Η πρώτη προσπάθεια της Άγκυρας να ενταχθεί στο ευρωπαϊκό αμυντικό πρόγραμμα SAFE απέτυχε, καθώς η Αθήνα και η Λευκωσία παραμένουν σταθερές στη στάση τους: κανένα άνοιγμα προς την Τουρκία όσο ισχύουν το casus belli και οι «γκρίζες ζώνες». Παρά τις πιέσεις αρκετών ευρωπαϊκών εταίρων που στηρίζουν την τουρκική υποψηφιότητα, οι δύο χώρες ξεκαθαρίζουν πως δεν θα συναινέσουν όσο η Άγκυρα διατηρεί απειλές και αμφισβητήσεις.
Η Τουρκία προσπαθεί να παρακάμψει τους ελληνικούς όρους, προβάλλοντας τη σημασία της για τη «γεωπολιτική ισορροπία» και αναζητώντας συμμάχους εντός Ε.Ε. Με δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του ΥΠΕΞ Γιώργου Γεραπετρίτη, η Αθήνα έχει τονίσει ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στο SAFE των 150 δισ. ευρώ προϋποθέτει την άρση του casus belli και την εγκατάλειψη των «γκρίζων ζωνών». Στην ίδια γραμμή βρίσκεται και ο Νίκος Χριστοδουλίδης, που επανέλαβε τη θέση αυτή στη Σύνοδο Κορυφής.
Παρότι ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις υποστηρίζουν την ένταξη της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα, τα επιχειρήματα Αθήνας και Λευκωσίας παραμένουν ισχυρά: δεν είναι δυνατόν να χρηματοδοτείται από ευρωπαϊκούς πόρους μια χώρα που αμφισβητεί την κυριαρχία κράτους-μέλους, το απειλεί με πόλεμο και κατέχει έδαφος άλλου κράτους-μέλους.
Μετά τις εξελίξεις στα Κατεχόμενα και την εκλογή του Τουφάν Ερχιουρμάν, που εμφανίζεται πιο «μετριοπαθής» από τον Ερσίν Τατάρ, η Άγκυρα επιχειρεί να αξιοποιήσει το νέο κλίμα για να προωθήσει την εικόνα μιας πιο ήπιας προσέγγισης, υποστηρίζοντας ότι δημιουργείται «ευκαιρία» για το Κυπριακό. Παράλληλα, προσπαθεί να εμφανίσει τη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων ως απόδειξη ότι το casus belli έχει χάσει την πρακτική του αξία.
Ο Χακάν Φιντάν, σε τηλεοπτική του συνέντευξη στο Ulke TV, εμφανίστηκε «διαλλακτικός», προτείνοντας ότι η διαφορά μεταξύ των 12 ναυτικών μιλίων που επιδιώκει η Ελλάδα και των 6 ν.μ. που επιθυμεί η Τουρκία μπορεί να «συζητηθεί». Οι δηλώσεις αυτές ερμηνεύτηκαν από ορισμένους ως υπαναχώρηση, αν και η Άγκυρα δεν έχει ποτέ αποσύρει το casus belli.
Η απειλή πολέμου καθιερώθηκε το 1995 με απόφαση της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, μετά την κύρωση από την Ελλάδα της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, που της δίνει το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων έως τα 12 ν.μ. Έκτοτε, η Τουρκία θεωρεί ότι κάθε τέτοια επέκταση θα πρέπει να γίνει μόνο «σε συνεννόηση» με την ίδια.
Κατά τη διάρκεια των διερευνητικών επαφών, Έλληνες και Τούρκοι αξιωματούχοι είχαν εξετάσει σενάρια διαφοροποιημένου εύρους χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, κάτι που όμως δεν κατέληξε ποτέ σε συμφωνία. Ο Χρίστος Ροζάκης έχει αποκαλύψει ότι η Τουρκία είχε δεχθεί αρχικά τα 12 ν.μ. στα ηπειρωτικά εδάφη και διαφορετικές αποστάσεις για τα νησιά, προτού ανακαλέσει τη θέση αυτή.
Η Τουρκία ουδέποτε έχει καταργήσει το casus belli — αντίθετα, το έχει επαναβεβαιώσει επανειλημμένα, ακόμη και το 2018, ενώ συνεχίζει να προβάλλει τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών» για να περιορίσει την επήρεια των ελληνικών νησιών. Πρόσφατα, το τουρκικό ΥΠΕΞ επανέφερε τις ίδιες θέσεις με αφορμή τα Θαλάσσια Πάρκα και τον Χωροταξικό Σχεδιασμό.
Σε νεότερη συνέντευξή του στο A Haber (15/11/2024), ο Φιντάν δήλωσε:
«Συζητώνται επί του παρόντος ορισμένα θέματα με ανοιχτό και ειλικρινή τρόπο, με στόχο να μην αυξάνεται η ένταση… Είναι το θέμα της συνέχισης του εξοπλισμού των νησιών… Η υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα… Υπάρχουν πολλά ζητήματα».
Η Άγκυρα επιδιώκει να παρουσιάσει αυτόν τον διάλογο ως «παροπλισμό» του casus belli, χωρίς όμως να το καταργήσει. Ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση, που θα θέτει την ελληνική κυριαρχία υπό τουρκική έγκριση, θα αποτελούσε — όπως σημειώνουν διπλωματικές πηγές — επιβεβαίωση και θρίαμβο της πολιτικής του casus belli.