Δευτέρα 6 Μαΐου 2024


ΑρχικήΠρόσωπαΑπόψειςΤουρκία: Πέρα των σκιών

Τουρκία: Πέρα των σκιών

Φρονώ ότι δεν έχει σημασία να αξιολογηθεί η ποιότητα της πλειοψηφίας των παρεμβάσεων και αναλύσεων που κατατίθενται καθημερινά κυρίως στα εγχώρια ραδιόφωνα και τηλεοράσεις αναφορικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο πολίτης έχει και κρίση και αντανακλαστικά, αν και βιώνει έναν άνευ προηγουμένου “βομβαρδισμό” περί της τουρκικής δυναμικής που ξεκινά από την παρουσίαση επίσημων δηλώσεων της ηγεσίας του γειτονικού κράτους και φτάνουν έως και σε αναφορές ανύπαρκτων Τούρκων αναλυτών σε ανυπόληπτα τηλεοπτικά κανάλια της γείτονος και συναγωνίζονται μεταξύ τους σε γραφικότητα ή και σε εννοιολογικές αστοχίες. Θα είχε μεγάλη αξία να αναλυθεί κάποτε για ποιο λόγο το εσωτερικό της χώρας αυτοπροσφέρεται για την εκδήλωση και εφαρμογή Ψυχολογικών Επιχειρήσεων της απέναντι πλευράς που επηρεάζουν την ελληνική κοινή γνώμη αρνητικά και δημιουργούν μια υφέρπουσα συνθήκη ηττοπάθειας, υποχωρητικότητας και πανικού. Το σημερινό σημείωμα όμως δεν έχει ως στόχο να αναλύσει το στοιχείο αυτό.

Ενώ η ελληνική δημόσια σφαίρα εμπεριέχει μεγάλο αριθμό αναλύσεων γύρω από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και πιο συγκεκριμένα γύρω από τα νομικά θέματα που προκύπτουν ως προς τα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο, τα ενεργειακά και τα ζητήματα ασφάλειας, εν τούτοις παρατηρώ ένα μεγάλο κενό σε εγχώριες αναλύσεις γύρω από την Τουρκία ως αυθύπαρκτη οντότητα. Για το πολιτικό της σύστημα, το θεσμικό της πλαίσιο, το κοινωνικό περίβλημα και τις οικονομικές συντεταγμένες. Γι’ όλα αυτά δηλαδή που σχηματοποιούν την οντολογία του γειτονικού κράτους. Λαμβάνουμε ως θέσφατο το Κεμαλικό οικοδόμημα, τη μετάβαση από τη σουλτανική θεοκρατία στις δομές ενός sui generis κράτους μεταξύ μη φιλελεύθερου δυτικού παραδείγματος του μεσοπολέμου και κεντροασιατικού απολυταρχισμού, τις προβληματικές σχέσεις που προκύπτουν μεταξύ τουρκικής αστικής τάξης και βαθέως κράτους αλλά και την τριβή μεταξύ Κεμαλισμού και Ερντογανισμού, ενώ στην πραγματικότητα όλα τα παραπάνω αποτελούν έξοχα θέματα ανάλυσης και κατανόησης της σύγχρονης Τουρκίας.

Για ποιο λόγο δεν προβάλλονται συντεταγμένα τα φθαρτά υλικά οικοδόμησης και οι κακοτεχνίες της σύγχρονης Τουρκίας; Δεν έχουμε στη χώρα την κρίσιμη μάζα των ειδικών επιστημόνων, Διεθνολόγων, Ιστορικών και Πολιτικών Ανθρωπολόγων, που είναι σε θέση να μας δώσουν το ερμηνευτικό πλαίσιο των κινήσεων της Τουρκικής πολιτικής ηγεσίας; Ασφαλώς και το διαθέτουμε. Τότε τις πταίει για αυτή τη σημαντική έλλειψη; Φοβάμαι ότι ο πρωταρχικός λόγος είναι η ίδια η ποιότητα του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου που ρέπει προς την υπεραπλούστευση και τον ευκαιριακό εντυπωσιασμό, μη δίνοντας χώρο για εμβάθυνση και ανάλυση περιεχομένου. Τι θα κέρδιζε όμως η ελληνική κοινωνία από μια σειρά υψηλού επιπέδου αναλύσεων γύρω από την Τουρκία που διερευνούσαν την ουσία των πραγμάτων και όχι την αύρα των εντυπωσιασμών;

Αρχικώς θα αποκαλυπτόταν οι δομικές αδυναμίες του σύγχρονου τουρκικού κράτους ως προς την κοινωνική συνοχή αλλά και τη συγκρότηση εθνικής ενότητας. Η Τουρκία αποτελεί ένα μωσαϊκό διαφορετικών κοινωνικοπολιτικών αλλά και θρησκευτικών τάσεων με πυρήνα όχι την Κεμαλική σοβινιστική εξωστρέφεια αλλά το Νεοτουρκικό δυϊσμό μεταξύ άκαμπτης νεοτερικότητας και της μουσουλμανικής Ούμα, όπως άλλωστε τα ποσοστά των Ισλαμικών κομμάτων στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές δείχνουν από το τέλος της εποχής Μεντερές μέχρι και την εκλογική νίκη του AKP. Ένα τέτοιο κράτος με το δομικό δυϊσμό που χαρακτηρίζει ακόμη καιρό σήμερα την τουρκική Υψηλή Στρατηγική και τη βαθιά κρίση σε επίπεδο ελίτ είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα επιδιώξει την αναζήτηση “αποσυμπίεσης” μέσω της αναβίωσης ενός αυτοκρατορικού μεγαλείου που στην πραγματικότητα είχε ολοκληρώσει τον ανοδικό του κύκλο από την αποτυχία της δεύτερη πολιορκίας της Βιέννης το 1683.

