Πολλά πτυχία, λίγες δεξιότητες και επιχειρήσεις που αδυνατούν να βρουν εργαζoμένους. Οι εταιρίες ανεβάζουν αγγελίες, αναζητούν υποψήφιους εργαζόμενους από τα social media ή επανεξετάζουν βιογραφικά που έλαβαν τα προηγούμενα χρόνια. Κι όμως η ανεργία στους νέους πτυχιούχους ΑΕΙ στην Ελλάδα ηλικίας 25 έως 39 ετών ήταν η υψηλότερη της Ευρώπης το 2021 με ποσοστό 17%.
Η αδυναμία σύνδεσης της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας αποτυπώνεται με γλαφυρό τρόπο στη μελέτη της ΕΥ Ελλάδος, του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και της Endeavor Greece, με τίτλο «Εκπαίδευση, επιχειρηματικότητα και απασχόληση: Ζητείται προσέγγιση».
Σε βάθος εξαετίας, σύμφωνα με την εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» ο κλάδος της Πληροφορικής βρίσκεται στην πρώτη θέση ως ο πιο περιζήτητος βάσει αγγελιών εργασίας σε ποσοστό 32,5%. Μαζί με τους κλάδους του ξενοδοχειακού τομέα και των επαγγελματικών υπηρεσιών, καλύπτουν το 56,7% των θέσεων που ζητούνται μέσω αγγελιών την τελευταία εξαετία.
Στα ελληνικά πανεπιστήμια, όμως, τα περισσότερα πανεπιστημιακά τμήματα έχουν ως αντικείμενο τις διοικητικές και οικονομικές επιστήμες και τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες.
Από τον Ιανουάριο του 2018 έως τον Μάρτιο του 2023 η έρευνα συγκέντρωσε όλες τις αγγελίες που δημοσιεύτηκαν σε δύο ιστοσελίδες. Οι θέσεις εργασίας αυξάνονταν σταδιακά μέσα στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, με τους τρεις παραπάνω κλάδους να ξεχωρίζουν. Το 2022, οι αγγελίες που ζητούσαν εργαζομένους στον κλάδο της Πληροφορικής έφτασαν στο ζενίθ τους, με 3.261 θέσεις. Το 2023 υποχώρησαν στις 1.148 θέσεις.
Στον ξενοδοχειακό τομέα η ζήτηση χτύπησε «κόκκινο» το 2023 με 2.654 αγγελίες, υπερδιπλάσιες από τις 1.267 του 2022.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η ειδικότητα με την περισσότερη ζήτηση στον κλάδο της Πληροφορικής ήταν η Ανάπτυξη Λογισμικού, Τεχνολογία Πληροφορικής και Μηχανική σε ποσοστό 59,7% επί του συνόλου. Ακολουθούσαν η Εξυπηρέτηση Πελατών και οι Πωλήσεις.
Αντίστοιχα, στον ξενοδοχειακό κλάδο η πιο περιζήτητη ειδικότητα αφορούσε την Εξυπηρέτηση Πελατών, καλύπτοντας το 57,7% των θέσεων που ζητούνται συνολικά από τον κλάδο. Ακολουθούσαν η ειδικότητα της Στρατηγικής και Διοίκησης (10,5%) και οι Ανθρώπινοι Πόροι (7,5%).
Τέλος, στον τρίτο πιο δημοφιλή κλάδο αυτών των Επαγγελματικών Υπηρεσιών, η ειδικότητα για την Ανάπτυξη Λογισμικού, Τεχνολογία Πληροφορικής και Μηχανικής ήταν η πιο δημοφιλής σε ποσοστό 25,2%, ακολουθούσε η ειδικότητα Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής με ποσοστό 12% και η Εξυπηρέτηση Πελατών με ποσοστό 10,1%.
Στελέχη επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα σημείωσαν ότι οι ειδικότητες με τις μεγαλύτερες ελλείψεις αφορούν μηχανικούς Πληροφορικής, πολιτικούς μηχανικούς, υπεύθυνους social media και digital, νοσηλευτές, πωλητές σε καταστήματα, ασφαλιστές, οδηγούς και εργάτες αποθήκης.
