Σοβαρούς κλυδωνισμούς προκαλεί στην Ελληνική Αστυνομία η αποκάλυψη εκτεταμένης υπόθεσης διαφθοράς σε Τμήμα Τροχαίας της Χαλκιδικής, μετά από πολύμηνη έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, 25 άτομα, μεταξύ των οποίων και ο διοικητής του Τμήματος, κατηγορούνται για συμμετοχή σε οργανωμένο κύκλωμα δωροληψιών.
Η έρευνα αποκάλυψε ένα σύστημα παράνομων συναλλαγών που φαίνεται να λειτουργούσε επί μακρό χρονικό διάστημα, με εμπλοκή εν ενεργεία αστυνομικών. Μεταξύ των πιο αποκαλυπτικών στοιχείων της υπόθεσης περιλαμβάνονται καταγγελίες και αποδεικτικά δεδομένα σύμφωνα με τα οποία οι εμπλεκόμενοι λάμβαναν ακόμη και “συνδρομή” από πολίτες ή επαγγελματίες, προκειμένου να τους ενημερώνουν για το πού και πότε στήνονταν μπλόκα και έλεγχοι της Τροχαίας.
Οι πρακτικές αυτές, εφόσον επιβεβαιωθούν δικαστικά, συνιστούν κατάφωρη παραβίαση καθήκοντος και πλήττουν ευθέως την αξιοπιστία της Αστυνομίας, καθώς δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για δομημένη και οργανωμένη δράση, με ιεραρχία και συντονισμό.
Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, αξιοποιώντας καταγγελίες, παρακολουθήσεις και άλλα αποδεικτικά μέσα, σχημάτισε εκτενή δικογραφία, η οποία περιλαμβάνει κατηγορίες για δωροληψία, παράβαση καθήκοντος και συμμετοχή σε εγκληματική δραστηριότητα. Η υπόθεση έχει ήδη παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη.
Σήμερα, οι κατηγορούμενοι οδηγούνται ενώπιον του ανακριτή, προκειμένου να απολογηθούν. Ανάμεσά τους βρίσκεται και ο διοικητής του Τμήματος, γεγονός που προσδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στην υπόθεση και αναδεικνύει την έκταση του προβλήματος.
Ανώτατες πηγές επισημαίνουν ότι η συγκεκριμένη υπόθεση δεν αφορά μόνο ποινικές ευθύνες, αλλά θέτει και σοβαρά ζητήματα θεσμικής λειτουργίας και εσωτερικού ελέγχου. Η αποκάλυψη έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους θεσμούς δοκιμάζεται, ειδικά σε ζητήματα που άπτονται της οδικής ασφάλειας και της εφαρμογής του νόμου.
Παράλληλα, από την πλευρά της ΕΛ.ΑΣ. τονίζεται ότι η δράση των Εσωτερικών Υποθέσεων αποδεικνύει πως υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου και ότι τέτοιες συμπεριφορές δεν γίνονται ανεκτές. Ωστόσο, το μέγεθος της υπόθεσης προκαλεί εύλογα ερωτήματα για το πόσο έγκαιρα εντοπίζονται αντίστοιχα φαινόμενα και αν απαιτούνται αυστηρότεροι έλεγχοι.
Η Δικαιοσύνη πλέον έχει τον λόγο. Οι απολογίες των κατηγορουμένων και η αξιολόγηση της δικογραφίας θα κρίνουν τις περαιτέρω εξελίξεις.