Σύμφωνα με δημοσίευμα της Washington Post, οι αμερικανικές υπηρεσίες Πληροφοριών εκτιμούν ότι το Ισραήλ ενδέχεται να προχωρήσει σε προληπτική επίθεση κατά του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος μέχρι τα μέσα του έτους.
Αν και μια τέτοια επιχείρηση θα μπορούσε να επιβραδύνει το πρόγραμμα του Ιράν για μερικές εβδομάδες ή μήνες, ταυτόχρονα θα μπορούσε να οδηγήσει σε κλιμάκωση της έντασης και τον κίνδυνο γενικευμένης σύγκρουσης. Οι εκθέσεις των αμερικανικών υπηρεσιών, που συντάχθηκαν τόσο πριν από τη λήξη της θητείας του Τζο Μπάιντεν όσο και μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ, προειδοποιούν για αυτό το ενδεχόμενο, σύμφωνα με την εφημερίδα.
Το Reuters δεν έχει καταφέρει να επιβεβαιώσει τις αναφορές αυτές, ενώ ο Λευκός Οίκος απέφυγε να σχολιάσει. Όπως αναφέρει η Washington Post, τόσο η ισραηλινή κυβέρνηση όσο και οι αμερικανικές υπηρεσίες Πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων της CIA, της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (DIA) και του γραφείου του Διευθυντή Εθνικών Πληροφοριών, αρνήθηκαν να τοποθετηθούν επί του θέματος.
Ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Μπράιαν Χιους, δήλωσε στην Washington Post ότι ο Τραμπ «δεν θα επιτρέψει στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικό όπλο». «Αν και προτιμά να διαπραγματευθεί μια λύση στα μακροχρόνια ζητήματα της Αμερικής με το ιρανικό καθεστώς ειρηνικά, δεν θα περιμένει επ’ αόριστον αν το Ιράν δεν είναι διατεθειμένο να διαπραγματευθεί, και σύντομα», πρόσθεσε.
Οι λεπτομερέστερες αναφορές συντάχθηκαν στις αρχές Ιανουαρίου από τη DIA και την υπηρεσία Πληροφοριών του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ, σύμφωνα με την Washington Post. Σε αυτές επισημαίνεται ότι το Ισραήλ ενδέχεται να επιχειρήσει επίθεση στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Φορντό και τη Νατάνζ.
Αμερικανοί αξιωματούχοι με γνώση των πληροφοριών ανέφεραν πως το Ισραήλ θεωρεί ότι η ιρανική αεράμυνα έχει αποδυναμωθεί μετά τον βομβαρδισμό που πραγματοποίησε τον Οκτώβριο, γεγονός που ενδέχεται να διευκολύνει μια νέα επίθεση. Η εφημερίδα σημειώνει ότι δεν κατονομάζονται οι πηγές αυτών των εκτιμήσεων.
Σύμφωνα με τις εκθέσεις, υπάρχουν δύο πιθανές στρατηγικές, και στις δύο από τις οποίες οι ΗΠΑ αναμένεται να παράσχουν στο Ισραήλ υποστήριξη μέσω Πληροφοριών και ανεφοδιασμού αεροσκαφών.
Ο Τραμπ, σε συνέντευξή του στο Fox News, δήλωσε τη Δευτέρα ότι προτιμά μια συμφωνία με το Ιράν ώστε να αποτραπεί η απόκτηση πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη, εκτιμώντας ότι και η ιρανική πλευρά προτιμά μια συμφωνία αντί μιας στρατιωτικής σύγκρουσης.
«Όλοι πιστεύουν ότι το Ισραήλ, με τη βοήθειά μας ή την έγκρισή μας, θα πάει και θα τους βομβαρδίσει. Θα προτιμούσα αυτό να μην συμβεί», τόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Κατά την πρώτη προεδρική του θητεία (2017-2021), ο Τραμπ υιοθέτησε την πολιτική «μέγιστης πίεσης» απέναντι στο Ιράν, ενώ το 2018 απέσυρε τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Η συμφωνία αυτή, που είχε υπογραφεί το 2015, προέβλεπε τη μείωση των κυρώσεων σε αντάλλαγμα για περιορισμούς στις ιρανικές πυρηνικές δραστηριότητες.
Ως αντίποινα για την αποχώρηση των ΗΠΑ, το Ιράν αύξησε σημαντικά την ποσότητα εμπλουτισμένου ουρανίου και ανέβασε τον βαθμό εμπλουτισμού στο 60%, πλησιάζοντας το 90% που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικού όπλου.