Η Ζωή Κωνσταντοπούλου εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης. Όχι κοινοβουλευτικά, αλλά επικοινωνιακά, στον κόσμο της οργής και της αγανάκτησης. Με προφίλ δυναμικό, επιθετικό και συχνά θεατρικό, έχει καταφέρει να βρει πολιτικό ακροατήριο. Όμως, όσο ισχυροποιείται η παρουσία της στον δημόσιο λόγο, τόσο πιο ορατό γίνεται το κενό ουσίας στην πολιτική της πρόταση.
Η «δημοσκοπική αρχηγός της αντιπολίτευσης» δεν διαθέτει συγκεκριμένο σχέδιο για την οικονομία. Δεν έχει μιλήσει με όρους αριθμών, μεταρρυθμίσεων ή αναπτυξιακής στρατηγικής. Δεν έχει καταθέσει πρόταση για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, για τη στήριξη των επιχειρήσεων, για την ενίσχυση της απασχόλησης. Περιορίζεται στη γενική καταγγελία του «συστήματος», χωρίς όμως να παρουσιάζει τι θα έκανε διαφορετικά.
Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, η στάση της είναι ακόμα πιο προβληματική: δεν έχει διαμορφώσει συνεκτική τοποθέτηση για τον πόλεμο στην Ουκρανία, τη στάση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ ή την ισορροπία με την Τουρκία. Ούτε σχέδιο, ούτε πυξίδα — μόνο άρνηση και καταγγελία.
Αυτό που αποτελεί το βασικό της εργαλείο είναι η σκανδαλολογία, την οποία επαναλαμβάνει με επιμονή, συχνά στα όρια του μονόλογου. Αντί για αντιπολίτευση με τεκμηρίωση και υπευθυνότητα, επιλέγει το μόνιμο σχήμα του εισαγγελέα. Αντί για παραγωγή πολιτικής, επιλέγει την υπερπροβολή προσωπικής επιθετικότητας — είτε από το βήμα της Βουλής, είτε σε τηλεοπτικά στούντιο.
Η στάση της στο Κοινοβούλιο είναι ενδεικτική. Διαρκείς διακοπές, προσβολές, φραστικές επιθέσεις, χρήση διαδικαστικών τρικ για να παγώσει η διαδικασία. Αντί να ενισχύει τον κοινοβουλευτισμό, τον υπονομεύει με τρόπο θεατρινίστικο. Αντί να υπερασπίζεται την αντιπροσώπευση, τη μετατρέπει σε σόου.
Ακόμα και η ρητορική της έχει έναν σκοπό: να προσελκύσει τους φίλους της απαξίωσης, του μηδενισμού και της σύγκρουσης. Όχι αυτούς που διαφωνούν με το κυβερνητικό έργο και αναζητούν καλύτερες λύσεις· αλλά εκείνους που επιθυμούν την αποδόμηση του ίδιου του πολιτικού συστήματος. Είναι μια πολιτική στόχευση επικίνδυνα επιφανειακή — γιατί επενδύει στην οργή, αλλά όχι στην ευθύνη.
Η χώρα όμως χρειάζεται σήμερα ακριβώς το αντίθετο: σοβαρότητα, θεσμική σταθερότητα, προτάσεις που μπορούν να σταθούν. Οι πολίτες έχουν κάθε δικαίωμα να διαμαρτύρονται και να αναζητούν εναλλακτικές. Αλλά και κάθε δικαίωμα να απαιτούν από τις ηγετικές φιγούρες της αντιπολίτευσης να φέρονται σαν υπεύθυνοι πολιτικοί, όχι σαν κατήγοροι.
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου μπορεί να κατέχει μια δημοσκοπική πρωτιά. Αλλά αυτό από μόνο του δεν αρκεί για να ασκήσει ρόλο αντιπάλου δέους. Χρειάζεται πολιτικό περιεχόμενο. Χρειάζεται θεσμική ωριμότητα. Χρειάζεται σχέδιο για τη χώρα — και όχι μόνο καταγγελία για τους άλλους.
Η αντιπολίτευση είναι ζωτικής σημασίας για κάθε δημοκρατία. Το ζητούμενο όμως δεν είναι ποιος φωνάζει πιο δυνατά, αλλά ποιος έχει να πει κάτι χρήσιμο. Και προς το παρόν, η «δημοσκοπική αρχηγός» περιορίζεται στο πρώτο.