Η πρόσφατη δήλωση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς για νέα μέτρα κατά της παράτυπης μετανάστευσης στη Γερμανία έχει προκαλέσει αντιδράσεις από τις χώρες που υποδέχονται τους περισσότερους μετανάστες, καθώς θεωρείται ότι παραβιάζει τους κανόνες της συνθήκης Σένγκεν και δημιουργεί συνθήκες άνισης μεταχείρισης για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Η «ζώνη Σένγκεν» βασίζεται στην αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας χωρίς ελέγχους στα σύνορα, όμως οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις και τρομοκρατικά χτυπήματα στη Γερμανία φαίνεται να έχουν ωθήσει τη χώρα σε μια διαφορετική προσέγγιση.
Από την ερχόμενη Δευτέρα, οι έλεγχοι ταξιδιωτικών εγγράφων θα γίνονται για όσους εισέρχονται στη Γερμανία με αυτοκίνητο, λεωφορείο ή τρένο από πέντε γειτονικές χώρες της ζώνης Σένγκεν: τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο και τη Δανία. Ήδη παρόμοιοι έλεγχοι εφαρμόζονται στα σύνορα με την Πολωνία, την Τσεχία, την Ελβετία και την Αυστρία. Το υπουργείο Εσωτερικών έχει αναφέρει ότι οι έλεγχοι αυτοί έχουν οδηγήσει στον εντοπισμό 30.000 ατόμων που δεν είχαν δικαίωμα εισόδου στη χώρα.
Παρόλο που ο Σολτς απέκλεισε το ενδεχόμενο αναστολής των δικαιωμάτων ασύλου, η πίεση από την αντιπολίτευση για μια αυστηρή αναθεώρηση της μεταναστευτικής πολιτικής παραμένει.
Ο καγκελάριος ανακοίνωσε ότι η αστυνομία θα εντείνει τους ελέγχους στα χερσαία σύνορα και θα επιβληθούν αυστηρότερα μέτρα για την απέλαση βίαιων παραβατών, αλλά απέρριψε την πρόταση της αντιπολίτευσης για γενική απόρριψη των αιτήσεων ασύλου από πολίτες της Συρίας και του Αφγανιστάν.
Η πίεση στον κυβερνώντα συνασπισμό αυξήθηκε μετά την επίθεση με μαχαίρι στο Σόλινγκεν τον Αύγουστο, κατά την οποία ένας Σύρος αιτών άσυλο, του οποίου η αίτηση είχε απορριφθεί, σκότωσε τρία άτομα και τραυμάτισε άλλα οκτώ. Η τρομοκρατική οργάνωση Daesh/ISIS ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση.
Σύμφωνα με τον αναλυτή Αλμπέρτο Χορστ Νάιντχαρντ του European Policy Center, η κατάσταση αυτή αυξάνει τον κίνδυνο χάους στα σύνορα, όταν μια χώρα εμποδίζει την είσοδο μεταναστών και οι γειτονικές χώρες αρνούνται να τους δεχτούν.
Πιο ανησυχητικό, σύμφωνα με τον Νάιντχαρντ, είναι ότι «αυτή η κίνηση ενδέχεται να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις και παρόμοιες πρακτικές από χώρες όπως η Γαλλία και η Ολλανδία, όπου επικρατούν αυστηρές μεταναστευτικές πολιτικές. Οι προσπάθειες για κοινή μεταναστευτική πολιτική ίσως αντικατασταθούν από τη Ρεαλπολιτίκ, με αποφάσεις βραχυπρόθεσμες και καθοδηγούμενες από εθνικά συμφέροντα».
Η αλλαγή στη γερμανική στάση για το προσφυγικό είναι εμφανής σε σύγκριση με το 2015, όταν, επί Άνγκελα Μέρκελ, η χώρα υποδέχθηκε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες, κυρίως από τη Συρία. Όμως, όπως σημειώνει ο Νάιντχαρντ, οι νέοι έλεγχοι φαίνεται να είναι «κυρίως ένα πολιτικό μήνυμα προς τους ψηφοφόρους, παρά μια ουσιαστική απάντηση στους κινδύνους που προβάλλει η κυβέρνηση».
Αυτές οι πολιτικές έχουν δημιουργήσει έντονη δυσαρέσκεια στις χώρες υποδοχής που επωμίζονται το βάρος των μεταναστευτικών ροών, καθώς το ζήτημα αγγίζει και τις προσφυγικές ροές από την Ουκρανία.