Σύμφωνα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, του Πανεπιστημίου Harvard, του Πανεπιστημίου Lancaster και του U.S. Centers for Disease Control and Prevention (CDC), τα περιστατικά ιλαράς πέρυσι αυξήθηκαν κατά 18% σε 9 εκατομμύρια παγκοσμίως. Οι θάνατοι από ιλαρά αυξήθηκαν κατά 43% συγκριτικά με πέρυσι με 130.000 θανάτους το 2022, με τους περισσότερους θανάτους να είναι παιδιών σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ – η παθολόγος, καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και η βιολόγος Παναγιώτα Ζαχαράκη – συνοψίζουν τα δεδομένα και αναφέρουν ότι η ιλαρά, που κάποτε ήταν ελεγχόμενη μέσω εκτεταμένου εμβολιασμού, επανεμφανίζεται λόγω της μείωσης των εμβολιασμών σε διεθνές επίπεδο. Οι προσπάθειες για την αύξηση του εμβολιασμού (με MMR – εμβόλιο ιλαράς, ερυθράς, παρωτίτιδας παιδιών και ενηλίκων) στοχεύουν στην αποκατάσταση της ανοσίας της αγέλης και στην πρόληψη των εξάρσεων.
Πριν τη δυνατότητα του εμβολιασμού, 2,6 εκατομμύρια μικρά παιδιά κάθε χρόνο έχαναν τη ζωή τους και εκατομμύρια άλλα ζούσαν με κώφωση ή εγκεφαλική βλάβη. Οι επιπλοκές της ιλαράς κυμαίνονται από σχετικά ήπιες, όπως διάρροια, έως πιο σημαντικές όπως πνευμονία, φλεγμονή του μέσου ωτός και εγκεφαλίτιδα (σπανιότερα, υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα), έλκος του κερατοειδούς, με δημιουργία ουλών. Στον απόηχο της επιτυχούς εξάλειψης της ευλογιάς στη δεκαετία του 1970, μια παρόμοια παγκόσμια προσπάθεια εμβολιασμού συνέτριψε τη θνησιμότητα από ιλαρά από 2,6 εκατομμύρια το 1980 σε 73.000 έως το 2014.
Ο αριθμός R της ιλαράς (ο μέσος αριθμός ατόμων που θα μολύνει κάποιος με τον ιό) από 15 ή περισσότερους ξεπερνά ακόμη και τις πιο ανεξέλεγκτες παραλλαγές του SARS-CoV-2. Λόγω αυτής της μολυσματικότητας δεν ήταν ποτέ απολύτως δυνατό να επιτευχθεί η εκρίζωση, αλλά πολλές χώρες έχουν κηρυχθεί απαλλαγμένες από την ιλαρά από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Για παράδειγμα, η ΗΠΑ θεωρήθηκε απαλλαγμένη από τη νόσο το 2000, μετά τον εμβολιασμό ή τη νόσηση του 95 % του πληθυσμού. Ωστόσο, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρήθηκε απαλλαγμένο από ιλαρά το 2016, έχασε το καθεστώς του μόλις δύο χρόνια αργότερα. Και τώρα υπάρχουν αυξανόμενοι αριθμοί κρουσμάτων σε όλη την Αγγλία, με σημαντική έξαρση στο Λονδίνο.
