Η Νέα Δημοκρατία διατηρεί σταθερά την πολιτική υπεροχή, ενισχύοντας τις δημοσκοπικές της επιδόσεις και «χτίζοντας» σταδιακά μια πιο ελκυστική εικόνα για τους πολίτες. Η νέα αυτή ταυτότητα εδράζεται σε δύο βασικούς άξονες: τις οικονομικές «ανάσες» μέσω μισθολογικών αυξήσεων και τη θεμελίωση μιας «νέας Ελλάδας» με έμφαση στις υποδομές, τη δημόσια διοίκηση, την υγεία και την παιδεία. Το ιδεολογικό αφήγημα της παράταξης εμπλουτίζεται με έντονα πατριωτικά χαρακτηριστικά, ενώ ο πρωθυπουργός, στη μέση της δεύτερης θητείας του, δρομολογεί μεταρρυθμίσεις όπως η αξιολόγηση και οι αλλαγές στα πανεπιστήμια, οι οποίες προκαλούν αντιδράσεις, αλλά και θέτει στο τραπέζι τη συνταγματική αναθεώρηση. Η στόχευση είναι να αναδειχθεί «ποιος είναι πραγματικά προοδευτικός στην πράξη και όχι στα λόγια». Το κυβερνητικό έργο κινείται σε σαφές και δομημένο πλαίσιο με χρονοδιαγράμματα και στόχο το 2027, όταν θα τεθεί στην κρίση των πολιτών.
Στον αντίποδα, το σκηνικό στην αντιπολίτευση χαρακτηρίζεται από ρευστότητα. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν συνεχείς μεταβολές στη δεύτερη θέση μεταξύ της «Πλεύσης Ελευθερίας» και του ΠΑΣΟΚ. Αν και οι διαφορές είναι μικρές, αποκαλύπτουν ένα εκλογικό σώμα που δεν έχει ξεκάθαρο αντίπαλο του Κυριάκου Μητσοτάκη και ταλαντεύεται μεταξύ του αντισυστημικού λόγου και μιας ασχημάτιστης αντίδρασης. Το ΠΑΣΟΚ δεν καταφέρνει να πείσει ως σοβαρός εναλλακτικός πόλος διακυβέρνησης, ενώ στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς κυκλοφορεί έντονα το σενάριο επιστροφής του Αλέξη Τσίπρα, πιθανώς μέσω νέου πολιτικού σχηματισμού. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς βλέπει θετικά μια τέτοια προοπτική – το 44,8% επιθυμεί πρωτοβουλία πριν τις εκλογές και το 35,5% μετά.
Η επιλογή της ΝΔ να στρέψει τα πυρά της στον πρώην πρωθυπουργό λέγοντας πως «10 χρόνια μετά το απόλυτο χάος που προκάλεσε στην οικονομία, μας θυμίζει τον υπαίτιο», ερμηνεύεται από αναλυτές ως μια στρατηγική που ενδεχομένως «συμφέρει» επικοινωνιακά, αφού επαναφέρει στη μνήμη του εκλογικού σώματος εικόνες αστάθειας όπως οι ουρές στα ΑΤΜ και η συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ.
Εντός του ΣΥΡΙΖΑ η κατάσταση παραμένει ταραχώδης, με τον Σωκράτη Φάμελλο στο 5ο Συνέδριο του κόμματος να εκφράζει ανοιχτά την ανησυχία του για την πορεία της συζήτησης περί «ανασύνθεσης της κεντροαριστεράς», επισημαίνοντας ότι «θα φθειρόμαστε όλοι», επιρρίπτοντας ευθύνες σε ΠΑΣΟΚ και Νέα Αριστερά.
Στο δεξιό φάσμα της πολιτικής σκηνής, η Ελληνική Λύση διατηρεί δυνάμεις, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, παρά τον προβληματισμό ενός μέρους των ψηφοφόρων της. Η Νίκη προσπαθεί να διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο, ενώ η αποπομπή τριών βουλευτών των Σπαρτιατών – ανάμεσά τους και του προέδρου τους – μειώνει τον αριθμό των εδρών στη Βουλή στους 297. Η Φωνή της Λογικής δείχνει πτώση στις μετρήσεις, ενώ ο Αντώνης Σαμαράς, με την έντονη πολιτική του κινητικότητα και τα σενάρια για νέο κόμμα, προκαλεί ένταση στον χώρο της Δεξιάς. Το κυβερνητικό επιτελείο, πάντως, παρακολουθεί τις εξελίξεις και παραμένει επικεντρωμένο στη δική του στρατηγική, επιδιώκοντας τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα σε όλους τους τομείς.