Ένα τουρκικό γεωτρύπανο που ξεκινά να επιχειρεί στα ελληνικά εγχώρια ύδατα, προκαλώντας την ελληνική αντίδραση, και μέσα σε λίγες ημέρες ο ελληνικός με τον τουρκικό στόλο βρίσκονται αντικρυστά, σε θέσεις μάχη, κάπου ανοιχτά της Ρόδου. Τα νεύρα είναι «τσιτωμένα» και όλα είναι πιθανά… Οι Τούρκοι, θεωρώντας ότι ήρθε η ώρα να δώσουν ένα μάθημα στους Έλληνες, καταρρίπτουν ένα ελληνικό κατασκοπευτικό αεροσκάφος.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός, παρότι δεν επιζητεί τον πόλεμο σε καμία περίπτωση, δεν έχει αυτή τη φορά επιλογή. Διατάζει τη βύθιση του γεωτρύπανου. Και κάπου εκεί, ξεκινάει η «κόλαση».
Πρόκειται για ακραίο σενάριο; Σίγουρα όχι, αρκεί να σκεφτούμε το πρόσφατο αλλά και απώτερο παρελθόν, των εντάσεων με την Τουρκία και πόσο κοντά φτάσαμε στα πρόθυρα του πολέμου.
Αυτή τη φορά, τα ξεπεράσαμε όμως, τουλάχιστον όπως το φαντάζεται ο συγγραφέας Μίλτος Αντωνιάδης, ο οποίος στην καταιγιστική τριλογία του «Το Αιγαίο στις Φλόγες» (εκδόσεις Memento) εξιστορεί με λεπτομέρειες ένα καθόλα, και επιβεβαιωμένα από στρατιωτικούς και γεωπολιτικούς αναλυτές, ρεαλιστικό σενάριο, σχετικό με το μεγάλο ερώτημα, «τι θα γινόταν αν».
Τα βιβλία έχουν λάβει διθυραμβικές κριτικές, από τους φαν του είδους και όχι μόνο, ενώ αυτές τις μέρες κυκλοφόρησε το πολυαναμενόμενο τρίτο βιβλίο, «Σε Κατάσταση Πολιορκίας». Για το μεγάλο φινάλε, όμως, οι αναγνώστες θα πρέπει να περιμένουν λίγους μήνες ακόμα, καθώς ο συγγραφέας το μετέθεσε και σε τέταρτο βιβλίο, καθώς είχε πολλά ακόμα να πει και να εξιστορήσει. Και οι περισσότεροι, ενθουσιάστηκαν με αυτό…
Ο Μίλτος Αντωνιάδης παραχώρησε συνέντευξη στους Attica Times και, χωρίς spoiler, μας δίνει μια καλή εικόνα ώστε να φανταστούμε το απευφκταίο αλλά υπαρκτό σενάριο, καθώς και πως θα εξελίσσονταν οι μάχες σε γη, αέρα και θάλασσα, εάν άναβε η σπίθα στο Αιγαίο μας…
Attica Times: Κύριε Αντωνιάδη, καταρχάς πώς θα περιγράφατε εσείς την τριλογία σας;
Μίλτος Αντωνιάδης: Το «Αιγαίο», όπως μου αρέσει να λέω για συντομία πλέον, είναι ένα μυθιστόρημα που ανήκει στην κατηγορία του military fiction – είναι δηλαδή πολεμικό, αλλά όχι ιστορικό. Περιγράφει έναν υποθετικό πόλεμο Ελλάδας-Τουρκίας που ξεκινά το 2029. Η σειρά αποτελείται από τέσσερα βιβλία, το Πρώτο Αίμα, τον Σκοτεινό Ουρανό, την Κατάσταση Πολιορκίας και το τελευταίο που γράφεται τώρα και θα εκδοθεί σε λίγους μήνες με τον τίτλο Η Μέρα της Κρίσης.
