διότι το περιβάλλον είναι πολυσύνθετο. Από τη μία πλευρά, η αύξηση των ενεργειακών τιμών είναι πιθανό να επιβραδύνει την ταχύτητα αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, αλλά από την άλλη οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Ενδεχομένως, καλύτερη ορατότητα θα υπάρχει κατά τη συνεδρίαση που είναι προγραμματισμένη για τις 14 Δεκεμβρίου στην Φρανκφούρτη, καθώς θα έχει προηγηθεί η δημοσιοποίηση των επικαιροποιημένων εκτιμήσεων της ΕΚΤ για την πορεία της οικονομίας.
Οι ελληνικές τράπεζες
Για τις ελληνικές τράπεζες πάντως η άνοδος των επιτοκίων έως σήμερα έχει συμβάλλει καθοριστικά στην ενίσχυση της οργανικής και της καθαρής τους κερδοφορίας.
Το μεγαλύτερο μέρος του δανειακού τους χαρτοφυλακίου είναι κυμαινόμενου επιτοκίου, συνδεδεμένου με ευρωπαϊκούς διατραπεζικούς δείκτες. Ως αποτέλεσμα η άνοδος των δόσεων, άρα και των επιτοκιακών εσόδων, έγινε σχεδόν αυτόματα. Από την άλλη πλευρά, οι αναπροσαρμογές στις αποδόσεις των καταθέσεων ήταν υποπολλαπλάσιες.
Οι λογαριασμοί πρώτης ζήτησης είναι στην πλειονότητά τους άτοκοι ή προσφέρουν επιτόκια ελάχιστες μονάδες βάσης πάνω από το 0%, ενώ η μεταφορά ρευστότητας από τους αποταμιευτές στις ακριβότερες προθεσμιακές καταθέσεις παραμένει έως σήμερα εξαιρετικά αργή.
Στο πλαίσιο αυτό, τα καθαρά έσοδα από τόκους σημείωσαν στο α΄ εξάμηνο του 2023 εντυπωσιακή ετήσια άνοδο της τάξης του 60%, ενώ εξαιρετικές θα είναι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, και οι επιδόσεις του γ΄ τριμήνου που θα ανακοινωθούν το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου.
Ταυτόχρονα, δεν προκύπτουν τάσεις δημιουργίας νέων επισφαλειών, λόγω της ανόδου του κόστους δανεισμού, επιτρέποντας στις τράπεζες να κρατήσουν σε λογικά επίπεδα το κόστος για τον πιστωτικό κίνδυνο.
Από την άλλη όμως, έχει μειωθεί η ζήτηση για νέα δάνεια, παρά τις μειώσεις στα περιθώρια κέρδους των τραπεζών, προς την κατεύθυνση συγκράτησης του τελικού κόστους των χρηματοδοτικών εργαλείων που διαθέτουν.
Ταυτόχρονα, προβληματισμό δημιουργεί η πρόωρη αποπληρωμή πράσινων ανοιγμάτων από δανειολήπτες με επαρκή ρευστότητα που μειώνουν με τον τρόπο αυτό το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους, μετά τις διαδοχικές αυξήσεις στα επιτόκια.
Σε περίπτωση που υπάρξουν νέες προς τα πάνω αναπροσαρμογές, δεν αποκλείεται οι τάσεις αυτές να ενισχυθούν εκ νέου.