Η Ρωσία αναγκάζει πλέον την Ευρώπη να κοιτάξει κατάματα μια σκληρή πραγματικότητα. Ο κίνδυνος πολέμου δεν ανήκει στο παρελθόν αλλά βρίσκεται ξανά στο τραπέζι, με ολοένα και περισσότερους ειδικούς να συμφωνούν ότι η Μόσχα έχει ήδη ανοίξει μέτωπο με τη Δύση μέσω ενός υβριδικού πολέμου.
Όταν κορυφαίοι αναλυτές άμυνας συγκεντρώθηκαν στο Ανάκτορο Γουάιτχολ στο Λονδίνο, για να εξετάσουν την ετοιμότητα του Ηνωμένου Βασιλείου και των συμμάχων του απέναντι σε μια πιθανή πολεμική σύγκρουση τα επόμενα χρόνια, το συμπέρασμα ήταν ζοφερό. Η Ευρώπη δεν είναι έτοιμη. Το συνέδριο του Royal United Services Institute έφερε στο ίδιο τραπέζι στρατιωτικούς, κυβερνητικούς και ΝΑΤΟϊκούς αξιωματούχους, ερευνητές και στελέχη της αμυντικής βιομηχανίας. Κανείς τους δεν μιλούσε από ιδεοληψία. Η ανησυχία τους βασίζεται στην εκτίμηση των μυστικών υπηρεσιών ότι η Ρωσία προετοιμάζεται σοβαρά για το ενδεχόμενο άμεσης σύγκρουσης με την Ευρώπη.
Η κοινή θέση των ειδικών είναι ξεκάθαρη. Η αποτροπή μπορεί να υπάρξει μόνο αν η Ευρώπη είναι σε θέση να νικήσει σε περίπτωση πολέμου. Για να συμβεί αυτό απαιτούνται όχι μόνο αυξημένες επενδύσεις σε μια διαχρονικά υποχρηματοδοτούμενη άμυνα αλλά και μια βαθιά αλλαγή νοοτροπίας. Οι κυβερνήσεις καλούνται να πουν ανοιχτά στους πολίτες ότι η εποχή της αυτάρεσκης ασφάλειας έχει τελειώσει.
Όπως επισημαίνει ο Σαμ Γκριν, καθηγητής ρωσικής πολιτικής στο King’s College London, «Νομίζω ότι υπάρχει μια ένδειξη ότι οι κοινωνίες είναι πρόθυμες να κάνουν αυτήν τη συζήτηση, αλλά νομίζω ότι βλέπουμε επίσης κυβερνήσεις που δεν είναι ακόμη αρκετά σίγουρες για να κάνουν αυτήν τη συζήτηση με το κοινό τους».
Η παραδοχή ότι η Ρωσία διεξάγει ήδη υβριδικό πόλεμο κερδίζει συνεχώς έδαφος. Επιθέσεις δολιοφθοράς, παραπληροφόρηση, παρεμβολές GPS στις χώρες της Βαλτικής, επανειλημμένες παραβιάσεις του εναέριου χώρου του ΝΑΤΟ και χτυπήματα σε κρίσιμες υποδομές αποδίδονται στις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, παρά τις επίμονες διαψεύσεις της Μόσχας. Αυτές οι κινήσεις έχουν ήδη αλλάξει την αντίληψη πολλών Ευρωπαίων, ακόμα κι αν αρκετοί πολιτικοί διστάζουν να τις κατονομάσουν ξεκάθαρα.
Ο Γκριν περιγράφει το κλίμα φόβου που διαμορφώνεται. «Νομίζω ότι ο κόσμος είναι τρομοκρατημένος, ειδικά καθώς αυτό γίνεται πιο ορατό». Και προειδοποιεί ότι αυξάνεται η αίσθηση πως είναι απλώς θέμα χρόνου πριν ένα drone προκαλέσει μια ανεπανόρθωτη τραγωδία.
