Της Δάφνης Γρηγοριάδη, Οικονομικής Αναλύτριας
Η πρόσφατη υπόθεση γνωστού Τράπερ έφερε ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα της φοροδιαφυγής μέσω Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις, ο καλλιτέχνης φέρεται να ίδρυσε ΜΚΟ ώστε να αποφύγει τη φορολόγηση ως φυσικό πρόσωπο, κατευθύνοντας προς προσωπικό όφελος δωρεές που προορίζονταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Η πρακτική αυτή ανέδειξε τα κενά και τις αδυναμίες του ισχύοντος πλαισίου για τις ΜΚΟ, θέτοντας το θέμα στο μικροσκόπιο της ΑΑΔΕ.
Στην Ελλάδα, οι ΜΚΟ αντλούν χρηματοδότηση από δύο βασικές πηγές: αφενός από επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία φορολογείται με συντελεστή 22%, και αφετέρου από μη επιχειρηματική δραστηριότητα, όπως δωρεές, χορηγίες και συνδρομές μελών, που παραμένουν αφορολόγητες. Το καθεστώς αυτό, αν και θεσπίστηκε για να στηρίξει το έργο των οργανώσεων, έχει δημιουργήσει ένα σημαντικό κενό, το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις αξιοποιείται ώστε οι ΜΚΟ να λειτουργούν ως «όχημα» για φοροδιαφυγή ή ακόμη και για ξέπλυμα χρήματος.
Για να υπάρχει διαφάνεια, η νομοθεσία προβλέπει ότι οι χορηγίες άνω των 500 ευρώ πρέπει να κατατίθενται υποχρεωτικά μέσω τραπεζικού λογαριασμού, ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης ιχνηλασιμότητα. Παράλληλα, η αποδοχή τέτοιων ποσών απαιτεί απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ΜΚΟ και επίσημη αλληλογραφία με τον δωρητή. Επιπλέον, κάθε ΜΚΟ οφείλει να καταρτίζει ετήσιο προϋπολογισμό, ενώ στο τέλος της χρήσης υποχρεούται να συντάσσει απολογισμό, στον οποίο καταγράφονται αναλυτικά τόσο οι δράσεις της όσο και η αξιοποίηση των οικονομικών της πόρων.
Παράλληλα, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) αξιοποιεί πλέον αλγορίθμους που διασταυρώνουν σε πραγματικό χρόνο τα δηλωμένα εισοδήματα με τα στοιχεία που δημοσιεύουν οι φορολογούμενοι στα social media, εντοπίζοντας πιθανές παραβάσεις. Στο επίκεντρο των ελέγχων βρίσκονται κυρίως όσοι εμφανίζουν υψηλά εισοδήματα ή προβάλλουν έντονο lifestyle μέσω των κοινωνικών δικτύων.
Παρά τις μέχρι σήμερα προσπάθειες, η διαφάνεια στον χώρο των ΜΚΟ εξακολουθεί να αποτελεί ζητούμενο. Οι ειδικοί τονίζουν την ανάγκη εντατικότερων ελέγχων, αλλά και της εκπαίδευσης των μελών των οργανισμών σχετικά με τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.
Η υπόθεση αυτή δείχνει ότι, παρότι οι ΜΚΟ έχουν κρίσιμο ρόλο στην κοινωνία, η κακή διαχείριση και η εκμετάλλευση φορολογικών κενών μπορούν να πλήξουν τη φήμη τους και να διαβρώσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Η διαφάνεια και ο αποτελεσματικός έλεγχος δεν είναι μόνο θέμα φορολογικής τάξης, αλλά κυρίως ζήτημα ευθύνης απέναντι στην κοινωνία.