Η αύξηση των δασμών μπορεί να αναγκάσει κάποιες μικρότερες επιχειρήσεις να αποσυρθούν από την αγορά των ΗΠΑ, αδυνατώντας να απορροφήσουν το αυξημένο κόστος ή να ανταγωνιστούν επαρκώς, επισημαίνει ο Αλκιβιάδης Καλαμπόκης, Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ) σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στην ηλεκτρονική εφημερίδα «Attica Times» και την Οικονομική Αναλύτρια Δάφνη Γρηγοριάδη.
Πώς πιστεύετε ότι η επιβολή δασμών θα επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, όπως οι ελιές και το ελαιόλαδο, στις ΗΠΑ;
Η επιβολή δασμών στα ελληνικά προϊόντα, ειδικά σε εμβληματικές κατηγορίες όπως οι ελιές και το ελαιόλαδο, αποτελεί μια σοβαρή και πολυεπίπεδη πρόκληση για την εξαγωγική μας δραστηριότητα. Οι ελληνικές επιχειρήσεις, μέσα από δεκαετίες επενδύσεων στην ποιότητα, στην αυθεντικότητα και στη διατήρηση της παράδοσης, έχουν καταφέρει να εδραιωθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες ως προμηθευτές προϊόντων υψηλής αξίας. Ωστόσο, οι νέοι δασμοί αυξάνουν το τελικό κόστος για τον καταναλωτή, σε μια αγορά ιδιαίτερα ευαίσθητη στις τιμές, ειδικά στα είδη καθημερινής κατανάλωσης.
Το αποτέλεσμα είναι διττό. Από τη μία πλευρά, ο Έλληνας παραγωγός και εξαγωγέας βλέπει τα περιθώρια κέρδους να συρρικνώνονται επικίνδυνα. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι η αμερικανική αγορά λειτουργεί σε πολύ υψηλά επίπεδα ανταγωνισμού και είναι εξαιρετικά δυναμική: μια μικρή αλλαγή στις τιμές ή στη διαθεσιμότητα μπορεί να μετατοπίσει άμεσα τις προτιμήσεις των καταναλωτών.
Επιπλέον, δεν πρέπει να αγνοούμε τη συμβολική διάσταση. Τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα δεν είναι απλά εμπορεύματα. Αντιπροσωπεύουν την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά, την υγιεινή διατροφή και τον μεσογειακό τρόπο ζωής. Όταν η πρόσβαση αυτών των προϊόντων δυσκολεύει ή γίνεται ακριβότερη, επηρεάζεται συνολικά και η εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό.
Σε πρακτικό επίπεδο, η αύξηση των δασμών μπορεί να αναγκάσει κάποιες μικρότερες επιχειρήσεις να αποσυρθούν από την αγορά των ΗΠΑ, αδυνατώντας να απορροφήσουν το αυξημένο κόστος ή να ανταγωνιστούν επαρκώς. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για την περιφερειακή ανάπτυξη στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου η παραγωγή ελαιολάδου και επιτραπέζιας ελιάς αποτελεί βασική πηγή εισοδήματος.
Συνολικά, η επιβολή δασμών περιορίζει την ανταγωνιστικότητά μας σε ένα κρίσιμο εξαγωγικό προορισμό και θέτει σε δοκιμασία την ανθεκτικότητα του ελληνικού αγροδιατροφικού τομέα. Η απάντηση σε αυτήν την πρόκληση απαιτεί εθνικό συντονισμό, στρατηγικές επενδύσεις στην προστιθέμενη αξία και συνεχή προσπάθεια για τη διατήρηση της παρουσίας των ελληνικών προϊόντων στα διεθνή ράφια.
Ποιες στρατηγικές πιστεύετε ότι πρέπει να ακολουθήσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις για να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και να προστατεύσουν τη θέση τους στην αγορά των ΗΠΑ;
Η προσαρμογή στις νέες συνθήκες που δημιουργούν οι δασμοί απαιτεί από τις ελληνικές επιχειρήσεις μια συντονισμένη, πολυεπίπεδη στρατηγική, η οποία να κινείται ταυτόχρονα σε επίπεδο κόστους, ποιότητας και εμπορικής παρουσίας.
Καταρχάς, είναι αναγκαία η ενίσχυση του “branding” και της διαφοροποίησης. Τα ελληνικά προϊόντα πρέπει να τοποθετηθούν στην αμερικανική αγορά ως μοναδικά, όχι μόνο για τη γεύση και την ποιότητά τους, αλλά και για την ιστορία και την πολιτιστική αξία που μεταφέρουν. Η αφήγηση γύρω από το ελληνικό ελαιόλαδο και τις ελιές πρέπει να αναδεικνύει τις έννοιες της αυθεντικότητας, της υγιεινής διατροφής και της μεσογειακής φιλοσοφίας ζωής.