Στο επίκεντρο των ανησυχιών βρίσκονται οι χώρες της Βαλτικής, όπου η κοινή εκτίμηση είναι ότι μια επίθεση θα μπορούσε να συμβεί ακόμη και μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Έρευνα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ δείχνει ότι τα έτη 2027 και 2028 εμφανίζονται συχνότερα στις προβλέψεις αξιωματούχων για πιθανή σύγκρουση Ρωσίας και ΝΑΤΟ. Οι προειδοποιήσεις αυτές ανάγκασαν τη Συμμαχία να καταρτίσει σχέδια έκτακτης άμυνας, όμως οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την πρακτική εφαρμογή τους.
Ο Τζακ Γουάτλινγκ από το RUSI είναι σαφής. Υπάρχουν σχέδια στα χαρτιά αλλά όχι οι πραγματικές δυνατότητες για να υλοποιηθούν. Οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να σχεδιάζουν με βάση επιθυμίες και όχι τους πραγματικούς πόρους που διαθέτουν.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μια στρατηγική αναθεώρηση της άμυνας κατέληξε σε ένα εγχειρίδιο ετοιμότητας για πόλεμο. Ο στρατηγός Ρίτσαρντ Μπάρονς τόνισε ότι απαιτείται ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων, των εφεδρειών, της πολιτικής άμυνας αλλά και επενδύσεις στην υγεία, τη βιομηχανία και την οικονομία. «Ειλικρινά, δεν χρειαζόμαστε πολύ περισσότερη ανάλυση για να μας πουν τι πρέπει να κάνουμε. Το πρόβλημα είναι ότι πρέπει πραγματικά να το κάνουμε», είπε χαρακτηριστικά.
Η Ευρώπη πλήρωσε ακριβά το λεγόμενο μέρισμα ειρήνης. Για δεκαετίες, μετά το 1945, οι κυβερνήσεις επένδυσαν στην κοινωνική πρόνοια και βασίστηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλειά τους. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η σαφής στάση των ΗΠΑ ότι η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερο βάρος, διέλυσαν αυτή την αυταπάτη.
Οι αμυντικές δαπάνες αυξήθηκαν θεαματικά. Σχεδόν όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ φτάνουν πλέον το 2% του ΑΕΠ, ενώ έχει τεθεί στόχος για 5% έως το 2035. Παρ’ όλα αυτά, οι οικονομικές πιέσεις και ο πολιτικός φόβος του κόστους παραμένουν ισχυρά εμπόδια.
Η κοινή γνώμη δείχνει να αντιλαμβάνεται την απειλή. Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, το 78% των Ευρωπαίων ανησυχεί για την ασφάλεια της Ένωσης τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, οι πολιτικοί διστάζουν να μιλήσουν ανοιχτά για θυσίες. Οι δηλώσεις του Γάλλου αρχηγού ενόπλων δυνάμεων ότι η χώρα πρέπει να «αποδεχτεί την απώλεια των παιδιών της» προκάλεσαν σάλο αλλά ανέδειξαν το μέγεθος του διλήμματος.
Η αντίληψη του κινδύνου διαφέρει από χώρα σε χώρα. Στην Πολωνία και τις Βαλτικές χώρες ο φόβος είναι άμεσος και οι προετοιμασίες εντατικές. Η Σουηδία και η Φινλανδία ενημερώνουν ενεργά τους πολίτες για το πώς να επιβιώσουν σε πόλεμο, ενώ η υποχρεωτική ή εθελοντική στράτευση επιστρέφει σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Όπως σημειώνει ο Ρόμπιν Πότερ από το Chatham House, η προθυμία για θυσίες συνδέεται άμεσα με την εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Σε κοινωνίες όπου το κράτος θεωρείται αξιόπιστο, η έννοια της «πλήρους άμυνας» γίνεται αποδεκτή πιο εύκολα.
Η Ευρώπη βρίσκεται πλέον σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Η απειλή δεν είναι θεωρητική, ο χρόνος πιέζει και οι αυταπάτες ασφάλειας καταρρέουν. Το ερώτημα δεν είναι αν η ήπειρος θα αναγκαστεί να αλλάξει πορεία αλλά πόσο γρήγορα θα τολμήσει να το κάνει.