Ο επικεφαλής του ΝΑΤΟ προειδοποίησε ότι η συμμαχία δεν είναι επαρκώς προετοιμασμένη για τις μελλοντικές απειλές που θα προκύψουν από τη Ρωσία και τόνισε την ανάγκη υιοθέτησης μιας «νοοτροπίας εν καιρώ πολέμου».
Ο Μαρκ Ρούτε, γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, υπογράμμισε ότι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, τα μέλη της συμμαχίας δαπανούσαν πάνω από το 3% του ΑΕΠ τους για την άμυνα, ενώ τώρα ο στόχος του 2% θεωρείται ανεπαρκής για τις μελλοντικές ανάγκες. «Η Ρωσία προετοιμάζεται για μακροχρόνια αντιπαράθεση, με την Ουκρανία και μαζί μας», ανέφερε κατά τη διάρκεια ομιλίας του στις Βρυξέλλες. Πρόσθεσε: «Δεν είμαστε έτοιμοι για αυτό που μας περιμένει σε τέσσερα με πέντε χρόνια» και σημείωσε πως «είναι καιρός να στραφούμε στη νοοτροπία που υπάρχει εν καιρώ πολέμου και να υπερτροφοδοτήσουμε την αμυντική μας παραγωγή και τις αμυντικές δαπάνες μας».
Ο κ. Ρούτε χαρακτήρισε την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας ως τη χειρότερη που έχει ζήσει και υπογράμμισε την ανάγκη για αύξηση των αμυντικών δαπανών. Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία πριν από περίπου μια δεκαετία, τα μέλη του ΝΑΤΟ εγκατέλειψαν τις περικοπές στην άμυνα και έθεσαν ως στόχο το 2% του ΑΕΠ για τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς. Ωστόσο, από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, ο στόχος αυτός θεωρείται πλέον το ελάχιστο όριο για τις δαπάνες.
Αν και συλλογικά η συμμαχία πετυχαίνει τον στόχο, περίπου το ένα τρίτο των μελών δεν τον επιτυγχάνει ατομικά. Φέτος, τουλάχιστον 23 από τα 32 μέλη του ΝΑΤΟ αναμένεται να φτάσουν το 2% του ΑΕΠ.
Ο κ. Ρούτε κάλεσε τα μέλη του ΝΑΤΟ «να σταματήσουν να δημιουργούν φραγμούς μεταξύ τους και μεταξύ βιομηχανιών, τραπεζών και συνταξιοδοτικών ταμείων» και προέτρεψε τη βιομηχανία άμυνας να καινοτομήσει και να αναλάβει ρίσκα, λέγοντας: «Υπάρχουν χρήματα στο τραπέζι και θα αυξηθούν».
Επιπλέον, προειδοποίησε για μια «συντονισμένη εκστρατεία αποσταθεροποίησης των κοινωνιών μας», που περιλαμβάνει κυβερνοεπιθέσεις και απόπειρες δολοφονιών. Τέλος, υπογράμμισε την ανάγκη επαγρύπνησης απέναντι στις φιλοδοξίες της Κίνας, επισημαίνοντας ότι το Πεκίνο ενισχύει τις δυνάμεις του «χωρίς διαφάνεια και χωρίς περιορισμούς» και εκφοβίζει την Ταϊβάν.