Παράλληλα, πρέπει να ενισχυθούν οι συνεργασίες με τοπικούς διανομείς, χονδρεμπόρους και αλυσίδες λιανικής. Οι ελληνικές εταιρείες πρέπει να επενδύσουν σε σχέσεις εμπιστοσύνης με εταίρους στις ΗΠΑ, να συμμετέχουν ενεργά σε εκθέσεις και εμπορικές αποστολές και να δημιουργούν δυνατά δίκτυα διανομής που να μπορούν να υποστηρίξουν την παρουσία των προϊόντων στην αγορά, ακόμα και σε περιόδους αναταραχών.
Επιπλέον, θα πρέπει να επανεξεταστεί ολόκληρη η αλυσίδα αξίας, από την παραγωγή μέχρι τη διανομή, με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητας. Καινοτόμες λύσεις στη συσκευασία, στην εφοδιαστική και στη διαχείριση αποθεμάτων μπορούν να μειώσουν τα λειτουργικά κόστη και να περιορίσουν την επίπτωση των δασμών στην τελική τιμή.
Τέλος, η στρατηγική διαφοροποίησης προϊόντος έχει κρίσιμη σημασία. Η ανάπτυξη νέων κωδικών, premium προϊόντων, βιολογικών εκδόσεων ή και ειδικών σειρών που να στοχεύουν συγκεκριμένα segments της αγοράς (όπως vegan, organic ή gourmet προϊόντα) μπορεί να δημιουργήσει νέα κανάλια και να μειώσει την εξάρτηση από τις παραδοσιακές γραμμές πωλήσεων.
Η ελληνική επιχειρηματικότητα έχει αποδείξει ότι μπορεί να καινοτομεί και να αντέχει σε δύσκολες συνθήκες. Τώρα είναι η στιγμή να επενδύσουμε σε ευφυείς στρατηγικές που θα διασφαλίσουν την ισχυρή παρουσία μας στις ΗΠΑ, ακόμη και σε ένα δυσμενές περιβάλλον.
Πιστεύετε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναθεωρήσει τη στρατηγική της για την προστασία των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων και πώς μπορεί να το κάνει αυτό;
Ναι, πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να αναθεωρήσει τη στρατηγική της απέναντι στις προκλήσεις που διαμορφώνονται στο παγκόσμιο εμπόριο και να ενισχύσει την προστασία και προώθηση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων.
Καταρχάς, η Ε.Ε. πρέπει να υιοθετήσει μια πιο επιθετική και άμεση διπλωματία σε θέματα εμπορίου. Σε περιπτώσεις επιβολής δασμών ή άλλων εμπορικών εμποδίων από τρίτες χώρες, η αντίδραση πρέπει να είναι ταχεία, τεκμηριωμένη και βασισμένη στη χρήση όλων των διαθέσιμων εργαλείων του διεθνούς εμπορικού δικαίου, ώστε να προστατεύονται τα συμφέροντα των ευρωπαίων παραγωγών.
Παράλληλα, απαιτείται η αύξηση της χρηματοδότησης προγραμμάτων προώθησης αγροτικών προϊόντων σε στρατηγικές αγορές, όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Ιαπωνία. Μέσω αυτών των προγραμμάτων μπορούν να στηριχθούν στοχευμένες καμπάνιες ενημέρωσης του καταναλωτικού κοινού για την ποιότητα, την αυθεντικότητα και την προστιθέμενη αξία των ευρωπαϊκών, και ειδικά των ελληνικών, προϊόντων.
Ένα άλλο σημείο-κλειδί είναι η περαιτέρω ενίσχυση των ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντων. Η προστασία και η διεθνής αναγνώριση αυτών των προϊόντων όχι μόνο διασφαλίζει τη μοναδικότητά τους, αλλά προσφέρει και ισχυρά νομικά εργαλεία για την καταπολέμηση αθέμιτου ανταγωνισμού και απομιμήσεων στις διεθνείς αγορές.
Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να στηρίξει ενεργά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής αγροδιατροφικής παραγωγής. Απαιτούνται πιο ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, τεχνική υποστήριξη για την προσαρμογή σε διεθνή standards και πολιτικές που θα επιτρέπουν την ταχύτερη προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες εμπορικές συνθήκες.
Μια Ευρώπη που στηρίζει ενεργά τις αγροτικές εξαγωγές της, είναι μια Ευρώπη που επενδύει στην ποιότητα, στην ανάπτυξη και στην προστασία των περιφερειακών οικονομιών της.