Το κύριο όπλο στον πόλεμο κατά της ιλαράς ήταν το εμβόλιο MMR, που κυκλοφόρησε το 1971, το οποίο παρέχει επίσης ανοσία κατά της παρωτίτιδας και της ερυθράς – δύο άλλων ιών με δυνητικά δυσάρεστες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Η παγκόσμια ανάπτυξη του MMR ήταν ίσως ο μεγαλύτερος θρίαμβος για τη δημόσια υγεία του τελευταίου τετάρτου του 20ου αιώνα, σώζοντας τουλάχιστον 56 εκατομμύρια ζωές, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΠΟΥ από το 2000 έως το 2021. Μέχρι που, το 1998, στο The Lancet (το φημισμένο επιστημονικό περιοδικό) διατυπώθηκαν ψευδείς ισχυρισμοί σχετικά με μια σύνδεση μεταξύ του εμβολίου MMR και του αυτισμού. Το 2010, η εργασία ανακλήθηκε από το περιοδικό και ο κύριος συγγραφέας της, ο Andrew Wakefield, απομακρύνθηκε από την άσκηση της ιατρικής στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Παρά τις πολυάριθμες μελέτες που επιβεβαιώνουν τόσο την αποτελεσματικότητα όσο και την ασφάλεια του MMR και την αποτυχία να βρουν οποιαδήποτε σχέση με τον αυτισμό, πολλοί άνθρωποι άρχισαν να έχουν δεύτερες σκέψεις σχετικά με το να εμβολιάσουν τα παιδιά τους. Η διστακτικότητα του εμβολιασμού βοήθησε την ιλαρά να επιστρέψει, με τους παγκόσμιους θανάτους να ανέρχονται σε 130.000 το 2022. Ο διστακτικός εμβολιασμός αποτελεί πλέον πρόβλημα για όλα τα προγράμματα εμβολιασμού, ιδιαίτερα για την ιλαρά, καθώς το R του 15 ή περισσότερο σημαίνει ότι οποιαδήποτε πτώση της κάλυψης του εμβολίου θα έχει ως αποτέλεσμα ταχεία αύξηση των κρουσμάτων. Όπου η κάλυψη του εμβολίου γίνεται τοπικά χαμηλή, μπορεί να υπάρξουν τοπικές επιδημίες σημαντικής σοβαρότητας. Πολλές χώρες έχουν πλέον χάσει την αξιολόγηση του απαλλαγμένου από ιλαρά κράτους και ιδίως στην Ευρώπη κράτη όπως η Αλβανία, η Τσέχικη Δημοκρατία και η Ελλάδα, καθώς και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο εμβολιασμός MMR δεν είναι μόνο για παιδιά. Ακόμα κι αν ένας ενήλικας έχει λάβει έναν εμβολιασμό με MMR ως παιδί ή επιβίωσε από προσβολή ιλαράς τις ημέρες πριν από τον εμβολιασμό, η ανοσία του μπορεί να εξασθενήσει. Αν και η νόσηση μετά τον πρώτο εμβολιασμό είναι σπάνια, ο εμβολιασμός με MMR ενηλίκων εξακολουθεί να αξίζει τον κόπο, καθώς υπερβαίνει την προστασία του ατόμου που λαμβάνει τον εμβολιασμό και αφορά ένα μεγαλύτερο σύνολο. Η ενίσχυση της ανοσίας των ενηλίκων έναντι αυτών των τριών ιών μειώνει την πιθανότητα ασυμπτωματικής λοίμωξης και ελαχιστοποιεί την πιθανότητα της φορείας. Ο εμβολιασμός με MMR ενηλίκων μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση μέρους της ανοσίας της αγέλης που έχει χαθεί λόγω δισταγμού για εμβολιασμό.
Η επιλογή του MMR στους ενήλικες που δεν έχουν εμβολιαστεί ή έχουν εμβολιαστεί με μία δόση βοηθά στην προστασία όλων από την ιλαρά και βοηθά στην πρόληψη της ερυθράς σε έγκυες γυναίκες και τα μωρά τους. Επίσης, και για τους άντρες η επιλογή του MMR, αν δεν έχει κάποιος εμβολιαστεί ή έχει εμβολιαστεί από μία μόνο δόση, προστατεύει και από την ορχίτιδα, τη φλεγμονή των όρχεων που είναι σύμπτωμα της παρωτίτιδας. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι περίπου 1 στα 5 ανεμβολίαστα άτομα που νοσούν από ιλαρά μπορεί να χρειαστούν νοσηλεία, ενώ από 1 μέχρι 3 σε κάθε 1.000 παιδιά που νοσούν πεθαίνουν από σοβαρές επιπλοκές. Από την άλλη πλευρά, άτομα που εμβολιάζονται θεωρούνται προστατευμένοι δια βίου: μία δόση έχει 93% αποτελεσματικότητα και δύο δόσεις 97%.