Της Δάφνης Γρηγοριάδη, Οικονομικής Αναλύτριας
![]()
Οι φορολογικές περικοπές στα υψηλά εισοδήματα και η αύξηση των αμυντικών δαπανών αναμένεται να οδηγήσουν το χρέος των ΗΠΑ πάνω από 140% του ΑΕΠ μέχρι το 2030, ενώ Ευρωπαϊκές χώρες περιορίζουν τα ελλείμματά τους.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία το δημόσιο χρέος των Ηνωμένων Πολιτειών θα ξεπεράσει εκείνο της Ιταλίας και της Ελλάδας, σηματοδοτώντας μια ανησυχητική αντιστροφή των δημοσιονομικών ισορροπιών μετά την παγκόσμια κρίση.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το δημόσιο χρέος των Ηνωμένων Πολιτειών αναμένεται να αυξηθεί από το σημερινό 125% του ΑΕΠ σε περίπου 143% έως το 2030. Την ίδια στιγμή, η Ιταλία προβλέπεται να διατηρήσει το δικό της επίπεδο χρέους σταθερό γύρω στο 137%, ενώ η Ελλάδα στοχεύει σε περαιτέρω αποκλιμάκωση — από 146% σε 130% του ΑΕΠ μέσα στην επόμενη πενταετία. Οι ευρωπαϊκές χώρες, σε αντίθεση με την Ουάσινγκτον, έχουν υιοθετήσει αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία, περιορίζοντας τα ελλείμματα και προσαρμόζοντας τις δημόσιες δαπάνες μετά τις κρίσεις του 2008 και της πανδημίας.
Η αύξηση του αμερικανικού χρέους οφείλεται κυρίως σε πολιτικές συνεχών δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Οι περικοπές φόρων επωφελούν κυρίως τα υψηλά εισοδήματα, μειώνοντας τα κρατικά έσοδα, ενώ η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί σε δαπάνες άμυνας που προσεγγίζουν το 1 τρισ. δολάρια για το σχέδιο «golden dome». Η συνέχιση αυτών των πολιτικών προβλέπεται να οδηγήσει σε ετήσια ελλείμματα άνω του 7% του ΑΕΠ για τα επόμενα πέντε χρόνια, αυξάνοντας τη δανειακή εξάρτηση της χώρας.δάφνη
Η αύξηση του αμερικανικού χρέους δεν αποτελεί μόνο ένα εσωτερικό ζήτημα. Οι ΗΠΑ παραμένουν ο βασικός εκδότης του παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος, του δολαρίου, και οι δημοσιονομικές τους αποφάσεις έχουν άμεσο αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού διεθνώς. Η συνέχιση μεγάλων ελλειμμάτων και δανειακών αναγκών πιέζει τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, επηρεάζοντας επιτόκια και επενδυτικές ροές προς την Ευρώπη.
Παράλληλα, η Fed εφαρμόζει αυτή την περίοδο πολιτική χαμηλών επιτοκίων, με στόχο τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης στις ΗΠΑ. Αυτό μειώνει προσωρινά το κόστος εξυπηρέτησης του αμερικανικού χρέους, αλλά μεταθέτει τη δημοσιονομική πίεση στο μέλλον και αυξάνει την εξάρτηση των διεθνών αγορών από την αμερικανική νομισματική πολιτική.
Οι Ευρωπαίοι επενδυτές παρακολουθούν στενά τις ΗΠΑ, καθώς τυχόν αναταράξεις στις αμερικανικές αγορές μπορούν να μεταφερθούν στην Ευρώπη.