Ανέκρουσε πρύμναν η κυβέρνηση για το θέμα αγκάθι της επιστροφής εισπραχθέντων αναδρομικών ως 35.000 ευρώ στις διπλές συντάξεις χηρείας, για τις οποίες εκκρεμεί από το 2017 η εφαρμογή ενιαίου συστήματος στους 100.000 συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα (τ. ΙΚΑ), καθώς στο Δημόσιο και στον ΟΓΑ οι περικοπές εφαρμόζονται από το 2021.
Έτσι, σύμφωνα με την Απογευματινή, δεν πρόκειται με τις επικείμενες αλλαγές στις συντάξεις χηρείας να αναζητηθούν αναδρομικά και οι όποιες αλλαγές στα δύο σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι της συζήτησης δεν θα έχουν αναδρομική ισχύ, παρά μόνο από τη δημοσίευσή τους στο ΦΕΚ. Και αυτό γιατί η «κυβέρνηση αναγνωρίζει την αδυναμία του κράτους να είναι συνεπής στην εφαρμογή του νόμου».
Οι προτάσεις που βρίσκονται στο τραπέζι αφορούν στην άμβλυνση των επιπτώσεων και προβλέπουν:
- Ο δικαιούχος να επιλέγει τη σύνταξη που θα περικοπεί κατά 50% μετά την πάροδο της τριετίας. Έτσι θα μπορεί να επιλέξει τη μείωση της μικρότερης σύνταξης.
- Συζητείται το ενδεχόμενο η περικοπή να αφορά μόνο την εθνική σύνταξη (426,17 ευρώ) και όχι την αναλογική σύνταξη.
- Να μην εφαρμοστεί η μείωση σε όσους εξακολουθούν να απασχολούνται από το 2024 και μετά, ώστε να επικρατήσει ισονομία με τους υπόλοιπους συνταξιούχους που εργάζονται και δεν υφίστανται πλέον περικοπή της σύνταξης.
- Να συγχωνευθούν οι δύο εθνικές συντάξεις σε μία. Σήμερα οι δικαιούχοι σύνταξης χηρείας που έχουν ταυτόχρονα και δική τους σύνταξη παίρνουν δύο ανταποδοτικές και δύο εθνικές συντάξεις.
- Να μην καταργηθεί η δεύτερη εθνική σύνταξη, αλλά να μετατραπεί σε ποσό προσωπικής διαφοράς, ώστε να ισχύσει ο νόμος που προβλέπει τη χορήγηση μιας εθνικής σύνταξης, ανεξαρτήτως αριθμού συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
Στο θέμα αναφέρθηκαν πρόσφατα κυβερνητικές πηγές, που τόνισαν ότι «δεν έχει ληφθεί προς το παρόν καμία απόφαση», θέτοντας τέρμα στην συζήτηση που άνοιξαν δηλώσεις του αρμόδιου υφυπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης, Π. Τσακλόγου, για αναδρομική εφαρμογή του νόμου.
Ο ΕΦΚΑ κόβει τη σύνταξη χηρείας του 70% του θανόντος κατά 50% (στο 35% της αρχικής) στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης εξ ιδίου δικαιώματος, αλλά μόνο σε Δημόσιο και ΟΓΑ. Αντιθέτως, συνεχίζει και καταβάλει το 70%, και μετά την 3ετία στις περιπτώσεις διπλής συνταξιοδότησης στον ιδιωτικό τομέα, έχοντας «φορτώσει» αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά έως και 30.000 ή 35.000 ευρώ στους συνταξιούχους.
Η νομοθεσία προβλέπει (ν. 4387/16 – Νό- μος Κατρούγκαλου) ότι οι συνταξιούχοι δικαιούνται μια και μόνο εθνική σύνταξη (από 383 έως και 426 ευρώ τον μήνα για 15ετή έως 20ετή ασφάλιση). Καίτοι έχει εκ- δοθεί εγκύκλιος από τον Π. Τσακλόγλου εδώ και δύο χρόνια, η σχετική διάταξη δεν εφαρμόζεται.
Ωστόσο, σε περίπτωση συνταξιοδότησης αγρότη / αγρότισσας λόγω θανάτου αμέσως περικόπτεται το κοινωνικό μέρος της σύνταξης ΟΓΑ, το οποίο υπέχει θέση εθνικής σύνταξης και καταβάλλεται προ- κειμένου να μην περιοριστεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα η (ανταποδοτική) σύνταξη του (πρώην) ΟΓΑ. Έτσι, για την αγρότισσα η σύνταξη χηρείας (ή εξ ιδίου δικαιώματος, που είχε το δικαίωμα επιλογής παλαιότερα), περιορίζεται σε μόλις 30 ή 50 ευρώ.
Η ρύθμιση ισχύει από τον Οκτώβριο του 2020, επομένως, εάν αρχίσει να εφαρμόζεται στους συνταξιούχους λόγω θανάτου του ιδιωτικού τομέα, οφείλονται αναδρομικά από τότε που ισχύει η περικοπή στις συντάξεις χηρείας με 50%.
- Αφορά θανάτους μετά τις 13/5/2016.
- Αφορά όσους εργάζονται ἡ παίρνουν δική τους σύνταξη.
- Αφορά συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα.
Έτσι, το υπουργείο ψάχνει τρόπο να περάσει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα τη διάταξη αυτή στους συνταξιούχους χηρείας του ιδιωτικού τομέα. Στο τραπέζι αρχικά είχε πέσει πρόταση να προχωρήσουν στην εφαρμογή της διάταξης γύρω στα Χριστούγεννα, όταν θα δοθούν και εισοδηματικές ανάσες συνολικά στις συντάξεις. Πρόκειται για αυξήσεις που απορρέουν από την αναμόρφωση της ΕΑΣ (Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων), την αύξηση των συντάξεων από 1η Ιανουαρίου 2025, καθώς και την καταβολή του επιδόματος προσωπικής διαφοράς σε όσους δεν λαμβάνουν αυξήσεις.
Επίσης, συζητείται και η κατάργηση της εισφοράς στο επικουρικό για ποσά συντάξεων έως 350 ευρώ και αναλογικότερη αντιμετώπιση στις μεγαλύτερες με κράτηση στο υπερβαίνον του πλαφόν ποσό.