Της Δάφνης Γρηγοριάδη, Οικονομικής Αναλύτριας
Το 2024, η ελληνική οικονομία συνέχισε να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στους έμμεσους φόρους ως κύρια πηγή δημοσίων εσόδων, επιβεβαιώνοντας μια διαχρονική τάση του ελληνικού φορολογικού συστήματος. Τα συνολικά έσοδα από φόρους ανήλθαν στα 68,7 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων οι έμμεσοι φόροι απέφεραν 38,5 δισ. ευρώ, καλύπτοντας έτσι το 56% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Μέσα σε αυτή την κατηγορία συγκαταλέγεται και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ).
Ο ΦΠΑ στο επίκεντρο – 7 στα 10 ευρώ έμμεσων φόρων προέρχονται από αυτόν
Το 2024, τα έσοδα από ΦΠΑ ανήλθαν σε 28,3 δισεκατομμύρια ευρώ, που αντιστοιχούν στο 68% των συνολικών εσόδων από έμμεσους φόρους. Ουσιαστικά, από κάθε 10 ευρώ που εισπράττει το κράτος μέσω έμμεσης φορολογίας, σχεδόν τα 7 προέρχονται από τον ΦΠΑ.
Αυτή η εξάρτηση από τον ΦΠΑ δεν είναι τυχαία. Η κατανάλωση παραμένει βασικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας και οι αυξημένες τιμές, σε συνδυασμό με την επαναφορά του τουρισμού σε υψηλά επίπεδα, ενίσχυσαν την είσπραξη αυτού του φόρου. Ωστόσο, αυτή η πραγματικότητα εγείρει και σημαντικά ερωτήματα για την φορολογική δικαιοσύνη.
Οι έμμεσοι φόροι, και ιδιαίτερα ο ΦΠΑ, θεωρούνται αντίστροφα προοδευτικοί φόροι. Με απλά λόγια, επιβαρύνουν περισσότερο τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, καθώς αυτοί οι πολίτες καταναλώνουν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους σε αγαθά και υπηρεσίες σε σχέση με τους πιο εύπορους.
Το γεγονός ότι οι έμμεσοι φόροι αποτελούν το 56% των συνολικών φορολογικών εσόδων σημαίνει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να βασίζεται σε ένα σύστημα όπου η κατανάλωση φορολογείται περισσότερο από το εισόδημα ή τον πλούτο. Αν συγκρίνουμε τη σημερινή εικόνα με προηγούμενα έτη, διαπιστώνουμε ότι το ποσοστό συμμετοχής των έμμεσων φόρων στα συνολικά έσοδα παραμένει υψηλό. Αυτό προσφέρει σταθερότητα στα έσοδα, αλλά μειώνει τα περιθώρια κοινωνικής δικαιοσύνης.
Πώς συνδέεται με τον πληθωρισμό;
Η αύξηση των τιμών σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες σημαίνει ότι ο ΦΠΑ αποφέρει περισσότερα έσοδα στο κράτος, χωρίς να απαιτείται αύξηση του φορολογικού συντελεστή. Αυτό δημιουργεί ένα «παράδοξο» φαινόμενο: ενώ τα νοικοκυριά πιέζονται από την ακρίβεια, το κράτος ενισχύει τα έσοδά του.
Το 2024, η ενίσχυση του ΦΠΑ συνδέθηκε άμεσα με την πληθωριστική πίεση και την άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης. Αυτό εξηγεί γιατί τα έσοδα από έμμεσους φόρους παρέμειναν σε τόσο υψηλά επίπεδα, ακόμα και αν η οικονομία αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως η ενεργειακή κρίση, η ακρίβεια και οι διεθνείς αβεβαιότητες.
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη από έναν ισορροπημένο φορολογικό χάρτη. Η δίκαιη κατανομή των άμεσων φόρων και η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, είναι καθοριστικής σημασίας για να μειωθεί η υπερβολική εξάρτηση από την κατανάλωση.
Μια φορολογική πολιτική που θα συνδυάζει την αποτελεσματικότητα με την κοινωνική δικαιοσύνη πρέπει να διευρύνει τη φορολογική βάση στο εισόδημα και την περιουσία και να μειώνει σταδιακά το βάρος των έμμεσων φόρων στα χαμηλά εισοδήματα.