Ποιο «βασικό σενάριο» ακολουθείτε σχετικά με το ξέσπασμα του πολέμου; Τι είναι αυτό που φέρνει το θερμό επεισόδιο και στη συνέχεια την ολική ρήξη;
Στο Πρώτο Αίμα βλέπουμε μια κρίση στο Αιγαίο τον Ιούλιο του 2029. Η Τουρκία βγάζει ένα πλωτό γεωτρύπανο με σκοπό γεωτρήσεις στον πυθμένα μόλις 10 ναυτικά μίλια ανατολικά της Ρόδου. Οι δύο στόλοι αντιπαρατίθενται, όπως έχει συμβεί αρκετές φορές στο παρελθόν άλλωστε, μόνο που αυτή τη φορά ένα «ατύχημα» οδηγεί σε θερμό επεισόδιο. Για τις επόμενες 24 ώρες η στρατιωτική κλιμάκωση είναι ραγδαία, με αεροναυτικές αναμετρήσεις μεγάλης κλίμακας στο βόρειο και το νότιο Αιγαίο και τουρκική επιχείρηση αποκλεισμού και επίθεσης στο Καστελόριζο. Οι εχθροπραξίες λήγουν με διεθνή παρέμβαση, όμως αφήνουν πίσω τους εκατοντάδες νεκρούς και για τις δύο πλευρές.
Ο Σκοτεινός Ουρανός συνεχίζει την ιστορία από την επόμενη μέρα της ανακωχής, περιγράφοντας πώς οι δύο χώρες προσπαθούν να διαχειριστούν εσωτερικά το σοκ. Η Ελλάδα προσπαθεί να επανεξοπλιστεί ταχύτατα και να διορθώσει παθογένειες δεκαετιών. Στην Τουρκία μια συνομωσία εκμεταλλεύεται τη λαϊκή οργή και καταλύει τη δημοκρατία. Στο τέλος του βιβλίου ένα στημένο επεισόδιο στην ανατολική Μεσόγειο δίνει τη δικαιολογία στο παράνομο καθεστώς της Άγκυρας να επιτεθεί στην Ελλάδα και να εδραιώσει την εξουσία του στην Τουρκία.
Στην Κατάσταση Πολιορκίας βλέπουμε τις επιπτώσεις της αιφνιδιαστικής τουρκικής επίθεσης αρχικά με εκατοντάδες βαλλιστικούς πυραύλους που η Ελλάδα είναι ανέτοιμη να αντιμετωπίσει. Στην Μέρα της Κρίσης θα δούμε τη λύση του δράματος.
Θα ήθελα να σας ρωτήσω περί της ακρίβειας των περιγραφών και της πλοκής σας. Αξιοποιείτε πραγματικά δεδομένα από την εξοπλιστική ισχύ των δύο χωρών; Οι γνώσεις εμπλοκής και του σύγχρονου πολεμικού επιχειρείν, που βλέπουμε στα βιβλία ότι κατέχετε, πώς προκύπτουν και κατά πόσο θεωρείτε ότι ακολουθούν μια ρεαλιστική εξέλιξη της πλοκής;
Γενικά ένα χαρακτηριστικό των βιβλίων είναι η τεχνική και επιχειρησιακή λεπτομέρεια, με σκοπό να περιγράψει τον σύγχρονο πόλεμο με το σκληρό, ταχύτατο και συνεχώς εξελισσόμενο πρόσωπό του. Στο πρώτο βιβλίο υπήρχε λεπτομερής παράθεση των αεροναυτικών δυνάμεων που ενεπλάκησαν συνολικά, αλλά και εις βάθος ανάλυση των όπλων και τακτικών που χρησιμοποιήθηκαν στο έδαφος. Στα επόμενα βιβλία αυτή η παράδοση συνεχίζεται φυσικά, ωστόσο αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα οι γεωπολιτικές εξελίξεις, η συλλογή πληροφοριών και οι ανθρώπινες ιστορίες. Η αφετηρία μου για να γράψω το πρώτο βιβλίο ήταν φυσικά η εξοικείωσή μου με το αντικείμενο, τόσο από προσωπικές εμπειρίες όσο και από την πρόσβαση που είχα σε ανθρώπους που μπορούσαν να βοηθήσουν με την έρευνα και την προσέγγισή ορισμένων θεμάτων. Η έρευνα πάντως που απαιτείται όταν ξεκινάς να γράψεις ένα τέτοιο βιβλίο είναι πάρα πολύ σημαντική και χρονοβόρος. Κανείς δεν μπορεί να είναι ειδικός σε όλους τους τομείς της στρατιωτικής, ναυτικής και αεροπορικής επιστήμης, ωστόσο, μια λάθος λεπτομέρεια μπορεί να ακυρώσει την αξιοπιστία όλου του βιβλίου.
