Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2025


ΑρχικήΕΛΛΑΔΑΑλέξης Κούγιας: Τα φτωχικά παιδικά χρόνια στο υπόγειο της Πετρούπολης

Αλέξης Κούγιας: Τα φτωχικά παιδικά χρόνια στο υπόγειο της Πετρούπολης

Έπειτα από μεγάλη μάχη με τον καρκίνο, ο πασίγνωστος ποινικολόγος Αλέξης Κούγιας έφυγε σήμερα, Παρασκευή (28.02.25) από τη ζωή σε ηλικία 74 ετών, βυθίζοντας στο πένθος την οικογένειά του.

Ο Αλέξης Κούγιας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πετρούπολη. Τα παιδικά του χρόνια, όπως είχε εξομολογηθεί σε πολλές συνεντεύξεις του, ήταν φτωχικά και δύσκολα αλλά γεμάτα αγάπη. Η οικογένειά του δε διέθετε μεγάλες οικονομικές δυνατότητες και η σκληρή δουλειά ήταν απαραίτητη για την επιβίωση.

Ο γνωστός ποινικολόγος έμαθε από νωρίς ότι πρέπει να αγωνίζεται κανείς για να κατακτήσει τους στόχους του. Οι εμπειρίες της παιδικής του ηλικίας τον χαλύβδωσαν και του έδωσαν κίνητρο να κυνηγήσει τα όνειρα του και να επιτύχει στον χώρο της δικηγορίας.
«Ήμουν 12 ετών κι έβαζα τζάμια»

Ο Αλέξης Κούγιας είχε μιλήσει για τη μυθιστορηματική ζωή του στην εκπομπή του Μάνου Νιφλή, «Στιγμές», και είχε αναφερθεί σε εκείνη την περίοδο, η οποία αν και δεν ήταν ανέμελη, ήταν όμορφη.

«Ο πατέρας μου ήταν χωροφύλακας, βιοπαλαιστής και είχε ένα μικρό χρωματοπωλείο και δούλευα κι εκεί. Εκείνα τα χρόνια μάλιστα φτιάχναμε το χρώμα μόνοι μας, είχαμε τη μηχανή του χρώματος. Κυρίως όμως ήμουν τζαμάς και μετά ποδοσφαιριστής. Η Πετρούπολη ήταν εκτός σχεδίου πόλεως. Ήταν χωματόδρομος τότε. Τα σπίτια έπρεπε να χτιστούν, να μπουν τα θεμέλια, οι τσιμεντόλιθοι και να μπουν και τα κουφώματα με τζάμια. Αυτά έπρεπε να γίνουν μέσα σε μία νύχτα. Εμείς με τον πατέρα μου βάζαμε τα τζάμια. Γι’ αυτό έχω έναν κάλο στο χέρι μου, επειδή στοκάραμε το τζάμι. Από τα 12 έκανα αυτή τη δουλειά. Έπρεπε το πρωί να έχει τελειώσει το σπίτι, γιατί αλλιώς ερχόταν η χωροφυλακή κι αν το σπίτι ήταν σε ανέγερση, τους συλλαμβάνανε και το γκρέμιζαν. Εγώ μεγάλωσα με αυτή τη συνθήκη.

Θυμάμαι επίσης ότι δεν είχαμε νερό. Ο νερουλάς ήταν ο περιζήτητος πολίτης γιατί μας έφερνε το νερό. Το βάζαμε στα βαρέλια για να κάνουμε μπάνιο. Η μητέρα μου έβαζε το κρύο νερό σε μία μεγάλη κατσαρόλα και άναβε τη ξυλόσομπα. Χρησιμοποιούσαμε πράσινο σαπούνι και κάναμε μπάνιο στην ξύλινη σκάφη, όρθιοι. Εξωτερική τουαλέτα δεν υπήρχε εκείνα τα χρόνια. Πέρασα πολύ όμορφα όμως, γιατί μεγάλωσα με πολλή αγάπη. Ο πατέρας μου ήταν πάρα πολύ σκληρός, αλλά δίκαιος», είχε αναφέρει.

Το «κόμπλεξ του φτωχού», το υπόγειο στην Πετρούπολη και το απωθημένο για πολυτελή σπίτια

Ο ποινικολόγος είχε εκμυστηρευτεί το απωθημένο του, το οποίο ήταν η αγορά πολυτελών ακινήτων και ο λόγος, σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν τα βιώματά του. Συγκεκριμένα, εκείνο το σκοτεινό υπόγειο της Πετρούπολης που όταν ξυπνούσε το πρωί δεν μπορούσε να δει έξω το φως.

«Εγώ 14 με 18 ετών μοίραζα με ποδήλατο 4:00 με 8:00 το πρωί την εφημερίδα ‘’Ναυτεμπορική’’ και την ώρα που πήγαινα εγώ να πιάσω δουλειά στην Πειραιώς, εκείνη την ώρα τελείωναν οι δημοσιογράφοι. Εγώ λοιπόν με νωπό το μελάνι ακόμα, έπαιρνα τις εφημερίδες, τις έβαζα πίσω στο καλάθι και πήγαινα με το ποδήλατο μέσα στην αγορά και τις μοίραζα. Μέναμε σε υπόγειο τότε. Να μη βλέπεις μπροστά σου, να ξυπνάς το πρωί και να μη βλέπεις τίποτα.

Ήθελα να γίνω πλούσιος για να κάνω σπίτια και να πάρω αυτοκίνητα και είμαι ισορροπημένος γιατί αυτό έγινε με έναν υγιή τρόπο. Λόγω του κόμπλεξ μου που δεν είχαμε σπίτι, έχω ακίνητα σε όλη την Ελλάδα, έχω τα ωραιότερα σπίτια. Από την Κρήτη μέχρι τους Οθωνούς, στη Μύκονο, στο Μεγανήσι. Δεν έχω πάει ποτέ. Ζήτημα να πηγαίνω κανένα Σαββατοκύριακο. Μου ζητάνε να τα ενοικιάσω και δε θέλω να μπει κάποιος να κοιμηθεί μέσα. Μου ζητάνε να τα πουλήσω και λέω ”όχι” γιατί θέλω να τα βλέπω. Είναι το κόμπλεξ του φτωχού, επειδή εμείς δεν είχαμε περιουσία και τη μοναδική περιουσία που είχε ο πατέρας μου μας την πήραν οι τοκογλύφοι. Τα κόμπλεξ του πολύ φτωχού που έβλεπε τους άλλους να τα έχουν κι ο ίδιος να μένει σε ένα υπόγειο. Να είναι ο καλύτερος μαθητής και να βλέπει τον συμμαθητή του, να έχει ο πατέρας του αυτοκίνητο κι εμείς να περιμένουμε το Σαββατοκύριακο να πάρουμε το πούλμαν για να πάμε για μπάνιο στη Λούτσα.

Είναι πάρα πολλά ακίνητα. Μόλις μάζευα πέντε δεκάρες, πήγαινα και αγόραζα ένα οικόπεδο, ένα σπίτι, να αγοράσω το ωραιότερο γραφείο της Αθήνας, να πάρω το πιο ωραίο αυτοκίνητο. Να τα βλέπω, να τα ζω. Ήθελα όλα τα σπίτια μου να είναι μονοκατοικίες, να είναι πολύ μεγάλα, φαραωνικού τύπου, να μη βλέπουν άλλα σπίτια μπροστά και να είναι πάνω στο κύμα ή στο βουνό. Δε βρήκα χρόνο για να κάνω διακοπές, να ευχαριστηθώ τα σπίτια μου».



Ροη Ειδήσεων