Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να μην θέλει, και πριν και πάνω απ’ όλα, οι συγγενείς των θυμάτων, δικαιοσύνη χωρίς αστερίσκους και χωρίς εξαιρέσεις επισημαίνει για την τραγωδία των Τεμπών ο Κώστας Κατσαφάδος, Βουλευτής ΝΔ Α’ Πειραιώς & Νήσων, Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στην ηλεκτρονική εφημερίδα «Attica Times» και την Οικονομική Αναλύτρια Δάφνη Γρηγοριάδη.
Θα ήθελα να δούμε το πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται με βάση τις τελευταίες εξελίξεις. Η ευθεία αμφισβήτηση της Δικαιοσύνης είναι μείζον πολιτικό ζήτημα;
Τη τραγωδία των Τεμπών , τη χρησιμοποιούν κάποιοι όχι για να μάθουν την αλήθεια, όχι για να ξεκινήσει η δίκη , όχι για να αποδοθούν ευθύνες, όχι για να βελτιώσουμε την κατάσταση του ελληνικού σιδηροδρόμου , αλλά για να μπορέσουν να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον μεγάλης αναταραχής και αποσταθεροποίησης . Έχουμε ζήσει πολλά ως χώρα. Έχουμε ζήσει τη Marfin, έχουμε ζήσει τις πλατείες των “αγανακτισμένων”, έχουμε ζήσει την τραγωδία του 2015. Όταν σε έναν πολιτικό σύστημα το σύνολο των κομμάτων της αντιπολίτευσης, χρησιμοποιεί , τόσο βαρύγδουπους χαρακτηρισμούς σε μια υπόθεση που ακόμα δεν έχει αποφασιστεί το οτιδήποτε, έστω και σε προδικαστικό επίπεδο, διαμορφώνεται ένα κλίμα. Θεωρώ ότι από τη στιγμή που καταρρίπτεται η μία θεωρία, μετά την άλλη, από τη στιγμή που αρχίζουν οι πολίτες και βλέπουν ποιες είναι οι πραγματικές απαντήσεις, στο τέλος θα μείνει η Δικαιοσύνη και μόνο η Δικαιοσύνη να απαντήσει στα σοβαρά ερωτήματα για το τι συνέβη.
Τα Τέμπη ήταν μια εθνική τραγωδία. Η δικαστική τους διερεύνηση είναι ύψιστης αξίας για κάθε πολίτη. Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να μην θέλει, και πριν και πάνω απ’ όλα, οι συγγενείς των θυμάτων, δικαιοσύνη χωρίς αστερίσκους και χωρίς εξαιρέσεις. Εμείς ως Κυβέρνηση αλλάξαμε τον νόμο που χρειαζόταν για να τρέξει πιο γρήγορα η Δικαιοσύνη. Όσες φορές δεχτήκαμε κάποιο αίτημα από τη Δικαιοσύνη, ανταποκριθήκαμε θετικά. Και για να μπορούμε να συζητάμε για ενδεχόμενες ευθύνες πολιτικών προσώπων ήμασταν εμείς που αλλάξαμε το Σύνταγμα και την αποσβεστική προθεσμία και όχι όλοι οι υπόλοιποι που υποκριτικά μας κουνάνε το δάχτυλο.
Η αντιπολίτευση σας κατηγορεί ότι απαντάτε με τοξικότητα σε αυτό που χαρακτηρίζετε τοξικότητα.
Όταν βλέπεις κόμματα της αντιπολίτευσης να υιοθετούν α λα καρτ στοιχεία υπαρκτά ή μη, να χτίζουν διάφορες θεωρίες που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια σε αυτή την εθνική τραγωδία, να αναπαράγουν fake news, τότε προφανώς καταλαβαίνουμε , νομίζω ότι είναι ξεκάθαρη η προσπάθεια εργαλειοποίησης . Όταν βλέπουμε τον αρχηγό της μείζονος αντιπολίτευσης να λέει ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη. Συγγνώμη, αλλά αυτό είναι ακριβώς η τροφοδότηση του μπάχαλου. Δεν γίνεται να έχεις α λα καρτ εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη. Σήμερα , έχουμε από τη μία πλευρά την προσπάθεια της Δικαιοσύνης να ερευνήσει την υπόθεση, να την οδηγήσει στο δικαστήριο και οι φυσικοί δικαστές να απονείμουν τη δικαιοσύνη, σε όσους αποδειχθεί ότι είναι ένοχοι, να επιβάλλουν τις αντίστοιχες ποινές. Και από την άλλη έχουμε μια τεράστια προσπάθεια από το πολιτικό σύστημα της χώρας, από τα κόμματα της αντιπολίτευσης να εκμεταλλευτούν έχοντας στο μυαλό τους ένα κομματικό όφελος, αλλά με όρους χυδαίους και με όρους παράνοιας. Η επιδίωξη τους , η τυφλή τοξική αντιπαράθεση, είναι σαφές ότι επιδιώκει να δημιουργήσει πολιτική αποσταθεροποίηση. Το πιο επικίνδυνο σημείο , είναι, η δημιουργία ενός περιέργου κλίματος κι η μόνιμη αμφισβήτηση των βασικών θεσμών της χώρας.
