Σε μια κοινή και αυστηρή απόφαση προχώρησαν επτά ευρωπαϊκές χώρες, απαγορεύοντας την είσοδο στη ζώνη Σένγκεν σε άτομα που συμμετείχαν ενεργά στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Η απόφαση, που ελήφθη κατά τη διάρκεια συνάντησης υπουργών Εσωτερικών στο Ταλίν, αφορά κυρίως Ρώσους πολίτες και μέλη παραστρατιωτικών ή ενόπλων οργανώσεων.
Την κοινή δήλωση υπέγραψαν η Πολωνία, οι χώρες της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία), καθώς και οι σκανδιναβικές χώρες Σουηδία, Φινλανδία και Νορβηγία. Οι κυβερνήσεις αυτών των κρατών θεωρούν ότι η παρουσία πρώην μαχητών εντός της Ε.Ε. συνιστά σοβαρό ρίσκο για την εσωτερική ασφάλεια και τη σταθερότητα.
Ο Εσθονός υπουργός Εσωτερικών Ίγκορ Τάρο δήλωσε ότι «χιλιάδες Ρώσοι με στρατιωτική εμπειρία ενδέχεται να αξιοποιηθούν από εγκληματικά ή κατασκοπευτικά δίκτυα εντός της Ευρώπης».
Απαγόρευση χωρίς ημερομηνία λήξης
Αξιοσημείωτο είναι ότι η απαγόρευση δεν συνδέεται με την επίσημη λήξη του πολέμου: θα παραμείνει σε ισχύ για όσο υπάρχει «κίνδυνος αστάθειας» από τους εμπλεκόμενους. Το μέτρο καλύπτει την απόρριψη βίζας, άδειας παραμονής και οποιασδήποτε μορφής διαμονής εντός της Ε.Ε.
Παράλληλα, οι επτά χώρες καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υιοθετήσει ενιαία, δεσμευτική πολιτική αποκλεισμού, ώστε να αποφευχθούν «κενά» λόγω διαφορετικών εθνικών πολιτικών. Στα εξωτερικά σύνορα, ενισχύονται τα μέτρα επιτήρησης, τόσο μέσω φυσικής παρουσίας όσο και με τεχνολογικά μέσα (drones, αισθητήρες, κυβερνοασφάλεια).
Η πρωτοβουλία εντάσσεται στο γενικότερο αυστηροποιημένο πλαίσιο ασφαλείας που έχει υιοθετήσει η Ευρώπη μετά το 2022. Ενισχύεται η αντίληψη ότι η συμμετοχή σε επιθετικές στρατιωτικές επιχειρήσεις θα συνεπάγεται όχι μόνο πολιτικό και νομικό, αλλά και προσωπικό κόστος για τους εμπλεκομένους.
Η απόφαση αναμένεται να προκαλέσει αντιδράσεις από τη ρωσική πλευρά, ωστόσο οι χώρες που την υιοθέτησαν δείχνουν αποφασισμένες να συνεχίσουν τη σκληρή γραμμή έναντι όσων θεωρούν απειλή για τη δημοκρατική τάξη και ασφάλεια στην Ευρώπη.