Του Κίμωνα Λογοθέτη
Η πρόσφατη εξαγγελία του προέδρου της Βουλής, Νικήτα Κακλαμάνη, για εφαρμογή «κόφτη» στις ομιλίες των βουλευτών αποτελεί μια ουσιαστική τομή στη λειτουργία του Κοινοβουλίου. Η πρωτοβουλία αυτή έρχεται να θέσει ένα ξεκάθαρο πλαίσιο: τέλος οι ατελείωτες και συχνά εκτός θέματος παρεμβάσεις, αρχή για έναν πιο πειθαρχημένο και αποτελεσματικό κοινοβουλευτικό διάλογο.
Εδώ και χρόνια, οι συνεδριάσεις της Βουλής χαρακτηρίζονταν από υπερβολές στη διάρκεια των ομιλιών. Βουλευτές καταλάμβαναν το βήμα όχι για να συμβάλουν στην ουσία της συζήτησης, αλλά για να επιμηκύνουν τον προσωπικό τους χρόνο προβολής. Το αποτέλεσμα ήταν συνεδριάσεις που ξεκινούσαν το πρωί και κατέληγαν σε εξαντλητικές διαδικασίες μέχρι αργά το βράδυ, με τους πολίτες να παρακολουθούν κουρασμένοι έναν ατέρμονο κύκλο φλυαρίας.
Με τον νέο κανονισμό, κάθε ομιλητής θα έχει σαφή χρονικό όριο, το οποίο θα τηρείται απαρέγκλιτα. Ο πρόεδρος θα προειδοποιεί πέντε λεπτά πριν τη λήξη, ενώ στο τέλος ο μικρόφωνο και η κάμερα θα κλείνουν αυτόματα. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι όλοι –από τον Πρωθυπουργό μέχρι και τον τελευταίο βουλευτή– θα σέβονται τους ίδιους κανόνες.
Η σημασία αυτής της αλλαγής δεν είναι μόνο διαδικαστική, αλλά κυρίως πολιτική και θεσμική. Ο κοινοβουλευτικός λόγος πρέπει να είναι ουσιαστικός, πειθαρχημένος και επικεντρωμένος στο θέμα. Η Βουλή δεν είναι πεδίο απεριόριστων προσωπικών μονολόγων, αλλά χώρος διαλόγου και λήψης αποφάσεων. Η δημόσια ομιλία απαιτεί μέτρο, σαφήνεια και σεβασμό στο ακροατήριο.
Σε μια εποχή όπου οι πολίτες δείχνουν συχνά δυσπιστία απέναντι στους θεσμούς, ο «κόφτης» μπορεί να λειτουργήσει ως μήνυμα σοβαρότητας. Ότι το Κοινοβούλιο δεν χάνεται σε ατέρμονες παρεκβάσεις, αλλά εστιάζει σε ό,τι πραγματικά αφορά τη χώρα. Η τάξη στον χρόνο ομιλίας ισοδυναμεί με τάξη στον δημόσιο διάλογο, κάτι που ενισχύει την αξιοπιστία και το κύρος του θεσμού.
Επιπλέον, η εμπειρία άλλων κοινοβουλίων αποδεικνύει πως η αυστηρή τήρηση χρόνου συμβάλλει στην ποιότητα του διαλόγου. Ο περιορισμός δεν καταπνίγει τον λόγο· τον πειθαρχεί, τον κάνει πιο σαφή, πιο δομημένο, πιο αποτελεσματικό. Αναγκάζει τον ομιλητή να σταθεί στην ουσία, να αποφύγει τις περιττές παρεκβάσεις και να μιλήσει με επιχειρήματα.
Η πρωτοβουλία του κ. Κακλαμάνη, λοιπόν, δεν πρέπει να ιδωθεί ως φίμωση, αλλά ως εκσυγχρονισμός. Δεν περιορίζει τη δημοκρατία· την προστατεύει από την κατάχρηση. Δεν περιορίζει τη φωνή των βουλευτών· τους υπενθυμίζει ότι η φωνή τους αποκτά αξία μόνο όταν εκφράζει την ουσία.
Η Βουλή των Ελλήνων έχει ανάγκη από τέτοιες παρεμβάσεις που δίνουν κύρος στον θεσμό και επαναφέρουν την πειθαρχία και την ουσιαστικότητα στη δημόσια σφαίρα. Γιατί στο τέλος της ημέρας, η πολιτική δεν κρίνεται από το ποιος μιλάει περισσότερο, αλλά από το ποιος λέει κάτι που έχει νόημα.
Ο «κόφτης», λοιπόν, είναι μια θετική τομή. Έρχεται να βάλει όρια, να επιβάλει τάξη και να θυμίσει ότι η κοινοβουλευτική συζήτηση υπάρχει για να παράγει αποφάσεις και πολιτικές προς όφελος της κοινωνίας – όχι για να λειτουργεί ως απεριόριστη σκηνή ρητορικής αυτοπροβολής.