Σε θετικό και ευγενικό κλίμα πραγματοποιήθηκε το μεσημέρι της Δευτέρας 30 Ιουνίου η τελετή παράδοσης και παραλαβής του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, με τον απερχόμενο υπουργό Μάκη Βορίδη και τον νέο υπουργό Θάνο Πλεύρη να ανταλλάσσουν θερμά λόγια.
Ο Μάκης Βορίδης, αποχωρώντας από τη θέση, επισήμανε: «Δεν μπορώ να πω ότι είχαμε τον χρόνο να εφαρμόσουμε πολλά. Από την πρώτη στιγμή έπρεπε να αντιμετωπίσουμε ένα ζήτημα που ανέκυψε με το ΣτΕ και την ακύρωση της ΚΥΑ για το θέμα της ασφαλούς χώρας που επηρεάζει τα θέματα του ασύλου». Αναφέρθηκε σε θέματα που είχαν προετοιμαστεί, όπως το νομοσχέδιο για τη νόμιμη μετανάστευση, αλλά και στις προκλήσεις που σχετίζονται με τις αυξημένες ροές στην Κρήτη. Όπως είπε, «πρέπει να παρθούν αποφάσεις και να πάτε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ηγεσία της Λιβύης για το πώς θα αντιμετωπίσουμε το θέμα αυτό».
Εκφράζοντας την εμπιστοσύνη του στον διάδοχό του, υπογράμμισε: «Μεγάλη χαρά που παραδίδω σε ένα συναγωνιστή μου, τον Θάνο τον Πλεύρη. Με όλους στη ΝΔ μοιραζόμαστε κοινές αξίες, με τον Θάνο και λίγο παραπάνω». Τόνισε, επίσης, την ανάγκη αναθεώρησης των θεμάτων ασύλου και κατέληξε λέγοντας: «Θα είναι λαμπρή και φωτισμένη η ηγεσία του Θάνου Πλεύρη. Αν χρειαστείς κάτι, είμαι σίγουρος ότι δεν θα χρειαστεί, θα είμαι εδώ να βοηθήσω».
Ο Θάνος Πλεύρης, παραλαμβάνοντας το χαρτοφυλάκιο, ευχαρίστησε τον Πρωθυπουργό για την εμπιστοσύνη, δηλώνοντας: «Ευχαριστώ τον πρωθυπουργό που μου έκανε την τιμή να με εμπιστευτεί τη θέση του υπουργού Μετανάστευσης». Αναγνωρίζοντας τη σημασία του προκατόχου του, είπε: «Είμαι στην αμήχανη θέση να διαδέχομαι τον Μάκη Βορίδη, αλλά αν κάποιος έπρεπε να διαδεχτεί τον Μάκη Βορίδη καλό θα ήταν να ήμουν εγώ».
Σχετικά με τη μεταναστευτική πολιτική, ανέφερε πως οι βάσεις που τέθηκαν δεν πρέπει να αλλάξουν, καθώς «η χώρα ήθελε να ακολουθήσει από το 2019» αυτή την πολιτική, αλλά τότε «η Ευρώπη δεν ήταν έτοιμη». Ξεκαθάρισε πως «όποιος έρχεται εδώ και δεν είναι δικαιούχος ασύλου οι επιλογές του θα είναι ή να επιστρέψει στη χώρα του ή να πάει φυλακή», βάζοντας τέλος στην αντίληψη ότι το υπουργείο λειτουργεί απλώς ως «διαδικασία ξενοδοχειακή για αυτούς που έρχονται παράνομα». Υπογράμμισε, τέλος, την ανάγκη για οργανωμένες διαδικασίες νόμιμης εισόδου εργαζομένων στη χώρα.