Τί σας ανησυχεί με τις εξελίξεις από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού; Πως σχολιάζετε τις επιλογές Τραμπ για την Ευρώπη;
Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει την ατζέντα του, για την οποία τον ψήφισε η πλειονότητα των Αμερικανών ψηφοφόρων και έχει το δικαίωμα να την εφαρμόσει. Εμείς, ως Ευρώπη, πρέπει πρώτα απ’όλα να επιδιώξουμε να συνεργαστούμε με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η χώρα μας έχει αυξημένο διαμορφωτικό ρόλο στο διεθνές γίγνεσθαι, και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εγώ προσωπικά πίστευα και πιστεύω στην ανάγκη της διατλαντικής συμμαχίας. Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να εξακολουθούμε να μπορούμε να μιλάμε με τη νέα αμερικανική διοίκηση και με τον Αμερικανό πρόεδρο ανοιχτά, ειλικρινά, χωρίς να σημαίνει ότι συμφωνούμε σε όλα. Η Ελλάδα εξάγει σταθερότητα, εκπέμπει ασφάλεια, είναι μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις και μάλιστα συμπεριλαμβανομένων και πολύ δυνατών οικονομιών, ψηφίζει προϋπολογισμούς που μειώνουν φόρους, που αυξάνουν το εισόδημα των πολιτών… Έχει μια πολιτική σταθερότητα, έχει μια οικονομική σταθερότητα, δεν είναι δεδομένο τίποτα απ΄ όλα αυτά σε πολύ μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης. Αυτό δεν έγινε τυχαία. Είναι σίγουρα αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτικής της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Είναι αποτέλεσμα θυσιών των πολιτών. οι πολιτικές χρειάζονται στρατηγική, σχέδιο και αποτέλεσμα και όχι συνθήματα και ένα εμπόριο ψεύτικης ελπίδας ή τσιτάτων και συνθημάτων.
Υπάρχει ανησυχία για τις πολιτικές και οικονομικές αναταράξεις σε χώρες της Ευρώπης, όπως η Ιταλία, η Γερμανία.
Η χώρα μας έχει φωνή στην ΕΕ, αυτό φαίνεται με διάφορους τρόπους. Είναι κορυφαίο παράδειγμα η υιοθέτηση από την ΕΕ, της κοινής πρότασης του Έλληνα για τις αμυντικές δαπάνες. Η ΕΕ έχει υπολογίσει ότι θα χρειαστεί 500 δισ. ευρώ τα επόμενα δέκα χρόνια για αμυντικές δαπάνες. Η χώρα μας είναι ένα βήμα μπροστά και για τους γνωστούς εθνικούς λόγους, όμως είναι πάρα πολύ θετικό ότι και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες πλέον στοιχίζονται σε αυτήν την πρόταση. Όλα όσα συμβαίνουν, είναι το τελευταίο καμπανάκι αφύπνισης και απότομης ωρίμανσης για την ΕΕ. Προφανώς και έχει κάνει λάθη η Ευρώπη, όμως ήρθε η ώρα της ευρωπαϊκής ενότητας και ομοψυχίας.
Σας ανησυχεί η διαφαινόμενη ύφεση στις ευρωπαϊκές οικονομίες; Είναι θωρακισμένη η ελληνική οικονομία;
Η Ελλάδα δεν είναι κλεισμένη σε κάποια προστατευτική γυάλα. Είναι μέρος του διεθνούς και ευρωπαϊκού οικονομικού συστήματος και προφανώς επηρεάζεται από τις εξελίξεις. Γι’ αυτό έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία το γεγονός ότι στην Ελλάδα συνυπάρχουν τρεις συνθήκες που έχουν αυξήσει την ανθεκτικότητα της χώρας μας στις διεθνείς αναταράξεις. Δηλαδή την πολιτική σταθερότητα, δημοσιονομική σταθερότητα και την εφαρμογή φιλοεπενδυτικών πολιτικών. Η κυβέρνηση από το 2019 και μετά με την πολιτική της, η οποία συνδυάζει τη δημοσιονομική σοβαρότητα με τις φιλο-επενδυτικές πολιτικές και με τη βοήθεια, φυσικά, όλων των Ελλήνων πολιτών, ανεβάζει την οικονομία ψηλότερα. Αυτή η προσπάθεια έχει οδηγήσει, πέρα από τις 70 μειώσεις φόρων, επίσης στην αύξηση του κατώτατου μισθού από τα 650 ευρώ στα 830 ευρώ. Σε μισό εκατομμύριο νέες θέσεις εργασίας σε μία χώρα δέκα εκατομμυρίων. Σε 3 συνεχόμενες αυξήσεις στις συντάξεις μετά από 12 χρόνια που ήταν παγωμένες. Και βεβαίως, μετά από 14 χρόνια που ήταν παγωμένοι, στις πρώτες αυξήσεις το 2024 στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Η Νέα Δημοκρατία είναι η μοναδική πολιτική δύναμη στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό, η οποία εγγυάται ασφάλεια, ανάπτυξη και προοπτική.