Η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, παραχώρησε συνέντευξη Τύπου, προκειμένου να διευκρινίσει περαιτέρω τις αποφάσεις που έλαβε το Υπουργικό Συμβούλιο σχετικά με τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού και του ημερομισθίου για το 2025. Η ίδια έκανε λόγο για μια κυβερνητική πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην περαιτέρω ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών.
Όπως επεσήμανε, η αύξηση αυτή αφορά περίπου 1,6 εκατομμύρια πολίτες, ενώ αναμένεται να ωφελήσει έμμεσα ακόμη περισσότερους.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, παρουσίασε συνολικά την κατάσταση της αγοράς εργασίας και τις βασικές πρωτοβουλίες του υπουργείου, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση της απασχόλησης.
Οι επτά άξονες των κυβερνητικών παρεμβάσεων:
- Στήριξη συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων – “Πρώτα απ’ όλα πάμε και εστιάζουμε στις πληθυσμιακές ομάδες στις οποίες βλέπουμε ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης και αναφέρομαι στις γυναίκες, στους νέους, στους συμπολίτες μας με αναπηρία και στους πιο ηλικιωμένους συμπολίτες μας.”
- Κατάρτιση και αναβάθμιση δεξιοτήτων – Με έμφαση στις πράσινες και ψηφιακές δεξιότητες, μέσω προγραμμάτων της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης που έχουν ήδη ωφελήσει περισσότερους από 420.000 πολίτες.
- Επιδοτούμενα προγράμματα απασχόλησης – “Ένα πρόγραμμα που τρέχει αυτή τη στιγμή για συμπολίτες μας που είναι 55 ετών και άνω, οι οποίοι είναι σε μια δύσκολη ηλικία για να βρουν δουλειά.”
- Επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση – Μέσω των σχολών Μαθητείας της ΔΥΠΑ, όπου οι εκπαιδευόμενοι συνδυάζουν πρακτική άσκηση και θεωρητική εκπαίδευση σε ειδικότητες υψηλής ζήτησης.
- Διάγνωση αναγκών αγοράς εργασίας – Αναλύεται σε πραγματικό χρόνο και μακροπρόθεσμα ποιες είναι οι ανάγκες της αγοράς, ώστε να προσαρμόζονται οι δράσεις του υπουργείου.
- Ημέρες Καριέρας – “Οι Ημέρες Καριέρας Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόλησης έχουν γίνει πάνω από 42 τέτοιες ημέρες σε 17 πόλεις της χώρας μας. Πάνω από 9.000 συμπολίτες μας έχουν βρει δουλειά μέσα από αυτές τις δράσεις.”
- Ενίσχυση της συμμόρφωσης με την εργασιακή νομοθεσία – Ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση της ψηφιακής κάρτας εργασίας, που προστατεύει περισσότερους από 1,5 εκατομμύριο εργαζομένους.
Αναφορικά με τον κατώτατο μισθό, η υπουργός υπενθύμισε ότι το 2019 ήταν 650 ευρώ, ενώ σήμερα βρίσκεται στα 830 και σύντομα θα ανέλθει στα 880 ευρώ, με τελικό στόχο τα 950 ευρώ. Πρόκειται για συνολική αύξηση 28%, η οποία κινείται παράλληλα με την αύξηση του μέσου μισθού. “Ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης είναι υψηλότερος από τα 1342 ευρώ”, πρόσθεσε.
Αναφορικά με τα άμεσα και έμμεσα οφέλη της αύξησης, εξήγησε ότι επηρεάζονται θετικά όχι μόνο οι εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, αλλά και οι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και όσοι λαμβάνουν επιδόματα συνδεδεμένα με αυτόν, όπως το επίδομα μητρότητας, γάμου, γονικής άδειας και ανεργίας. “Για παράδειγμα η άδεια μητρότητας, την οποία θυμίζω αυτή η κυβέρνηση έχει επεκτείνει σε 9 μήνες, αντί να είναι 830 ευρώ πλέον θα είναι 880 ευρώ.”
Διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού:
Η υπουργός αναφέρθηκε στη διαδικασία που ακολουθήθηκε για τη διαμόρφωση του νέου κατώτατου μισθού, η οποία βασίστηκε στο νόμο του Δεκεμβρίου 2024 που ενσωμάτωσε την Ευρωπαϊκή Οδηγία. Το ΚΕΠΕ διαμόρφωσε το τελικό πόρισμα, το οποίο εστάλη στην κυβέρνηση, με το Υπουργικό Συμβούλιο να εγκρίνει τελικά αύξηση άνω του 6%, δηλαδή επιπλέον 50 ευρώ μικτά μηνιαίως. “Η προτεινόμενη αύξηση λοιπόν, η οποία εγκρίθηκε από το υπουργείο από το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι για τους υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης από 830 ευρώ σε 880 ευρώ.”
Παράγοντες που επηρεάζουν τον καθορισμό του κατώτατου μισθού:
Η ανάπτυξη της οικονομίας, η αύξηση των επενδύσεων, η πτώση της ανεργίας σε χαμηλό 17 ετών, καθώς και οι τάσεις του πληθωρισμού αποτέλεσαν βασικά κριτήρια για τη διαμόρφωση της αύξησης. Παράλληλα, η κυβέρνηση έλαβε υπόψη το υψηλό κόστος ενέργειας και το στεγαστικό ζήτημα, που επιβαρύνουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών.
Η υπουργός κατέληξε επισημαίνοντας ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού όχι μόνο βελτιώνει άμεσα τις αποδοχές των εργαζομένων, αλλά συμβάλλει και στη γενικότερη ενίσχυση του μέσου μισθού, ενδυναμώνοντας συνολικά την ελληνική αγορά εργασίας.