Η εύρεση εξειδικευμένου προσωπικού αποτελεί μία πρόκληση, ενώ ανά τομέα οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν επιπρόσθετες δυσκολίες στην εύρεση προσωπικού. Ο τουριστικός τομέας είναι αυτός που έχει πληγεί περισσότερο από τις ελλείψεις, ενώ θέσεις εργασίας σε άλλους κλάδους, που βρίσκονται εκτός αστικών κέντρων, δεν καλύπτονται εύκολα λόγω απροθυμίας των εργαζομένων ή αντικειμενικών δυσκολιών όπως η έλλειψη σύνδεσης με Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
Στον τομέα της τεχνολογίας, ο ανταγωνισμός από μεγάλες εταιρίες του εξωτερικού που προσφέρουν ευκαιρίες για τηλεργασία αποτελούν ένα ακόμα εμπόδιο για την κάλυψη θέσεων, με αποτέλεσμα πολλές εταιρίες να λειτουργούν με σημαντικές ελλείψεις σε προσωπικό.
Στις μεγαλύτερες προκλήσεις που εντοπίζουν οι επιχειρήσεις είναι το γεγονός ότι η αγορά είναι «candidate driven». Δηλαδή δεν αρκεί πλέον η ανάρτηση μιας αγγελίας, αλλά απαιτείται και η προσέγγιση των λεγόμενων «παθητικών υποψηφίων» μέσω των social media ή από δεξαμενές παλαιότερων αιτήσεων ή και από άλλες χώρες.
Ελλείψεις σε ποιοτικές δεξιότητες
Το ποσοστό του φοιτητικού πληθυσμού στον συνολικό πληθυσμό της χώρας (7,51%) είναι σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (4,03%). Αν και σε μεγάλο βαθμό αυτό αποτυπώνει το «αγκάθι» των αιώνιων φοιτητών, η Ελλάδα βρίσκεται κοντά στα ευρωπαϊκά επίπεδα, όσον αφορά τους αποφοίτους ΑΕΙ, ενώ αντίστοιχα μεγάλη είναι η ροή και σε μεταπτυχιακά προγράμματα. Οι επιχειρήσεις όμως αναφέρουν ότι υπάρχουν ελλείψεις σε ποιοτικές δεξιότητες (soft skills).
Η μελέτη διαπιστώνει ότι από τα συνολικά 430 πανεπιστημιακά τμήματα της χώρας μόνο τα 219, σε ποσοστό 51%, είναι προσανατολισμένα στο παραγωγικό αναπτυξιακό άλμα της Ελλάδας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η απόκτηση του πτυχίου υπόσχεται άμεση προοπτική απασχόλησης στην ιδιωτική οικονομία, αφήνοντας 211 τμήματα με περιορισμένες επιλογές για τους αποφοίτους τους. Τα συμπεράσματα είναι ακόμα πιο δυσοίωνα, αν συμπεριλάβει κανείς την περίπτωση 42 τμημάτων, όπου οι απόφοιτοι έχουν ως κύρια -ή και μοναδική σε κάποιες περιπτώσεις- επαγγελματική αποκατάσταση μία θέση στο Δημόσιο.
Το μεγαλύτερο μέρος των πανεπιστημιακών τμημάτων συγκεντρώνεται στις διοικητικές και οικονομικές επιστήμες με 76 τμήματα, ακολουθούν οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες με 72 τμήματα και στη τρίτη θέση βρίσκονται οι επιστήμες Υγείας με 53 τμήματα.
Στον κλάδο της Πληροφορικής τα τμήματα είναι 36 στο σύνολο με 6.000 αποφοίτους κάθε χρόνο από τα προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα. Μόνο στα προπτυχιακά προγράμματα αποφοιτούν μόλις 4.500, το 50% των εισακτέων, ενώ η αγορά μπορεί και πρέπει να απορροφήσει τους διπλάσιους.
Η διαχρονική αδυναμία σύνδεσης της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι ουραγός στην απασχόληση αποφοίτων ΑΕΙ με ποσοστό 75,4%, έναντι των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
180% αύξηση των θέσεων εργασίας
Για τις ανάγκες της έρευνας συγκεντρώθηκαν αγγελίες εργασίας που δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα της CollegeLink (κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου 2018 – Μαρτίου 2023) και στην ιστοσελίδα της Workable (κατά το χρονικό διάστημα Μαΐου 2017 – Απριλίου 2023). Ο συνολικός αριθμός των μοναδικών αγγελιών και από τις δύο πηγές ανήλθε στις 36.717 αγγελίες.
Οσον αφορά την εξέλιξη του πλήθους των αγγελιών διαχρονικά, παρατηρείται αυξητική τάση στις νέες θέσεις εργασίας, ιδιαίτερα μετά το 2020. Συνολικά, καταγράφεται αύξηση στις αναζητήσεις, της τάξης του 180%, μεταξύ 2020 και 2022. Συγκεκριμένα, σχεδόν διπλασιάστηκαν οι αγγελίες από το 2020 στο 2021, ενώ αυξήθηκαν πάνω από 40% μεταξύ 2021 και 2022.