Επίσης, ένα τέτοιο κράτος που βίωσε την πορεία της νεοτερικότητας όχι ως μετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό πλαίσιο κοινωνικό-πολιτικής ωρίμανσης, αλλά ως προκρούστεια κλίνη, είναι δεδομένο ότι θα αντιδρά σε δικαϊκά κείμενα και συνθήκες που δεν αναγνωρίζουν τη μεταφυσική σύνδεση της με το Οθωμανικό imperium. Το σημαντικότερο ίσως εσωτερικό ζήτημα που διαπερνά την Τουρκία σήμερα είναι η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να δημιουργήσει ένα πλαίσιο που ο πολίτης θα μπορεί να βλέπει τον εαυτό του με αναφορά στο μέλλον και όχι σε ένα αυτοαναφορικό παρελθόν που έχει διαγραφεί βιαίως με ευθύνη του δημιουργού του ίδιου του κράτους, του Κεμάλ Ατατούρκ. Η Τουρκία είναι ένα κράτος βαθιά αυτοκαταστροφικό, κυρίως γιατί δεν έχει καταφέρει να συμφιλιωθεί με τα φορτία ισχύος που της αντιστοιχούν από το 1923 και μετά.

Η Τουρκία παρουσιάζεται σήμερα στο εσωτερικό της Ελλάδας όχι με τις χαίνουσες αδυναμίες που αυτή έχει, αλλά ως ένας πανίσχυρος παράγοντας που “συγκρατείται” οριακά από τις Μεγάλες Δυνάμεις ΗΠΑ και Ρωσία, ώστε να μη μετατρέψει την Ανατολική Μεσόγειο σε πεδίο βίαιων τριβών. Η θέση αυτή είναι λάθος. Η βλάβη που μπορεί να δημιουργήσει η Τουρκία σήμερα σε περιφερειακό επίπεδο αφορά αποκλειστικά και μόνο τη διάθεση της να “αυτοκτονήσει”, δηλαδή να οδηγήσει τα πράγματα σε ένα τέτοιο σημείο που όλα τα κράτη της περιοχής να έχουν να διαχειριστούν, κατά το μάλλον ή ήττον, τα διαφορετικά επίπεδα της φθοράς που η Τουρκική επιθετικότητα θα έχει παράξει σε περίπτωση που η Άγκυρα αποφασίσει να διαβεί το Ρουβίκωνα και να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του στρατηγικού οπορτουνισμού που διαπερνά την εξωτερική της πολιτική. Ο κύριος κίνδυνος για την Ανατολική Μεσόγειο είναι να μεταμορφωθεί σε ένα υποσύστημα υψηλών πιέσεων, που εξαιτίας της Τουρκικής επιθετικότητας θα χαθούν αναπτυξιακές ευκαιρίες εξ’ αιτίας της φθοράς που ο δικός της αναθεωρητισμός θα δημιουργήσει, πρωτίστως στην ίδια. Οι πολιτικές ηγεσίες λοιπόν των κύριων κρατών της περιοχής, Ισραήλ, Αίγυπτος, Ελλάδα, καλούνται λοιπόν να διαχειριστούν δημιουργικά υπέρ της ειρήνης και της ασφάλειας τις ψυχολογικές μεταπτώσεις της τουρκικής μανιοκατάθλιψης σε στρατηγικό και πολιτικό επίπεδο, ώστε να μη διαχυθεί η βλάβη του τουρκικού οπορτουνισμού σε όλο το υποσύστημα. Τα παραπάνω αναδεικνύουν ένα κράτος που έχει να διαχειριστεί σωρεία εσωτερικών προβλημάτων αντί του “τοπικού γίγαντα” όπως αυτός προβάλλεται μέσα από τον παραμορφωτικό τηλεοπτικό φακό και που δήθεν οφείλει να έχει ρόλο σε εσωτερικά ζητήματα άλλων κρατών, όπως για παράδειγμα ο ενεργειακός χάρτης του Αιγαίου.

Το πώς η Τουρκία παρουσιάζεται στο εσωτερικό της Ελλάδας θυμίζει την Πλατωνική αλληγορία του Σπηλαίου, με την πλειοψηφία της κοινωνίας μας να εστιάζει στις σκιές και όχι στο πραγματικό μέγεθος. Γι’ αυτό και η ενδελεχής μελέτη και παρουσίαση της Τουρκίας είναι περισσότερο απαραίτητη από ποτέ, με επιστημονική ενάργεια και εγκυρότητα, για λόγους τόσο επιστημονικής εγκυρότητας όσο και για εθνικούς.

Του Σπύρου Ν. Λίτσα

* Ο κ. Σπύρος Ν. Λίτσας είναι Καθηγητής Θεωρίας των Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας



Ροη Ειδήσεων