Λίγο πριν τα Χριστούγεννα, το πολιτικό έδαφος στην Κεντροαριστερά μετακινείται με ένταση, προδιαγράφοντας ένα διαφορετικό προοδευτικό τοπίο με ορίζοντα το 2026 και ανοίγοντας τον δρόμο για απρόβλεπτες ανακατατάξεις.
Το εγχείρημα της «Ιθάκης» του Αλέξη Τσίπρα αποκτά σταδιακά σάρκα και οστά, με ραντεβού να έχει δοθεί για τις 17 Ιανουαρίου στη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα, από τη βάση ξεκινούν τα πρώτα καλέσματα αυτοοργάνωσης, με αφετηρία τη Μεσσηνία. Υπό τον τίτλο «Πρωτοβουλία Πολιτών Μεσσηνίας» και με κεντρικό αίτημα την «επανίδρυση της προοδευτικής παράταξης με ηγέτη τον Τσίπρα», πολίτες απευθύνουν κάλεσμα, σημειώνοντας στο κείμενό τους πως «για την επίτευξη του στόχου της ανασύνθεσης-επανίδρυσης της προοδευτικής παράταξης, πιστεύουμε πως πρέπει να ακολουθήσουμε την λογική που έθεσε ο φυσικός ηγέτης της, Αλέξης Τσίπρας».
Στο ίδιο πλαίσιο, οι συνυπογράφοντες τονίζουν ότι «ήρθε η ώρα να αναλάβουμε δράση για την υλοποίηση της ενιαίας έκφρασης του προοδευτικού χώρου», καταλήγοντας στο μήνυμα πως «μέσα από τη συμμετοχή του καθένα και της καθεμιάς, τις μικρές ή μεγάλες πρωτοβουλίες, να χτίσουμε όλοι μαζί ένα μεγάλο κίνημα, ικανό να δώσει πολιτική υπόσταση στο πλειοψηφικό πια αίτημα: Δεν πάει άλλο! Μας αξίζει μια Ελλάδα καλύτερη!».
Πληροφορίες αναφέρουν ότι αντίστοιχες πρωτοβουλίες αναμένεται να εμφανιστούν στις αρχές του 2026 και σε άλλες περιοχές της χώρας, καθώς θα πληθαίνουν και οι δημόσιες παρουσιάσεις της «Ιθάκης», με ομιλητές πρόσωπα από διαφορετικές αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ.
Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ βρίσκεται αντιμέτωπος με σοβαρό ζήτημα συνοχής της ευρωομάδας του. Μετά τη διαγραφή του Νίκου Παππά, η δύναμή του περιορίζεται σε τρεις ευρωβουλευτές, με εκτιμήσεις ότι η κατάσταση αυτή δεν θα διαρκέσει. Η πρόσφατη κοινή παρουσία του Νικόλα Φαραντούρη με τη Μαρία Καρυστιανού σε εκδήλωση στις Βρυξέλλες ενίσχυσε σενάρια για πιθανή μετακίνησή του σε νέο πολιτικό εγχείρημα, ενώ δεν αποκλείεται και η κατεύθυνση προς το ΠΑΣΟΚ, όπου διατηρεί επαφές, κυρίως με το περιβάλλον του Χάρη Δούκα. Προβληματισμό προκαλεί επίσης η παρατεταμένη σιωπή της Έλενας Κουντουρά, η οποία από ορισμένους ερμηνεύεται ως προετοιμασία για αλλαγή πολιτικής στέγης. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, στην Κουμουνδούρου δεν αποκλείεται να απομείνει μόνο ο Κώστας Αρβανίτης ως ευρωβουλευτής.
Στο μεταξύ, αίσθηση προκάλεσε η αποχώρηση της Κυριακής Μάλαμα από το Κίνημα Δημοκρατίας του Στέφανου Κασσελάκη. Με ανάρτησή της, η βουλευτής Χαλκιδικής άσκησε αιχμηρή κριτική στον πρόεδρο του κόμματος, σημειώνοντας ότι «χωρίς καμία συζήτηση με τους βουλευτές και τα στελέχη του κόμματος ανακοινώνεις προθέσεις για συνεργασίες με κόμματα εκτός του προοδευτικού κι Αριστερού χώρου». Παράλληλα, του καταλόγισε θέσεις υπέρ των εξορύξεων και έλλειψη ξεκάθαρης κομματικής λειτουργίας, τονίζοντας πως «η στάση σου υποβαθμίζει τις προσπάθειές όλων μας, όλων εκείνων που σε ακολουθήσαμε για να εκφράσεις μια άλλη Αριστερά, σύγχρονη, πληθυντική».
Απαντώντας από τις ΗΠΑ, ο Στέφανος Κασσελάκης ξεκαθάρισε προς τα μέλη ότι «δεν πιστεύω στις πιέσεις, στα τελεσίγραφα και στις αποχωρήσεις ως τρόπο επίλυσης των διαφορών μας», υπογραμμίζοντας πως «η ενότητα δεν χτίζεται με σιωπή ούτε με φόβο» και ότι «όσοι επιλέγουν να αποχωρήσουν, κάνουν μια προσωπική επιλογή που τη σέβομαι. Όμως το Κίνημα Δημοκρατίας δεν ανήκει σε πρόσωπα».
Στο εσωτερικό του Κινήματος Δημοκρατίας, πάντως, εκτιμούν ότι η παραίτηση της Κυριακής Μάλαμα συνδέεται με τη μάχη της Α΄ Θεσσαλονίκης, όπου οι πιθανότητες εκλογής θεωρούνται αυξημένες, ενώ το κομματικό χρίσμα φαίνεται να κλίνει προς τον Μιχάλη Χουρδάκη. Η ισχυρή παρουσία του κόμματος σε συγκεκριμένες περιφέρειες ενισχύει και άλλα σενάρια υποψηφιοτήτων, ενώ ο κ. Κασσελάκης έχει προαναγγείλει ότι οι μετεκλογικές συνεργασίες θα αποφασιστούν από έκτακτο συνέδριο στις αρχές Φεβρουαρίου.
Τέλος, νέα συζήτηση άνοιξε και γύρω από τη Νίνα Κασιμάτη, μετά την υπερψήφιση των αμυντικών δαπανών στον προϋπολογισμό του 2026, κόντρα στη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ. Η κίνηση αυτή προκάλεσε ενόχληση στην Κουμουνδούρου και αναζωπύρωσε σενάρια προσέγγισής της με το ΠΑΣΟΚ. Από τη Χαριλάου Τρικούπη, πάντως, διαμηνύεται ότι δεν υπάρχει εκ προοιμίου αρνητική στάση απέναντι σε πρόσωπα που επιθυμούν να επιστρέψουν, ακόμη και αν στο παρελθόν είχαν επιλέξει διαφορετική πολιτική διαδρομή.