Μια νύχτα αγωνίας έζησαν οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης και των γύρω περιοχών, έπειτα από τον ισχυρό σεισμό των 6,2 Ρίχτερ. Παρότι δεν καταγράφηκαν σοβαρές ζημιές ή απώλειες, το γεγονός επανέφερε στο προσκήνιο τους φόβους για έναν μεγαλύτερο και πιο καταστροφικό σεισμό, καθώς η περιοχή θεωρείται ιδιαίτερα σεισμογενής.
Οι μετασεισμοί συνεχίστηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας, με τον ισχυρότερο να φτάνει τα 4,2 Ρίχτερ, ενώ πολλοί πολίτες πέρασαν τη νύχτα σε εξωτερικούς χώρους. Για προληπτικούς λόγους, τα σχολεία στις πληγείσες περιοχές θα παραμείνουν κλειστά για δύο ημέρες.
Σύμφωνα με τις Αρχές, πάνω από 230 άτομα τραυματίστηκαν ελαφρά, κυρίως λόγω πανικού, καθώς προσπάθησαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους κατά τη διάρκεια της δόνησης.
Οι ειδικοί στην Τουρκία κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, υπογραμμίζοντας ότι η Κωνσταντινούπολη βρίσκεται κοντά σε ενεργά ρήγματα με την ικανότητα να προκαλέσουν σεισμούς μεγαλύτερους των 7 Ρίχτερ. Ο καθηγητής Μουράτ Ουτοκσού χαρακτήρισε τον σεισμό πιθανό «προάγγελο» ενός μεγάλου γεγονότος, ενώ ο σεισμολόγος Νατσί Γκορούρ προέβλεψε ότι ο πραγματικός σεισμός που αναμένεται μπορεί να ξεπεράσει τα 7 Ρίχτερ.
Ανησυχία εκφράζουν και οι Έλληνες σεισμολόγοι, με τον Ευθύμιο Λέκκα να δηλώνει ότι το επίκεντρο βρισκόταν σε τμήμα ρήγματος που δεν είχε ενεργοποιηθεί μέχρι σήμερα, αλλά έχει μεγάλη συσσωρευμένη ενέργεια. Οι δονήσεις που ακολούθησαν, αν και αναμενόμενες, δεν καθησυχάζουν τους επιστήμονες.
Ο Βασίλης Καραστάθης χαρακτήρισε τη σεισμική ακολουθία «φυσιολογική», αλλά τόνισε ότι είναι ακόμα νωρίς για ασφαλή συμπεράσματα. Ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος, από την πλευρά του, επισήμανε ότι πρόκειται για περιοχή με υψηλό σεισμικό δυναμικό και σημαντικά ενεργά ρήγματα, όπως αυτό της Βόρειας Ανατολίας.
Ο σεισμός σημειώθηκε το μεσημέρι της Τετάρτης 23 Απριλίου, είχε διάρκεια 13 δευτερόλεπτα, βάθος μόλις 10 χιλιομέτρων και έγινε ιδιαίτερα αισθητός σε ευρεία περιοχή, φτάνοντας μέχρι και τη βόρεια Ελλάδα και τη Βουλγαρία.