Η κοινωνική διάσταση, που επηρεάζει φυσικά έναν πόλεμο τόσο όσο η στρατιωτική, αναδεικνύεται στο βιβλίο σας, όπως και η πολιτική αλλά και γεωπολιτική. Πώς θα περιγράφατε στο πλαίσιο της συνέντευξης μας αυτής την αντίδραση του ελληνικού λαού κατά τη διάρκεια αυτών των δραματικών γεγονότων, όπως το έχετε φανταστεί;
Είναι σημαντική ερώτηση αυτή γιατί στο «Αιγαίο» προσπαθώ να μιλήσω για έναν πόλεμο που αφορά την Ελλάδα στο σύνολό της, όχι τη συγκεκριμένη δράση κάποιων χαρακτήρων. Αυτό που προσπαθώ να δείξω είναι τα διαφορετικά επίπεδα ψυχολογικής ετοιμότητας που θα παρατηρούσαμε σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μιλώντας με ανθρώπους που συναντώ από το Καστελόριζο μέχρι τον Έβρο μου επιβεβαιώνεται κάθε φορά ότι η εξοικείωση και η ετοιμότητα των πολιτών σε αυτές τις περιοχές είναι πολύ μεγαλύτερη από ότι στα απομακρυσμένα από τα σύνορα αστικά κέντρα, για παράδειγμα. Αλλά και μεταξύ συνεκτικών γεωγραφικά κοινωνικών ομάδων υπάρχουν μεγάλες διαφορές, όπως είναι αναμενόμενο.
Γενικότερα προσπαθώ να το δείξω αυτό μέσα από τις μικρές ανθρώπινες ιστορίες που παραθέτω στα βιβλία. Δεν θέλω δηλαδή να περάσω το μήνυμα, για παράδειγμα, πως η Ελλάδα είναι τελείως ανέτοιμη, ή το άλλο άκρο, πως η Ελλάδα είναι πανέτοιμη και «θα τους φάμε όλους». Έχω συναντήσει και τα δύο, περιγράφω και τα δύο, όπως και αρκετή γκρίζα περιοχή ανάμεσα.
Και τελικά, όπως το φαντάζεστε, συμμάχους έχουμε; Θα τους έχουμε μαζί μας αν έρθει η κρίσιμη ώρα, αν μπορείτε φυσικά να αποφύγετε το spoiler…
Κατά την άποψή μου την κρίσιμη ώρα θα είμαστε μόνοι. Κάποιοι από τους συμμάχους μας θα μπορούσαν, ίσως, να μας στηρίξουν μεμονωμένα με οικονομική, βιομηχανική και περιορισμένη εξοπλιστική βοήθεια. Ακόμα και αυτό, όμως, θα αργήσει. Γενικότερα, οι δύο μεγάλες συμμαχίες μας έχουν η καθεμία λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να θεωρούμε την έμπρακτη στήριξή τους πιθανή. Το ΝΑΤΟ έχει για μέλος του και την Τουρκία, και μάλιστα πολύ σημαντικό, άρα πιθανότατα θα λάβει ίσες αποστάσεις και θα καλεί τις δύο πλευρές να τα βρούνε.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση από την άλλη είναι ένα κλαμπ στο οποίο ανήκουμε μόνο εμείς. Ωστόσο, ούτε από αυτήν περιμένω πολλά, για δύο λόγους: Πρώτον δεν έχει στρατό και δεύτερον – και κυριότερο κατά την άποψή μου – δεν έχει ομοφωνία. Οποιοδήποτε από τα υπόλοιπα 26 μέλη μπορεί να διαφωνήσει, η Τουρκία είναι άλλωστε ένας σημαντικός οικονομικός εταίρος για πολλά ευρωπαϊκά κράτη. Κατά την άποψή μου, το καλύτερο που μπορούμε να περιμένουμε από την Ε.Ε. όπως την ξέρουμε σήμερα τουλάχιστον, είναι βοήθεια από συγκεκριμένα κράτη, όπως η Γαλλία.
Παρ’ όλα αυτά, η νέο-οθωμανική τροχιά της Τουρκίας, με την παντουρκική ή πανισλαμική ρητορική του Ερντογάν, έχει ανησυχήσει αρκετούς στη γειτονιά μας. Δουλειά μας είναι να συνάψουμε συμμαχίες στην ανατολική Μεσόγειο με έμπρακτο στρατιωτικό αντίκτυπο. Κάτι που όσο περισσότερο αποθρασύνεται η Τουρκία, τόσο πιο πιθανό θα γίνεται κάποιες χώρες να συνυπογράψουν.
