Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε την Παρασκευή νέες κυρώσεις κατά της εγκληματικής οργάνωσης Cártel de los Soles, η οποία φέρεται να δραστηριοποιείται στη Βενεζουέλα και να έχει στενές σχέσεις με τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο και υψηλόβαθμους αξιωματούχους της κυβέρνησής του.
Η Ουάσιγκτον χαρακτηρίζει το καρτέλ αυτό ως τρομοκρατική οργάνωση και το εντάσσει στη μαύρη λίστα του γραφείου ελέγχου ξένων περιουσιακών στοιχείων (OFAC), επιβάλλοντας πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και απαγόρευση οποιασδήποτε συναλλαγής με πρόσωπα ή οντότητες στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, το Cártel de los Soles «παρέχει υλική υποστήριξη» σε εγκληματικά δίκτυα όπως η Tren de Aragua και το καρτέλ Σιναλόα, διευκολύνοντας τη διακίνηση ναρκωτικών προς τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως το καθεστώς Μαδούρο αξιοποιεί αυτά τα κυκλώματα για να αποσταθεροποιήσει τη χώρα τους μέσω της λεγόμενης «ναρκωτρομοκρατίας».
«Το καρτέλ των Ήλιων είναι εγκληματική οργάνωση που διοικείται από τον Νικολάς Μαδούρο και στελέχη του καθεστώτος του, υποστηρίζοντας τρομοκρατικές οργανώσεις που απειλούν την ειρήνη και ασφάλεια των ΗΠΑ», ανέφερε ο υφυπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ.
Το όνομα της οργάνωσης προέρχεται από το έμβλημα του ήλιου που φέρουν οι στολές των ανώτατων στρατιωτικών της Βενεζουέλας.
Καμία αποδεικτική τεκμηρίωση δεν προσκομίστηκε από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ για τους ισχυρισμούς αυτούς, ενώ η βενεζουελανική κυβέρνηση δεν έχει ακόμη απαντήσει επίσημα.
Η Tren de Aragua, με έδρα τη Βενεζουέλα, θεωρείται από τις πιο βίαιες εγκληματικές οργανώσεις της Λατινικής Αμερικής, με δραστηριότητες σε διακίνηση ναρκωτικών, ανθρώπων, εκβιασμούς και φόνους σε πολλές χώρες της περιοχής.
Οι σχέσεις ΗΠΑ–Βενεζουέλας παραμένουν ιδιαίτερα τεταμένες από το 2019, όταν η Ουάσιγκτον δεν αναγνώρισε την επανεκλογή του Μαδούρο και διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με το Καράκας, επιβάλλοντας ευρείες οικονομικές κυρώσεις και εμπάργκο στο πετρέλαιο.
Κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ, οι ΗΠΑ είχαν απαγγείλει κατηγορίες εναντίον του Μαδούρο για «ναρκωτρομοκρατία», προσφέροντας ακόμη και αμοιβή για τη σύλληψή του, κατηγορίες τις οποίες ο ίδιος είχε απορρίψει κατηγορηματικά.