Η ελληνική αμυντική βιομηχανία στοχεύει να συμμετάσχει σε τουλάχιστον τα μισά εξοπλιστικά προγράμματα των επόμενων ετών, όπως αναμένεται να ανακοινώσει μέσα στην εβδομάδα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Παράλληλα, προγραμματίζεται αναβάθμιση των στρατιωτικών επικοινωνιών μέσω δορυφόρου.
Ο πρωθυπουργός θα τονίσει την ανάγκη ουσιαστικής εμπλοκής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε όλα τα μεγάλα εξοπλιστικά έργα, τόσο στο πλαίσιο του «ReArm Europe» όσο και των εθνικών προμηθειών οπλικών συστημάτων, κατά την τοποθέτησή του στη Βουλή στη συζήτηση για τα εξοπλιστικά.
Στη συνέχεια, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας θα εξειδικεύσει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς στην Επιτροπή Εξοπλιστικών της Βουλής, εστιάζοντας στην «Ατζέντα 2030». Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, για πρώτη φορά διαμορφώνεται ένα συνεκτικό αμυντικό δόγμα με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, που ξεπερνά τη διάρκεια της παρούσας κυβέρνησης, λαμβάνοντας υπόψη τις δημοσιονομικές ισορροπίες αλλά και τις επιχειρησιακές ανάγκες.
Ιδιαίτερης σημασίας θεωρείται η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής, η οποία εξασφαλίζει επιπλέον πόρους άνω των 2,5 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας για τα εξοπλιστικά προγράμματα. Ο κ. Μητσοτάκης αναμένεται να παρουσιάσει πέντε βασικούς άξονες αμυντικής θωράκισης: την αντιπυραυλική, την αντιαεροπορική άμυνα, τον «anti-drone» θόλο, την αντιπλοϊκή και την ανθυποβρυχιακή άμυνα. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα είναι δομημένο με γνώμονα αυτούς τους τομείς, ανταποκρινόμενο στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής.
Παράλληλα, θα δοθεί έμφαση σε συστήματα κυβερνοπολέμου και δορυφορικής τεχνολογίας, καθώς και στην προμήθεια όπλων και πυρομαχικών μακρού βεληνεκούς. Ιδιαίτερη αναφορά θα γίνει στην επένδυση στην καινοτομία, με την ίδρυση του «Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ)», το οποίο θα λειτουργήσει συμπληρωματικά στο παραδοσιακό εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Καθοριστική υπήρξε και η πρόσφατη επίσκεψη στο Ισραήλ, όπου στη συνάντηση Μητσοτάκη – Νετανιάχου συζητήθηκαν θέματα αμυντικής συνεργασίας, με έμφαση στην ανάπτυξη του «anti-drone» θόλου, που η Ελλάδα στοχεύει να καταστήσει επιχειρησιακό έως το 2027.
Ψηφιακή μετάβαση στις Ένοπλες Δυνάμεις
Οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις υιοθετούν σύγχρονες τεχνολογίες και ψηφιακές εφαρμογές, σηματοδοτώντας τη μετάβασή τους στον «πόλεμο του 21ου αιώνα».
Ο κ. Δένδιας έχει αναφερθεί επανειλημμένα στα διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή, στοιχεία που αναλύονται διαρκώς από το ελληνικό Πεντάγωνο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, κρίθηκε αναγκαία η ενίσχυση του τομέα των πληροφοριών, με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας να ανακοινώνει «τη δημιουργία νέας γενιάς επικοινωνιών με την πρόσκτηση επικοινωνιακού δορυφόρου».
Μέχρι σήμερα, η Ελλάδα και η Κύπρος διέθεταν πρόσβαση στον «Hellas Sat», αλλά όχι δορυφόρο αποκλειστικά για στρατιωτική χρήση, παρά τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις. Ο νέος δορυφόρος αναμένεται να προσφέρει ασφαλείς, απρόσβλητες επικοινωνίες και ανταλλαγή δεδομένων στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εμπειρία της Ουκρανίας, όπου η χρήση δορυφορικών επικοινωνιών αποδείχθηκε εξαιρετικά αξιόπιστη και ανθεκτική στις παρεμβολές, επιβεβαιώνει τη σημασία αυτής της επένδυσης.
Η απόκτηση του δορυφόρου θα συνοδευτεί από τη δημιουργία ενός νέου συστήματος Command & Control, ενσωματώνοντας Τεχνητή Νοημοσύνη. Παράλληλα, το πρόγραμμα «Θώραξ», που πρόσφατα συμβασιοποιήθηκε, αποσκοπεί στη συλλογή δεδομένων από διάφορες πηγές, όπως ραντάρ, UAVs, παρατηρητήρια και ηλεκτρονικά μέσα, αξιοποιώντας πληροφορίες από τις Ένοπλες Δυνάμεις, την Ελληνική Αστυνομία, το Λιμενικό Σώμα και την Πολιτική Προστασία.
Στροφή στα στρατηγικά όπλα
Αν και η πληροφορία και η ταχύτητα ανάλυσής της παίζουν καθοριστικό ρόλο στον σύγχρονο πόλεμο, το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα που θα παρουσιαστεί από τον πρωθυπουργό δίνει έμφαση και σε στρατηγικά όπλα.
Σε αυτά περιλαμβάνονται τα μαχητικά αεροσκάφη «F-35», οι πύραυλοι «Meteor» που φέρουν τα «Rafale», οι τρεις φρεγάτες «FDI HN (Belh@rra)», οι οποίες αναμένεται να ενισχύσουν τη ναυτική ισχύ της Ελλάδας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, καθώς και οι πύραυλοι «Scalp Naval», που ο κ. Δένδιας έχει περιγράψει ως «τα νέα προηγμένα στρατηγικά όπλα των νέων φρεγατών μας».
Το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα εκτείνεται πέρα από το 2030, με επιπλέον χρηματοδότηση 2,5 δισ. ευρώ, λόγω των ευρωπαϊκών εξελίξεων γύρω από τη ρήτρα διαφυγής. Παράλληλα, υπάρχει το ενδεχόμενο η συνολική επένδυση να ξεπεράσει τα 20 δισ. ευρώ.