Μέχρι το 2029, έτος στο οποίο «τοποθετείτε» την έναρξη του πολέμου, φαίνεται ότι θα έχουν αλλάξει πολλά, σύμφωνα με τον «Ορίζοντα 2030» του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Θα αλλάζατε κάτι στα βιβλία σας, αν το γνωρίζατε από τότε, και εάν ναι τι θα ήταν αυτό;
Πραγματικά εύχομαι να αλλάξουν πράγματα στη χώρα μας σε σχέση με την αμυντική βιομηχανία, τον προσανατολισμό των εξοπλισμών, τον εκσυγχρονισμό του δόγματος, της εκπαίδευσης, της εφεδρείας, της εθνοφυλακής. Όχι γιατί είμαστε σε κακό επίπεδο, ίσα ίσα. Αλλά γιατί ο αντίπαλος συνεχώς αυξάνει την πίεση. Αυτό που επαρκούσε πριν 20 χρόνια, σήμερα δεν επαρκεί. Δείτε για παράδειγμα τι συνέβη στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Οι Αρμένιοι είχαν κατανικήσει τους Αζέρους το 1994. 26 χρόνια αργότερα κατατροπώθηκαν, όχι γιατί δεν ήταν εμπειροπόλεμοι, ούτε γιατί τους επιτέθηκε καμία υπερδύναμη, αλλά γιατί ήταν τελείως απροετοίμαστοι για το νέο πολεμικό δόγμα του αντιπάλου που περιλάμβανε ηλεκτρονικό πόλεμο και μη-επανδρωμένα – μάλιστα τουρκικής προέλευσης.
Στη χώρα μας δεν ξέρω τι θα υλοποιηθεί από όσα έχουν εσχάτως εξαγγελθεί, σε ποιο βαθμό και πόσο γρήγορα. Αυτό θα το δούμε. Πάντως στα βιβλία αποφάσισα πως δεν θα αλλάξω κάτι. Μεταξύ άλλων, τα βιβλία δείχνουν την ανάγκη για αλλαγή σε πολλούς τομείς. Θα χαρώ πάρα πολύ ως Έλλην αν οι εξελίξεις καταστήσουν αυτό το μήνυμα των βιβλίων ανεπίκαιρο σε λίγα χρόνια.
Και τελικά… Ποιος είναι ο καθοριστικός παράγοντας που μπορεί να κρίνει τη νίκη, σε έναν ενδεχόμενο ελληνοτουρκικό πόλεμο;
Κατά την άποψή μου ένας είναι ο καθοριστικός παράγων για οποιαδήποτε επιτυχία – η σωστή και έγκαιρη προετοιμασία. Υπάρχουν πολλές ρήσεις που περιγράφουν, τελικά, το ίδιο πράγμα: «Αν θέλεις την ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο». «Περισσότερος ιδρώτας, λιγότερο αίμα».
Η προετοιμασία είναι φυσικά πολυεπίπεδη. Αφορά τους εξοπλισμούς, την τεχνολογία, το δόγμα, την εκπαίδευση, την εφεδρεία, την επιμελητεία αλλά και τη συλλογή πληροφοριών, την γρήγορη ιεράρχησή και ασφαλή διάχυσή τους, την έγκαιρη αναθεώρηση σχεδίων. Αν ένας από αυτούς τους κρίκους της αλυσίδας σπάσει, κινδυνεύει κανείς να βρεθεί προ εκπλήξεων. Δεν είναι μόνο το Ναγκόρνο Καραμπάχ, η στρατιωτική ιστορία είναι γεμάτη δυσάρεστες εκπλήξεις. Η Γαλλία πλήρωσε ακριβά το παρωχημένο δόγμα της το 1940, όταν είχε περισσότερα άρματα μάχης, μαχητικά αεροσκάφη, πυροβόλα και στρατεύματα στα χαρτιά από τη Γερμανία. Δεν είναι λοιπόν ότι δεν προετοιμάζονταν οι Γάλλοι, άλλωστε κατασκεύαζαν και τη γραμμή Μαζινό. Ούτε το δόγμα τους ήταν ιδιαίτερα παλιό, αφού βασιζόταν στα χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, που είχε λήξει μόλις 22 χρόνια νωρίτερα. Παρόλα αυτά, το νέο δόγμα του Blitzkrieg πέτυχε για τους Γερμανούς σαρωτική νίκη που κανείς δεν είχε προβλέψει. Αντίθετα, η σωστή πολεμική προετοιμασία της Ελλάδας κατά τα έτη 1936-40 επέτρεψε στην ηρωική γενιά του ‘40 να κάνει το θαύμα της.
Πάμε στο σήμερα. Η χώρα μας θα πρέπει να φροντίζει να έχει πάντα το ποιοτικό πλεονέκτημα απέναντι σε έναν σημαντικά πολυαριθμότερο αντίπαλο. Και το πλεονέκτημα αυτό δεν προκύπτει από περιστασιακές αγορές «υπερόπλων» από το ράφι κάθε 20-30 χρόνια. Πριν από όλα, το ΓΕΕΘΑ θα πρέπει να φροντίζει να έχει παρατηρητές στα χαρακώματα κάθε σύγχρονης σύρραξης, όπως στην Αρμενία, τη Συρία και την Ουκρανία. Οι τεχνολογίες και οι τακτικές εξελίσσονται με αστραπιαία ταχύτητα κατά τη διάρκεια ενός πολέμου. Η δυσκολία έγκειται στο να μπορείς να συλλέγεις, να αποκωδικοποιείς και να αφομοιώνεις στο δόγμα και στα εγχειρίδιά σου τα διδάγματα – γρήγορα! Στην εποχή μας, το θεωρώ ζήτημα επιβίωσης.
Σκεφτείτε για παράδειγμα, πόσα σημαντικότατα οφέλη έφερε σε αυτούς τους τομείς η συμμετοχή της χώρας μας στην επιχείρηση ASPIDES. Η ανάπτυξη και χρήση σε πολεμικές συνθήκες του συστήματος ΚΕΡΒΕΡΟΣ της ΕΑΒ αφορά το ΠΝ και το δόγμα του, την ΕΑΒ, τους εξοπλισμούς, την αμυντική βιομηχανία, τα πάντα. Προσωπικά θεωρώ αυτά τα χειροπιαστά οφέλη σημαντικότερα υλικά μιας συνταγής «νίκης» από τις όποιες εξαγγελίες για εξοπλιστικά προγράμματα.
Και αλήθεια, τι θα μπορούσε να θεωρηθεί, για εμάς, ως «νίκη»;
Πρώτα από όλα νίκη είναι η ειρήνη, όχι όμως με υποχωρήσεις αλλά με αποτροπή. Τώρα αν αποτύχει η αποτροπή και πάμε σε πολεμική σύγκρουση, τότε νίκη για εμένα είναι μόνο ένα πράγμα: Η καταστροφή του αντιπάλου σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορεί να συνεχίσει τον πόλεμο. Η Τουρκία είναι πράγματι μια τεράστια χώρα για να την γονατίσεις μόνο με το ντουφέκι. Θα πρέπει να μη διστάσεις να χρησιμοποιήσεις τους συμμάχους σου, τους ανταγωνιστές και τους εχθρούς της, ακόμα και το ίδιο της το βάρος με την επισφαλή εθνική, εθνοτική και πολιτισμική συνοχή της.
Αν τα καταφέρεις, πάντως, κάθεσαι στο τραπέζι και επιβάλλεις τους όρους σου σχετικά με την ΑΟΖ, το δίκαιο της θάλασσας, τις πολεμικές αποζημιώσεις, ενδεχομένως ακόμα και την αποστρατικοποίηση των μικρασιατικών παραλίων. Θεωρώ πραγματική «νίκη» οτιδήποτε εξασφαλίσει για τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας ότι δε θα χρειαστεί να ξαναπολεμήσουν την Τουρκία. Έτσι, οι όροι της «νίκης» δεν μπορεί να είναι εδαφικοί.
Μια δημοκρατία σαν την Ελλάδα, ακόμα και αν κατακτήσει τουρκικά εδάφη στην ανατολική Θράκη ή στο Αιγαίο, δεν μπορεί να τα κρατήσει, γιατί αυτό θα σήμαινε είτε ότι θα συντηρούμε υπόδουλο τουρκικό πληθυσμό, μεταθέτοντας το πρόβλημα στην επόμενη γενιά, είτε ότι θα κάνει εθνοκαθάρσεις. Αυτά όμως είναι για άλλους πολιτισμούς, όχι για τον δικό μας. Το μόνο μέρος όπου έχει νόημα μια συζήτηση για εδαφικά κέρδη είναι η Κύπρος – όμως μια στρατιωτική νίκη στο Αιγαίο δεν σημαίνει κάτι για το θέατρο της Κύπρου. Η προβολή ισχύος εκεί, είναι πολύ διαφορετική υπόθεση και, κατά την άποψή μου, θα πρέπει να αφορά πρωτίστως την Κύπρο, με την Ελλάδα και άλλους συμμάχους να την υποστηρίζουν.